Ο εικοστός αιώνας ανακίνησε ένα κρίσιμο ερώτημα ως προς τη διάγνωση του Μαρξ για το ρόλο του προλεταριάτου (με την ευρύτερη δυνατή έννοια) ως ιστορικού υποκειμένου μιας διαδικασίας απελευθέρωσης ολόκληρης της ανθρωπότητας. Βέβαια, ούτε οι πόλεμοι ούτε οι ολοκληρωτισμοί (με τις βιαιότητες και τις σφαγές που τους ακολούθησαν) εξάλειψαν ποτέ την πάλη των τάξεων, η οποία μάλιστα γνώρισε μια επέκταση σε κλίμακα αδιανόητη πριν το 1914.
Αλλά κι αν ακόμα υποθέσουμε ότι η διάγνωση του Μαρξ δεν επαληθεύτηκε, η βιωσιμότητά της μπορεί να αποδειχθεί. Το κρίσιμο δίπολο "σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα", που διατύπωσε η Ρόζα Λούξεμπουργκ (Rosa Luxemburg) λίγο πριν ξεσπάσει ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, παραμένει αμείλικτο. Οι ολοκληρωτισμοί αποκαλύφθηκαν ως δυνατά πρόσωπα του πολιτισμού μας. Αντίθετα, ο σοσιαλισμός παραμένει όραμα και -ως όραμα- εν μέρει ουτοπία. Μια "συγκεκριμένη ουτοπία", σύμφωνα με τον ορισμό του Ερνστ Μπλοχ (Ernst Bloch), αλλά όχι μια μάχη εκ των προτέρων κερδισμένη, αναπόφευκτα εγγεγραμμένη μέσα στον ρου της ιστορίας και επιστημονικά διασφαλισμένη από την ισχύ των νόμων της. Η μάχη αυτή είναι φορτωμένη με ένα πικρό συναίσθημα από τις ήττες, από τις πάντα δυνατές καταστροφές και το συναίσθημα αυτό γίνεται το κόκκινο νήμα που πλέκει τη συνέχεια της ιστορίας ως ιστορία των καταπιεσμένων. Η κληρονομιά αυτού του βάρβαρου αιώνα φτιάχθηκε από εκατομμύρια θύματα, τα οποία συχνά έμειναν ανώνυμα και απρόσωπα.
Η αναγνώριση του ρόλου της μνήμης στους αγώνες εμπερικλείει και μια συνέπεια: η δημοκρατία δεν είναι μια απλή διαδικασιακή νόρμα αλλά μια ιστορική κατάκτηση, πράγμα που σημαίνει ότι ο αντιφασισμός είναι απαραίτητος για να διατηρήσουμε έναν χειραφετητικό ορίζοντα. Μια "μη-αντιφασιστική" δημοκρατία θα ήταν αρκετά εύθραυστη, μια πολυτέλεια που η Ευρώπη (η οποία γνώρισε πολύ καλά τους Χίτλερ, Μουσολίνι και Φράνκο) δεν μπορεί να επιτρέψει στον εαυτό της. Ο φιλελευθερισμός, αποκαθιστώμενος σήμερα από τους απολογητές της καθεστηκυίας τάξης ως ο ανυπέρβλητος ορίζοντας της εποχής μας, δεν είναι καθόλου αθώος ιστορικών ευθυνών. Γιατί είναι η κρίση της παραδοσιακής φιλελεύθερης τάξης -θεμελιωμένης στις αποικιακές σφαγές και στον αποκλεισμό των εργαζόμενων μαζών- η οποία, την επαύριο του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, γέννησε τους φασισμούς. Οι παλιές φιλελεύθερες ελίτ υπέκυψαν στον Μουσολίνι το 1922, στον Χίτλερ το 1933, στον Φράνκο τρία χρόνια αργότερα, μέσω μιας πολιτικής μη - επέμβασης, που θα γίνει μια πολιτική συνθηκολόγησης, στο Μόναχο το 1938.
Και σήμερα, είναι ο νεοφιλελευθερισμός, ο οποίος προετοιμάζει τους ολοκληρωτισμούς της αγοράς και τα αυριανά "παγκοσμιο-ολοκληρωτικά" καθεστώτα. Eίναι ο νεοφολελευθερισμός, που θα στρέφει τμήματα των μεσαίων τάξεων προς το συντηρητισμό και τη φασιστική ιδεολογία. Το να σκεφτούμε τον σοσιαλισμό σήμερα σημαίνει ότι πρέπει να τον αποσπάσουμε από τις μυθολογίες της προόδου και από κάθε τελεολογική θεώρηση της ιστορίας. Η κοινωνική, οικολογική και ηθική του αναγκαιότητα σε καμία περίπτωση δεν προδικάζουν τη νίκη του. Παραμένει ένα ενδεχόμενο, μια συγκεκριμένη και δυνατή ουτοπία, ένα ορθολογικό στοίχημα που θεμελιώνει και επιβεβαιώνει τους αγώνες μας.
Ένας απρόσωπος από την εμπορευματική εμπραγμάτωση πλανήτης αποτελεί σήμερα το προγραμματισμένο μέλλον μας. Όμως, τίποτε δεν εμποδίζει το μέλλον αυτό να τεθεί αύριο υπό αμφισβήτηση, να αποπρογραμματιστεί, ακόμη και να τροποποιηθεί ριζικά μέσω των αντιστάσεών μας, των αγώνων μας και των εξεγέρσεών μας.
Η γλώσσα κόκκαλα τσακίζει
- "Ο λόγος που μ' άφησες έξω από την υπόθεση", είπε ήσυχα, "ήταν ότι νόμισες πως η αστυνομία δεν θα πίστευε ότι σκέτη περιέργεια μ' έσπρωξε να κατέβω εκεί κάτω χτες το βράδυ. Θα υποψιάζονταν ίσως ότι είχα κάποιον ύποπτο λόγο και θα με σφυροκοπούσαν μέχρι να σπάσω".
- "Πώς ξέρεις αν δεν σκέφτηκα το ίδιο πράγμα;"
- "Οι αστυνομικοί είναι κι αυτοί άνθρωποι", είπε ξεκάρφωτα.
- "Έχω ακούσει ότι σαν τέτοιοι ξεκινάνε".
[Ραίημοντ Τσάντλερ, "Αντίο, γλυκειά μου", εκδόσεις Λυχνάρι, 1990 (σελ.: 54)]
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου