Διάβασα με ιδιαίτερη προσοχή το σχόλιο που ανάρτησε η αναγνώστρια Μαίρη Καροφυλλάκη στο χτεσινό κείμενο. Εκτίμησα την σοβαρή διάθεση με την οποία γράφτηκε το εν λόγω σχόλιο αλλά πρέπει να ομολογήσω ότι στενοχωρήθηκα γιατί από τις πρώτες κιόλας λέξεις ("Ας υποθέσουμε ότι το δημόσιο από την δεκαετία του 80 είχε κατά μέσο όρο 300.000 υπεράριθμους δημοσίους υπαλλήλους...") έβγαλα το συμπέρασμα ότι η σχολιογράφος είναι επηρεασμένη από τα ψεύδη τα οποία εξακοντίζουν κατά ριπάς τα Μέσα Μαζικής Εξαπάτησης, κάνοντάς μας πλύση εγκεφάλου. Σκέφτηκα, λοιπόν, να ξεκινήσω σήμερα μια προσέγγιση στο θέμα των υπεράριθμων, άχρηστων και τεμπέληδων δημοσίων υπαλλήλων, του υπερτροφικού κράτους κλπ, με τον τρόπο στον οποίο αρέσκεται αυτό το ιστολόγιο: με ψυχραιμία, υγιή σκέψη και πραγματικά στοιχεία.
Κατ' αρχάς, ας δούμε πόσοι είναι -επί τέλους!- οι δημόσιοι υπάλληλοι στον τόπο μας. Η πρώτη απογραφή που επιχείρησε ποτέ κυβέρνηση, έγινε το 2010 (επί ημερών Γιώργου Παπακωνσταντίνου στο υπουργείο οικονομικών) και κατέδειξε περίπου 770.000 υπαλλήλους στον στενό δημόσιο τομέα, τα ΝΠΔΔ και τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης α' και β' βαθμού ("Απογραφή: στους 768.000 οι δημόσιοι υπάλληλοι", Τα Νέα, 30/7/2010). Ο αριθμός αυτός περιλαμβάνει: 625.738 μόνιμους, 53.833 συμβασιούχους αορίστου χρόνου και 59.156 συμβασιούχους ορισμένου χρόνου (εποχικούς). Σημειωτέον ότι οι τελευταίοι απογράφηκαν έστω κι αν η σύμβασή τους έληγε μετά από λίγες μέρες.
Παρατήρηση: Στο πλήθος των δημοσίων υπαλλήλων, κατά πάγια υπόδειξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ΔΕΝ προσμετρώνται οι στρατιωτικοί. Επίσης, δεν προσμετρώνται υπάλληλοι ΔΕΚΟ, ΝΠΙΔ και δημοτικών επιχειρήσεων, οι οποίοι δεν θεωρούνται ως δημόσιοι. Αν υπολογίζαμε κι αυτούς, ίσως το συνολικό πλήθος των υπαλλήλων να άγγιζε το ένα εκατομμύριο. Επειδή, όμως, έτσι γίνεται σε όλες τις χώρες, ας μείνουμε στον αριθμό που έβγαλε η απογραφή ώστε να μπορούμε να κάνουμε συγκρίσεις και όχι υποθέσεις.
Αυτά συνέβαιναν το καλοκαίρι τού 2010, πριν ξεκινήσουν το πογκρόμ κατά των δημοσίων υπαλλήλων και το μεγάλο κύμα πρόωρων συνταξιοδοτήσεων. Στις 10/4/2012, ο Δημήτρης Ρέππας ανακοίνωσε ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι ήσαν 705.976, εκ των οποίων 295.000 εργάζονταν στην εκπαίδευση και στα νοσοκομεία (δύσκολα μπορείς να ισχυριστείς ότι στους δυο αυτούς τομείς περισσεύει προσωπικό). Τον Νοέμβριο του 2014, το υπουργείο διοικητικής μεταρρύθμισης έδωσε στην δημοσιότητα στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων είχε μειωθεί σε 579.164 άτομα. Μάλιστα δε, τα ίδια στοιχεία πιστοποιούσαν ότι το πλήθος των δημοσίων υπαλλήλων μειωνόταν διαρκώς, μήνα με μήνα (Οκτώβριος: 580.669, Αύγουστος: 583.338, Ιούνιος: 589.841).
Δηλαδή, μέσα σε τέσσερα χρόνια μειώθηκαν οι δημόσιοι υπάλληλοι αριθμητικά κατά 190.000 άτομα και σε ποσοστό 25% περίπου. Για να γίνει αυτό χρειάστηκε να συνταξιοδοτηθούν πρόωρα δεκάδες χιλιάδες υπάλληλοι και να κλείσουν ή να συγχωνευθούν εφορίες, σχολεία, δικαστήρια και πάσης φύσεως υπηρεσίες ενώ, παράλληλα, έμειναν ασυμπλήρωτα τα κενά που δημιουργούνται φυσιολογικά (κανονική συνταξιοδότηση, θάνατος, λήξη συμβάσεων ορισμένου χρόνου, παραίτηση, απομάκρυνση λόγω διαφθοράς κλπ).
Έχοντας, λοιπόν, κατά νου αφ' ενός μεν τους αριθμούς που προαναφέραμε αφ' ετέρου δε το γεγονός ότι η μείωση των δημοσίων υπαλλήλων έχει επιφέρει κατακόρυφη πτώση τού επιπέδου εξυπηρέτησης των πολιτών (π.χ. αν ένας κάτοικος των Κυθήρων θέλει να πάει στην εφορία για οποιαδήποτε δουλειά του, πρέπει να πεταχτεί ως τον Πειραιά, διότι η ΔΟΥ Κυθήρων έχει κλείσει και έχει συγχωνευθεί με τις πρώην Α' και Β' ΔΟΥ Πειραιώς!), είναι λογικό να συμπεράνουμε ότι η υπόθεση της σχολιογράφου περί τριακοσίων χιλιάδων υπεράριθμων δημοσίων υπαλλήλων είναι εκτός πάσης πραγματικότητος: δεν γίνεται να είναι υπεράριθμοι οι 300 στους 770 και ταυτόχρονα να παρατηρείται αρρυθμία και διάλυση με 580. Βέβαια, περί απλής υποθέσεως πρόκειται αλλά οι εξωπραγματικές υποθέσεις οδηγούν πάντοτε σε εξωφρενικά συμπεράσματα.
Εν πάση περιπτώσει, οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι όσοι είναι. Πόσο κόστισαν, όμως; Μπορούμε όντως να τους κατατάξουμε (έστω, ένα μεγάλο τμήμα τους) μεταξύ εκείνων που "τα φάγανε" μαζί με τον Πάγκαλο; Ας δούμε μερικούς αριθμούς, όπως καταγράφονται στους κρατικούς προϋπολογισμούς:
Το 1990, το κράτος κατέβαλε για μισθούς και συντάξεις το 14,1% του ΑΕΠ. Οι κυβερνήσεις του Κώστα Σημίτη μείωσαν αυτό το ποσοστό στο 11%. Μέχρι το 2009, οι νεοδημοκρατικές κυβερνήσεις του Κώστα Καραμανλή μείωσαν ακόμη περισσότερο το εν λόγω κονδύλι, φτάνοντάς το στο 9% του ΑΕΠ. Τα παραπάνω ποσοστά δείχνουν καθαρά ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι κόστιζαν όλο και λιγώτερο χρόνο με τον χρόνο αλλά γίνονται ακόμη γλαφυρώτερα αν συνυπολογίσουμε ότι η σχετική δαπάνη μοιράστηκε σε 600.000 άτομα περίπου (μισθωτοί και συνταξιούχοι του δημοσίου) το 1994 και σε 900.000 περίπου το 2008. Και για να το πω πιο λαϊκά: χρόνο με το χρόνο, οι δημόσιοι υπάλληλοι μοιράζονταν όλο και μικρότερο κομμάτι από την πίττα του παραγόμενου εθνικού πλούτου.
Κι επειδή μας αρέσουν οι συγκρίσεις, ας σημειώσουμε ότι το 2009, όταν εμείς διαθέταμε το 9% του ΑΕΠ για μισθούς και συντάξεις του δημοσίου, οι δανοί διέθεταν το 16,9% του ΑΕΠ τους, οι φινλανδοί το 13%, οι γάλλοι το 12,8% και οι σουηδοί το 15,1% (Εφημερίδα "Αντίχτυπος", 17/12/2010, σελ. 4). Αν επιμείνουμε ότι εμείς είμαστε υπεράριθμοι, σπάταλοι, υδροκέφαλοι και δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο, τί θα πούμε για τους άλλους;
Θα μπορούσε να πει κάποιος ότι μπορεί οι δημόσιοι υπάλληλοι και να μειώνονταν και να φτώχαιναν χρόνο με τον χρόνο αλλά αυτό δεν σημαίνει κατ' ανάγκην ότι δεν είναι πολλοί ακόμη και τώρα. Σωστή και καίρια παρατήρηση. Επειδή, όμως, μια σωστή και καίρια παρατήρηση απαιτεί ολοκληρωμένη και τεκμηριωμένη απάντηση, επιτρέψτε μου ένα διάλειμμα 24 ωρών και θα επανέλθω. Με αρκετό ΟΟΣΑ αυτή την φορά.
Κατ' αρχάς, ας δούμε πόσοι είναι -επί τέλους!- οι δημόσιοι υπάλληλοι στον τόπο μας. Η πρώτη απογραφή που επιχείρησε ποτέ κυβέρνηση, έγινε το 2010 (επί ημερών Γιώργου Παπακωνσταντίνου στο υπουργείο οικονομικών) και κατέδειξε περίπου 770.000 υπαλλήλους στον στενό δημόσιο τομέα, τα ΝΠΔΔ και τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης α' και β' βαθμού ("Απογραφή: στους 768.000 οι δημόσιοι υπάλληλοι", Τα Νέα, 30/7/2010). Ο αριθμός αυτός περιλαμβάνει: 625.738 μόνιμους, 53.833 συμβασιούχους αορίστου χρόνου και 59.156 συμβασιούχους ορισμένου χρόνου (εποχικούς). Σημειωτέον ότι οι τελευταίοι απογράφηκαν έστω κι αν η σύμβασή τους έληγε μετά από λίγες μέρες.
Παρατήρηση: Στο πλήθος των δημοσίων υπαλλήλων, κατά πάγια υπόδειξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ΔΕΝ προσμετρώνται οι στρατιωτικοί. Επίσης, δεν προσμετρώνται υπάλληλοι ΔΕΚΟ, ΝΠΙΔ και δημοτικών επιχειρήσεων, οι οποίοι δεν θεωρούνται ως δημόσιοι. Αν υπολογίζαμε κι αυτούς, ίσως το συνολικό πλήθος των υπαλλήλων να άγγιζε το ένα εκατομμύριο. Επειδή, όμως, έτσι γίνεται σε όλες τις χώρες, ας μείνουμε στον αριθμό που έβγαλε η απογραφή ώστε να μπορούμε να κάνουμε συγκρίσεις και όχι υποθέσεις.
Αυτά συνέβαιναν το καλοκαίρι τού 2010, πριν ξεκινήσουν το πογκρόμ κατά των δημοσίων υπαλλήλων και το μεγάλο κύμα πρόωρων συνταξιοδοτήσεων. Στις 10/4/2012, ο Δημήτρης Ρέππας ανακοίνωσε ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι ήσαν 705.976, εκ των οποίων 295.000 εργάζονταν στην εκπαίδευση και στα νοσοκομεία (δύσκολα μπορείς να ισχυριστείς ότι στους δυο αυτούς τομείς περισσεύει προσωπικό). Τον Νοέμβριο του 2014, το υπουργείο διοικητικής μεταρρύθμισης έδωσε στην δημοσιότητα στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων είχε μειωθεί σε 579.164 άτομα. Μάλιστα δε, τα ίδια στοιχεία πιστοποιούσαν ότι το πλήθος των δημοσίων υπαλλήλων μειωνόταν διαρκώς, μήνα με μήνα (Οκτώβριος: 580.669, Αύγουστος: 583.338, Ιούνιος: 589.841).
Δηλαδή, μέσα σε τέσσερα χρόνια μειώθηκαν οι δημόσιοι υπάλληλοι αριθμητικά κατά 190.000 άτομα και σε ποσοστό 25% περίπου. Για να γίνει αυτό χρειάστηκε να συνταξιοδοτηθούν πρόωρα δεκάδες χιλιάδες υπάλληλοι και να κλείσουν ή να συγχωνευθούν εφορίες, σχολεία, δικαστήρια και πάσης φύσεως υπηρεσίες ενώ, παράλληλα, έμειναν ασυμπλήρωτα τα κενά που δημιουργούνται φυσιολογικά (κανονική συνταξιοδότηση, θάνατος, λήξη συμβάσεων ορισμένου χρόνου, παραίτηση, απομάκρυνση λόγω διαφθοράς κλπ).
Έχοντας, λοιπόν, κατά νου αφ' ενός μεν τους αριθμούς που προαναφέραμε αφ' ετέρου δε το γεγονός ότι η μείωση των δημοσίων υπαλλήλων έχει επιφέρει κατακόρυφη πτώση τού επιπέδου εξυπηρέτησης των πολιτών (π.χ. αν ένας κάτοικος των Κυθήρων θέλει να πάει στην εφορία για οποιαδήποτε δουλειά του, πρέπει να πεταχτεί ως τον Πειραιά, διότι η ΔΟΥ Κυθήρων έχει κλείσει και έχει συγχωνευθεί με τις πρώην Α' και Β' ΔΟΥ Πειραιώς!), είναι λογικό να συμπεράνουμε ότι η υπόθεση της σχολιογράφου περί τριακοσίων χιλιάδων υπεράριθμων δημοσίων υπαλλήλων είναι εκτός πάσης πραγματικότητος: δεν γίνεται να είναι υπεράριθμοι οι 300 στους 770 και ταυτόχρονα να παρατηρείται αρρυθμία και διάλυση με 580. Βέβαια, περί απλής υποθέσεως πρόκειται αλλά οι εξωπραγματικές υποθέσεις οδηγούν πάντοτε σε εξωφρενικά συμπεράσματα.
Εν πάση περιπτώσει, οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι όσοι είναι. Πόσο κόστισαν, όμως; Μπορούμε όντως να τους κατατάξουμε (έστω, ένα μεγάλο τμήμα τους) μεταξύ εκείνων που "τα φάγανε" μαζί με τον Πάγκαλο; Ας δούμε μερικούς αριθμούς, όπως καταγράφονται στους κρατικούς προϋπολογισμούς:
Το 1990, το κράτος κατέβαλε για μισθούς και συντάξεις το 14,1% του ΑΕΠ. Οι κυβερνήσεις του Κώστα Σημίτη μείωσαν αυτό το ποσοστό στο 11%. Μέχρι το 2009, οι νεοδημοκρατικές κυβερνήσεις του Κώστα Καραμανλή μείωσαν ακόμη περισσότερο το εν λόγω κονδύλι, φτάνοντάς το στο 9% του ΑΕΠ. Τα παραπάνω ποσοστά δείχνουν καθαρά ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι κόστιζαν όλο και λιγώτερο χρόνο με τον χρόνο αλλά γίνονται ακόμη γλαφυρώτερα αν συνυπολογίσουμε ότι η σχετική δαπάνη μοιράστηκε σε 600.000 άτομα περίπου (μισθωτοί και συνταξιούχοι του δημοσίου) το 1994 και σε 900.000 περίπου το 2008. Και για να το πω πιο λαϊκά: χρόνο με το χρόνο, οι δημόσιοι υπάλληλοι μοιράζονταν όλο και μικρότερο κομμάτι από την πίττα του παραγόμενου εθνικού πλούτου.
Κι επειδή μας αρέσουν οι συγκρίσεις, ας σημειώσουμε ότι το 2009, όταν εμείς διαθέταμε το 9% του ΑΕΠ για μισθούς και συντάξεις του δημοσίου, οι δανοί διέθεταν το 16,9% του ΑΕΠ τους, οι φινλανδοί το 13%, οι γάλλοι το 12,8% και οι σουηδοί το 15,1% (Εφημερίδα "Αντίχτυπος", 17/12/2010, σελ. 4). Αν επιμείνουμε ότι εμείς είμαστε υπεράριθμοι, σπάταλοι, υδροκέφαλοι και δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο, τί θα πούμε για τους άλλους;
Θα μπορούσε να πει κάποιος ότι μπορεί οι δημόσιοι υπάλληλοι και να μειώνονταν και να φτώχαιναν χρόνο με τον χρόνο αλλά αυτό δεν σημαίνει κατ' ανάγκην ότι δεν είναι πολλοί ακόμη και τώρα. Σωστή και καίρια παρατήρηση. Επειδή, όμως, μια σωστή και καίρια παρατήρηση απαιτεί ολοκληρωμένη και τεκμηριωμένη απάντηση, επιτρέψτε μου ένα διάλειμμα 24 ωρών και θα επανέλθω. Με αρκετό ΟΟΣΑ αυτή την φορά.