Το νταραβέρι είναι γνωστό και το παραμυθάκι χιλιοειπωμένο: η στήριξη των τραπεζών είναι απαραίτητη για να αναθερμανθεί η οικονομία και να βγούμε από την ύφεση. Πάνω σ' αυτό το παραμυθάκι έχουν επενδύσει τόσο αυτή η κυβέρνηση όσο και η προηγούμενη. Έτσι, έχουν ανοίξει τις κάνουλες, τροφοδοτώντας τις τράπεζες με το υστέρημα (ή, μάλλον, με το αίμα) του ελληνικού λαού.
Η ερμηνεία που δίνουν οι αστικές μας κυβερνήσεις για την ενίσχυση των τραπεζών με πάνω από 100 δισεκατομμύρια ευρώ είναι απλή (κατά την γνώμη τους): αυτά τα χρήματα ενισχύουν την ρευστότητα των τραπεζών, ώστε αυτές να μπορούν να χορηγούν δάνεια σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά, γεγονός που θα βοηθήσει στην ανάκαμψη τόσο της παραγωγής όσο και της κατανάλωσης. Με άλλα λόγια, με αυτόν τον τρόπο θα "κυκλοφορήσει χρήμα" κι έτσι θα έρθει η πολυπόθητη ανάπτυξη, η οποία θα μας βγάλει από την ύφεση και, συνεπακόλουθα, από την κρίση.
Ουδέν ψευδέστερον τούτου!. Πρώτ' απ' όλα, η πρακτική λέει ότι οι τράπεζες δείχνουν ιδιαίτερη προτίμηση στο να δανείζουν τις μεγάλες επιχειρήσεις. Κι αυτό, επειδή διαπλέκονται μαζί τους και βγάζουν απ' αυτές τα μεγάλα και μακροπρόθεσμα κέρδη. Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, στο τρίμηνο Οκτωβρίου-Δεκεμβρίου 2010, τα επιτόκια με τα οποία οι τράπεζες χορηγούσαν δάνεια στις μικρές εμπορικές και βιοτεχνικές επιχειρήσεις αυξήθηκαν έως και 6% (από 5,94% τον Οκτώβριο σε 6,32% τον Δεκέμβριο). Και μπορεί η αύξηση αυτή να φαίνεται μικρή, ωστόσο στη σημερινή εποχή της κρίσης, όπου οι μικρές επιχειρήσεις κλείνουν η μία πίσω από την άλλη, μια αύξηση των εξόδων τους κατά 6% για εξυπηρέτηση δανείων είναι απαγορευτική για την περαιτέρω λειτουργία τους.
Η σημερινή πραγματικότητα είναι ότι οι τράπεζες συνεχίζουν να μη χορηγούν δάνεια σε μεγάλους και μικρούς. Έτσι, για να κάνουν την προσφυγή σε δανεισμό αποτρεπτική, αυξάνουν τα επιτόκια. Βλέπετε, σε συνθήκες κρίσης η δανειοδότηση είναι επισφαλής, όχι μόνο για τα κέρδη τους αλλά και για το ίδιο το κεφάλαιό τους. Οσο για τα καταναλωτικά δάνεια, συνεχίζουν να τα χορηγούν με τοκογλυφικά επιτόκια της τάξης του 14,5% (και βλέπουμε). Για να μη μιλήσουμε για τα ληστρικά επιτόκια των πιστωτικών καρτών.
Κατόπιν αυτών των απλών σκέψεων, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο πακτωλός των δεκάδων δισεκατομμυρίων δόθηκε στις τράπεζες για να σωθούν οι ίδιες ενισχύοντας τη ρευστότητά τους, η οποία κινδυνεύει από δάνεια σε επισφαλείς επιχειρήσεις και σε τοξικά ομόλογα. Δόθηκε, ακόμη, ως αντάλλαγμα για την συμμετοχή των τραπεζών στην διαχείριση τόσο κρατικών όσο και κομματικών χρεών (δείτε πόσα χρήματα χρωστούν τα δυο μεγάλα κόμματα στις τράπεζες και θα καταλάβετε τι εννοώ).
Τέλος, μπορούμε να υποθέσουμε με σιγουριά ότι το σύστημα φροντίζει για την θωράκιση του τραπεζικού συστήματος, ώστε αυτό να είναι έτοιμο να ανταποκριθεί στις αυξημένες απαιτήσεις του κεφαλαίου όταν περάσει η κρίση. Άλλωστε, οι τράπεζες αποτελούν πάντοτε την καρδιά του κεφαλαίου και χρειάζεται να τονώνονται σε συνθήκες κρίσης. Μη ξεχνάμε ότι η έξοδος από την κρίση απαιτεί την καταστροφή μέρους του συσσωρευμένου κεφαλαίου και οι τράπεζες δεν θα αποτελέσουν εξαίρεση.
Η ερμηνεία που δίνουν οι αστικές μας κυβερνήσεις για την ενίσχυση των τραπεζών με πάνω από 100 δισεκατομμύρια ευρώ είναι απλή (κατά την γνώμη τους): αυτά τα χρήματα ενισχύουν την ρευστότητα των τραπεζών, ώστε αυτές να μπορούν να χορηγούν δάνεια σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά, γεγονός που θα βοηθήσει στην ανάκαμψη τόσο της παραγωγής όσο και της κατανάλωσης. Με άλλα λόγια, με αυτόν τον τρόπο θα "κυκλοφορήσει χρήμα" κι έτσι θα έρθει η πολυπόθητη ανάπτυξη, η οποία θα μας βγάλει από την ύφεση και, συνεπακόλουθα, από την κρίση.
Ουδέν ψευδέστερον τούτου!. Πρώτ' απ' όλα, η πρακτική λέει ότι οι τράπεζες δείχνουν ιδιαίτερη προτίμηση στο να δανείζουν τις μεγάλες επιχειρήσεις. Κι αυτό, επειδή διαπλέκονται μαζί τους και βγάζουν απ' αυτές τα μεγάλα και μακροπρόθεσμα κέρδη. Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, στο τρίμηνο Οκτωβρίου-Δεκεμβρίου 2010, τα επιτόκια με τα οποία οι τράπεζες χορηγούσαν δάνεια στις μικρές εμπορικές και βιοτεχνικές επιχειρήσεις αυξήθηκαν έως και 6% (από 5,94% τον Οκτώβριο σε 6,32% τον Δεκέμβριο). Και μπορεί η αύξηση αυτή να φαίνεται μικρή, ωστόσο στη σημερινή εποχή της κρίσης, όπου οι μικρές επιχειρήσεις κλείνουν η μία πίσω από την άλλη, μια αύξηση των εξόδων τους κατά 6% για εξυπηρέτηση δανείων είναι απαγορευτική για την περαιτέρω λειτουργία τους.
Η σημερινή πραγματικότητα είναι ότι οι τράπεζες συνεχίζουν να μη χορηγούν δάνεια σε μεγάλους και μικρούς. Έτσι, για να κάνουν την προσφυγή σε δανεισμό αποτρεπτική, αυξάνουν τα επιτόκια. Βλέπετε, σε συνθήκες κρίσης η δανειοδότηση είναι επισφαλής, όχι μόνο για τα κέρδη τους αλλά και για το ίδιο το κεφάλαιό τους. Οσο για τα καταναλωτικά δάνεια, συνεχίζουν να τα χορηγούν με τοκογλυφικά επιτόκια της τάξης του 14,5% (και βλέπουμε). Για να μη μιλήσουμε για τα ληστρικά επιτόκια των πιστωτικών καρτών.
Κατόπιν αυτών των απλών σκέψεων, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο πακτωλός των δεκάδων δισεκατομμυρίων δόθηκε στις τράπεζες για να σωθούν οι ίδιες ενισχύοντας τη ρευστότητά τους, η οποία κινδυνεύει από δάνεια σε επισφαλείς επιχειρήσεις και σε τοξικά ομόλογα. Δόθηκε, ακόμη, ως αντάλλαγμα για την συμμετοχή των τραπεζών στην διαχείριση τόσο κρατικών όσο και κομματικών χρεών (δείτε πόσα χρήματα χρωστούν τα δυο μεγάλα κόμματα στις τράπεζες και θα καταλάβετε τι εννοώ).
Τέλος, μπορούμε να υποθέσουμε με σιγουριά ότι το σύστημα φροντίζει για την θωράκιση του τραπεζικού συστήματος, ώστε αυτό να είναι έτοιμο να ανταποκριθεί στις αυξημένες απαιτήσεις του κεφαλαίου όταν περάσει η κρίση. Άλλωστε, οι τράπεζες αποτελούν πάντοτε την καρδιά του κεφαλαίου και χρειάζεται να τονώνονται σε συνθήκες κρίσης. Μη ξεχνάμε ότι η έξοδος από την κρίση απαιτεί την καταστροφή μέρους του συσσωρευμένου κεφαλαίου και οι τράπεζες δεν θα αποτελέσουν εξαίρεση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου