Έχω ως αρχή να μη σχολιάζω σχόλια αναγνωστών του ιστολογίου μου. Έτσι, αποφεύγω τον κίνδυνο να χαρακτηριστώ είτε "έξυπνος" είτε "παντογνώστης". Άλλωστε, θεωρώ ότι η ελεύθερη σκέψη δεν έχει ανάγκη πατροναρίσματος. Όμως, σήμερα θα κάνω μια εξαίρεση για να διατυπώσω μερικές σκέψεις, με αφορμή ένα σχόλιο στο χτεσινό σημείωμα. Πρώτα-πρώτα, ας δούμε ένα απόσπασμα από όσα έγραψε ο αναγνώστης:
"...Αν υποθέσουμε ότι μηδενίζεται η παγκόσμια ανεργία, συνεπώς αυξάνει κατακόρυφα η παραγωγή (βιομηχανική, αγροτική κλπ), πού θα βρεθεί η αγορά και οι καταναλωτές που θα αναλώσουν τα αγαθά που παρήχθησαν; Μάλλον θα στοιβάζονται σε αποθήκες, εωσότου φθάσουμε στο σημείο να μη χρειάζονται πλέον νέες παραγωγές , αφού δεν θα υπάρχει η αντίστοιχη ζήτηση. Άρα; Άρα πάμε και πάλι σε απολύσεις και ανέργους;
Από την άλλη, αν υποθέσουμε ότι βρίσκουν δουλειά όλοι οι άνεργοι, χωρίς να υπάρξει αύξηση της παραγωγής, θα σημαίνει ότι μειώνονται οι ώρες εργασίας και οι αμοιβές των εργαζομένων. Ο καθένας (υπο)απασχολείται για κανα 4ωρο ημερησίως και όσα πάρει και σε ότι τον φτάσουν. Που οδηγεί αυτό το σενάριο; Σε απεργίες και διαμαρτυρίες για ικανοποιητικούς μισθούς. Και το κεφάλαιο τι κάνει; Ακολουθεί την πεπατημένη, δηλαδή λουκέτο. Συμπέρασμα;;;"
Παρ' όλα τα στρογγυλέματα του συλλογισμού του, ο φίλος του ιστολογίου έχει δίκιο. Όντως, η κατάσταση την οποία περιγράφει είναι αδιέξοδη. Με μια προϋπόθεση όμως: περιγράφει μια κατάσταση στο πλαίσιο της κεϋνσιανής οικονομίας. Για να γίνω πιο κατανοητός, ας μου επιτραπεί λίγη θεωρία.
Είναι γνωστός σε όλους ο νόμος "Προσφοράς & Ζήτησης", βάσει του οποίου ορίζονται οι παραγόμενες ποσότητες προϊόντων και η τιμή διάθεσής τους υπό καθεστώς ελεύθερου και πλήρους ανταγωνισμού. Μόνο που τέτοιο καθεστώς είναι καθαρά "υποδειγματικό" (δηλαδή, θεωρητικό) και δεν συναντάται στην πράξη, πλην εξαιρέσεων. Στην πράξη, το καθεστώς της αγοράς είναι ολιγοπωλιακό. Δείτε, για παράδειγμα, τα απορρυπαντικά σε ένα σούπερ-μάρκετ. Παρά την τεράστια ποικιλία τους, ανήκουν κατά 90% σε δυο παγκόσμιους κολοσσούς: την Unilever και την Procter & Gamble.
Σε καθεστώς ολιγοπωλίου, όμως, η παραγωγή δεν έχει σχέση με την επιθυμητή ποσότητα από πλευράς καταναλωτών αλλά με το οριακό κόστος παραγωγής των επιχειρήσεων. Ας δούμε το παράδειγμα μιας ολιγοπωλιακής επιχείρησης που παράγει εμφιαλωμένο νερό, διαθέτοντας μηχανήματα ικανότητας παραγωγής 1.000 φιαλών ημερησίως. Εννοείται ότι η τέλεια ποσότητα παραγωγής είναι αυτή που εκμεταλλεύεται πλήρως το μηχανολογικό κεφάλαιο της επιχείρησης, δηλαδή 1.000 μπουκάλια κάθε μέρα. Αν οι απαιτήσεις της αγοράς ανεβούν σε 1.100 μπουκάλια, η επιχείρηση πρέπει να πάρει δεύτερο μηχάνημα. Μόνο που τα παραπανίσια 100 μπουκάλια θα βγαίνουν από μηχάνημα δυνατότητας 1.000 μπουκαλιών, γεγονός που καθιστά την παραγωγή τους ακριβή. Έτσι, η επιχείρηση προτιμά να αυξήσει την τιμή της φιάλης, ώστε να ρίξει τις απαιτήσεις της αγοράς πάλι στα 1.000 μπουκάλια ημερησίως.
Ας προχωρήσουμε τον συλλογισμό μας. Νομίζετε ότι η Unilever και η Procter & Gamble τσακώνονται μεταξύ τους ποια θα πουλήσει φτηνότερα; Κάθε άλλο! Μέσα από διαδικασίες συνεννόησης (καρτέλ), διατηρούν τις τιμές στα επιθυμητά γι' αυτές ύψη, μη επιτρέποντας στον καταναλωτή να βρει κάπου τα προϊόντα της μίας φτηνότερα από της άλλης. Έτσι, ακόμα και το ατελές ολιγοπώλιο μετατρέπεται σε οιονεί μονοπώλιο. Σκεφτείτε γιατί το φρέσκο γάλα των δυο μεγαλύτερων εταιρειών της ελληνικής αγοράς (Δέλτα και Φάγε) πωλείται στην ίδια τιμή και θα καταλάβετε τι εννοώ.
Όσο, λοιπόν, τα μεγάλα ολιγοπώλια/μονοπώλια ελέγχουν τις τιμές, αδιαφορούν για τις ανάγκες των καταναλωτών και επιμένουν να παράγουν τα προϊόντα τα οποία τους προσφέρουν τα μεγαλύτερα κέρδη. Μοιραία, εφ' όσον η παραγωγή δεν συμβαδίζει με τις απαιτήσεις της κατανάλωσης, παρατηρείται συγκέντρωση αδιάθετης παραγωγής στις αποθήκες των επιχειρήσεων. Με άλλα λόγια, παρατηρείται συσσώρευση κεφαλαίου. Το πώς αυτή η συσσώρευση εξελίσσεται σε κρίση κεφαλαίου είναι εύκολο να το καταλάβουμε. Άλλωστε, έχουμε μιλήσει γι' αυτό το θέμα αρκετές φορές σε τούτο το ιστολόγιο.
Τα πράγματα αλλάζουν όταν αναφερόμαστε σε πλαίσιο μαρξιστικής οικονομίας. Εκεί, δηλαδή, όπου οι συντελεστές παραγωγής είναι κοινωνικοποιημένοι. Και τούτο επειδή σε τέτοιο πλαίσιο δεν υπάρχουν ολιγοπώλια/μονοπώλια και η παραγωγή ορίζεται αποκλειστικά από τις ανάγκες της κατανάλωσης και όχι από τις ανάγκες της μεγιστοποίησης του κέρδους. Με άλλα λόγια, μια κοινωνικοποιημένη οικονομία παράγει όσα χρειάζεται η κοινωνία και δεν αποθησαυρίζει.
Τέλος, ας δούμε αν υπάρχει -έστω, θεωρητική- περίπτωση όπου, σε μια τέτοια οικονομία, η κατανάλωση έχει ικανοποιηθεί πλήρως και δεν υπάρχει κοινωνική ανάγκη για περαιτέρω παραγωγή. Αν διευρύνουμε την έννοια "κοινωνική ανάγκη", τότε δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση. Μπορεί να μην υπάρχει ανάγκη για περισσότερο στάρι ή περισσότερα αυτοκίνητα, αλλά πάντοτε θα υπάρχει ανάγκη για περισσότερη μουσική, περισσότερα πάρκα, περισσότερα βιβλία, περισσότερο ελεύθερο χρόνο. Στο πλαίσιο, λοιπόν, που μια κοινωνικοποιημένη οικονομία εμφορείται από το "ουκ επ' άρτω μόνον ζήσεται άνθρωπος", πάντοτε θα υπάρχει χώρος για δουλειά πάνω σε τέτοιους τομείς, οι οποίοι αφήνουν παντελώς αδιάφορη μια καπιταλιστική οικονομία.
"...Αν υποθέσουμε ότι μηδενίζεται η παγκόσμια ανεργία, συνεπώς αυξάνει κατακόρυφα η παραγωγή (βιομηχανική, αγροτική κλπ), πού θα βρεθεί η αγορά και οι καταναλωτές που θα αναλώσουν τα αγαθά που παρήχθησαν; Μάλλον θα στοιβάζονται σε αποθήκες, εωσότου φθάσουμε στο σημείο να μη χρειάζονται πλέον νέες παραγωγές , αφού δεν θα υπάρχει η αντίστοιχη ζήτηση. Άρα; Άρα πάμε και πάλι σε απολύσεις και ανέργους;
Από την άλλη, αν υποθέσουμε ότι βρίσκουν δουλειά όλοι οι άνεργοι, χωρίς να υπάρξει αύξηση της παραγωγής, θα σημαίνει ότι μειώνονται οι ώρες εργασίας και οι αμοιβές των εργαζομένων. Ο καθένας (υπο)απασχολείται για κανα 4ωρο ημερησίως και όσα πάρει και σε ότι τον φτάσουν. Που οδηγεί αυτό το σενάριο; Σε απεργίες και διαμαρτυρίες για ικανοποιητικούς μισθούς. Και το κεφάλαιο τι κάνει; Ακολουθεί την πεπατημένη, δηλαδή λουκέτο. Συμπέρασμα;;;"
Παρ' όλα τα στρογγυλέματα του συλλογισμού του, ο φίλος του ιστολογίου έχει δίκιο. Όντως, η κατάσταση την οποία περιγράφει είναι αδιέξοδη. Με μια προϋπόθεση όμως: περιγράφει μια κατάσταση στο πλαίσιο της κεϋνσιανής οικονομίας. Για να γίνω πιο κατανοητός, ας μου επιτραπεί λίγη θεωρία.
Είναι γνωστός σε όλους ο νόμος "Προσφοράς & Ζήτησης", βάσει του οποίου ορίζονται οι παραγόμενες ποσότητες προϊόντων και η τιμή διάθεσής τους υπό καθεστώς ελεύθερου και πλήρους ανταγωνισμού. Μόνο που τέτοιο καθεστώς είναι καθαρά "υποδειγματικό" (δηλαδή, θεωρητικό) και δεν συναντάται στην πράξη, πλην εξαιρέσεων. Στην πράξη, το καθεστώς της αγοράς είναι ολιγοπωλιακό. Δείτε, για παράδειγμα, τα απορρυπαντικά σε ένα σούπερ-μάρκετ. Παρά την τεράστια ποικιλία τους, ανήκουν κατά 90% σε δυο παγκόσμιους κολοσσούς: την Unilever και την Procter & Gamble.
Σε καθεστώς ολιγοπωλίου, όμως, η παραγωγή δεν έχει σχέση με την επιθυμητή ποσότητα από πλευράς καταναλωτών αλλά με το οριακό κόστος παραγωγής των επιχειρήσεων. Ας δούμε το παράδειγμα μιας ολιγοπωλιακής επιχείρησης που παράγει εμφιαλωμένο νερό, διαθέτοντας μηχανήματα ικανότητας παραγωγής 1.000 φιαλών ημερησίως. Εννοείται ότι η τέλεια ποσότητα παραγωγής είναι αυτή που εκμεταλλεύεται πλήρως το μηχανολογικό κεφάλαιο της επιχείρησης, δηλαδή 1.000 μπουκάλια κάθε μέρα. Αν οι απαιτήσεις της αγοράς ανεβούν σε 1.100 μπουκάλια, η επιχείρηση πρέπει να πάρει δεύτερο μηχάνημα. Μόνο που τα παραπανίσια 100 μπουκάλια θα βγαίνουν από μηχάνημα δυνατότητας 1.000 μπουκαλιών, γεγονός που καθιστά την παραγωγή τους ακριβή. Έτσι, η επιχείρηση προτιμά να αυξήσει την τιμή της φιάλης, ώστε να ρίξει τις απαιτήσεις της αγοράς πάλι στα 1.000 μπουκάλια ημερησίως.
Ας προχωρήσουμε τον συλλογισμό μας. Νομίζετε ότι η Unilever και η Procter & Gamble τσακώνονται μεταξύ τους ποια θα πουλήσει φτηνότερα; Κάθε άλλο! Μέσα από διαδικασίες συνεννόησης (καρτέλ), διατηρούν τις τιμές στα επιθυμητά γι' αυτές ύψη, μη επιτρέποντας στον καταναλωτή να βρει κάπου τα προϊόντα της μίας φτηνότερα από της άλλης. Έτσι, ακόμα και το ατελές ολιγοπώλιο μετατρέπεται σε οιονεί μονοπώλιο. Σκεφτείτε γιατί το φρέσκο γάλα των δυο μεγαλύτερων εταιρειών της ελληνικής αγοράς (Δέλτα και Φάγε) πωλείται στην ίδια τιμή και θα καταλάβετε τι εννοώ.
Όσο, λοιπόν, τα μεγάλα ολιγοπώλια/μονοπώλια ελέγχουν τις τιμές, αδιαφορούν για τις ανάγκες των καταναλωτών και επιμένουν να παράγουν τα προϊόντα τα οποία τους προσφέρουν τα μεγαλύτερα κέρδη. Μοιραία, εφ' όσον η παραγωγή δεν συμβαδίζει με τις απαιτήσεις της κατανάλωσης, παρατηρείται συγκέντρωση αδιάθετης παραγωγής στις αποθήκες των επιχειρήσεων. Με άλλα λόγια, παρατηρείται συσσώρευση κεφαλαίου. Το πώς αυτή η συσσώρευση εξελίσσεται σε κρίση κεφαλαίου είναι εύκολο να το καταλάβουμε. Άλλωστε, έχουμε μιλήσει γι' αυτό το θέμα αρκετές φορές σε τούτο το ιστολόγιο.
Τα πράγματα αλλάζουν όταν αναφερόμαστε σε πλαίσιο μαρξιστικής οικονομίας. Εκεί, δηλαδή, όπου οι συντελεστές παραγωγής είναι κοινωνικοποιημένοι. Και τούτο επειδή σε τέτοιο πλαίσιο δεν υπάρχουν ολιγοπώλια/μονοπώλια και η παραγωγή ορίζεται αποκλειστικά από τις ανάγκες της κατανάλωσης και όχι από τις ανάγκες της μεγιστοποίησης του κέρδους. Με άλλα λόγια, μια κοινωνικοποιημένη οικονομία παράγει όσα χρειάζεται η κοινωνία και δεν αποθησαυρίζει.
Τέλος, ας δούμε αν υπάρχει -έστω, θεωρητική- περίπτωση όπου, σε μια τέτοια οικονομία, η κατανάλωση έχει ικανοποιηθεί πλήρως και δεν υπάρχει κοινωνική ανάγκη για περαιτέρω παραγωγή. Αν διευρύνουμε την έννοια "κοινωνική ανάγκη", τότε δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση. Μπορεί να μην υπάρχει ανάγκη για περισσότερο στάρι ή περισσότερα αυτοκίνητα, αλλά πάντοτε θα υπάρχει ανάγκη για περισσότερη μουσική, περισσότερα πάρκα, περισσότερα βιβλία, περισσότερο ελεύθερο χρόνο. Στο πλαίσιο, λοιπόν, που μια κοινωνικοποιημένη οικονομία εμφορείται από το "ουκ επ' άρτω μόνον ζήσεται άνθρωπος", πάντοτε θα υπάρχει χώρος για δουλειά πάνω σε τέτοιους τομείς, οι οποίοι αφήνουν παντελώς αδιάφορη μια καπιταλιστική οικονομία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου