"Δημοκράτισσα", λοιπόν, η Αννούλα! Παρέτεινε -λέει- ως τα τέλη Φεβρουαρίου την δημόσια διαβούλευση για τις αλλαγές που προωθούνται στην εκπαίδευση. Κι ανάθεμα αν έχει καταλάβει ο απλός κόσμος τι στο διάβολο αλλαγές είναι τούτες που παλεύει αμέτι-μουχαμέτι να σπρώξει η καλή μας υπουργός. "Αναβάθμιση της διοίκησης της εκπαίδευσης" το βάφτισε το πακετάκι της η Αννούλα. Κι εγώ τι να σκεφτώ βλέποντας τέτοιο ονοματάκι; Ότι με ενδιαφέρει; Ετούτο το πράμα φαίνεται να ενδιαφέρει μόνο τους διοικητικούς υπαλλήλους, τα στελέχη του υπουργείου, άντε και κάποιους εκπαιδευτικούς.
Και όμως! Ας ρίξουμε μαζί μια ματιά στο περιεχόμενο του πακέτου και θα διαπιστώσουμε ότι ενδιαφέρει όλους μας. Μέσα από ένα -φαινομενικά- τεχνικού χαρακτήρα κείμενο, τίθενται οι βάσεις για ένα εντελώς διαφορετικό εκπαιδευτικό σύστημα, ένα σύστημα-ζούγκλα, όπου η ίδια η ύπαρξη και η λειτουργία των σχολείων θα βρίσκονται σε διαρκή αβεβαιότητα, όπου το ίδιο το εκπαιδευτικό πρόγραμμα θα εξαρτάται από την... βιωσιμότητα και την ανταγωνιστικότητα του σχολείου. Είναι ένα κείμενο που περιγράφει την αρχή μιας εποχής, όπου οι γονείς θα πληρώνουν ξανά και ξανά, όχι πια μόνο για τα φροντιστήρια, για να κάνουν τα παιδιά τους ένα άθλημα ή για να μάθουν μουσική, αλλά θα πληρώνουν για τις ανάγκες του ίδιου του σχολείου. Θα πληρώνουν ακόμα και για να κάνουν τα παιδιά τους Μαθηματικά ή Ιστορία.
Ας ξεκινήσουμε από την δομή και την λειτουργία που θα έχει η σχολική μονάδα. Τα περί αυτονομίας του κάθε σχολείου, το οποίο θα έχει την ευθύνη "για τη συνδιαμόρφωση της εκπαιδευτικής πολιτικής, για τη διαχείριση πόρων και πιστώσεων, για την ενίσχυση των θεσμών κοινωνικής λογοδοσίας" είναι κάτι παραπάνω από σαφή. Το παραμύθι ενός σχολείου απελευθερωμένου από την κεντρική διοίκηση, το οποίο θα ορίζει την τύχη του, θα σχεδιάζει με βάση τις ανάγκες των παιδιών και τις τοπικές ιδιαιτερότητες δεν πείθει κανέναν. Το σχολείο θα είναι μια μικρή επιχείρηση, με έξοδα, έσοδα, απολογισμό κλπ και θα υποχρεώνεται να παίρνει μέτρα για να διατηρήσει την "πελατεία" του.
Το σχολείο-μαγαζί, που ονειρεύεται η Αννούλα, θα πρέπει να διατηρεί ισορροπία στα οικονομικά του και, όταν δεν τα καταφέρνει, θα παίρνει μέτρα. Για παράδειγμα, αν η διαχείριση των κονδυλίων δεν βγαίνει, θα έρχεται σε αδιέξοδο και θα διώχνει καθηγητές ή θα προσλαμβάνει ελαστικά εργαζόμενους. Οι διευθυντές, πλέον, θα είναι οι διαχειριστές της "επιχείρησης". Γενικότερα το σχολείο θα αναζητά πόρους για τις ανάγκες του και θα προσπαθεί να εκμεταλλεύεται την καλή θέληση των γονιών, οι οποίοι θα αναγκάζονται να στηρίξουν οικονομικά το σχολείο. Το μέτρο της οικονομικής ενίσχυσης είναι ήδη γεγονός σε πολλά σχολεία, όπου οι γονείς καλούνται να συνεισφέρουν στα λειτουργικά έξοδα (από το χαρτί υγείας μέχρι το χαρτί για το φωτοτυπικό). Σε αυτό το κλίμα, λοιπόν, κάθε επιχείρηση-χορηγός θα είναι καλοδεχούμενη. Και μπορεί ο κάθε χορηγός να ξεκινήσει χαρίζοντας μερικές μπάλλες βόλλεϋ και ικανοποιούμενος από μια ευχαριστήρια επιστολή, αλλά στην συνέχεια οι απαιτήσεις του θα μεγαλώσουν και σύντομα θα αρχίσει να ανακατεύεται στο πρόγραμμα σπουδών του κάθε σχολείου.
Εδώ είναι που μπαίνει στο παιχνίδι κι ο "Καλλικράτης", αφού όλα τα παραπάνω ανατίθενται στην Περιφέρεια, η οποία θα είναι ο βασικός εκπαιδευτικός σχεδιαστής. Η Περιφέρεια θα έχει την ευθύνη για τα σχολεία και θα εξειδικεύει την πολιτική της κυβέρνησης. Θα αποφασίζει π.χ. ότι το τάδε σχολείο χρειάζεται οικονομική ενίσχυση από χορηγούς, γιατί αυτό -τάχαμ' δήθεν- θα βοηθήσει την τοπική οικονομία. Θα εισάγει μαθήματα, με βάση...τοπικές ιδιαιτερότητες (π.χ. άμα έχεις χορηγό την "Νουνού", δεν θα βάλεις 3-4 μαθηματάκια σχετικά με την παραγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων; ειδικά αν στο ζητήσει "ευγενικά" ο χορηγός;). Θα έχει την κεντρική ευθύνη για την κατανομή του εκπαιδευτικού προσωπικού, τις εργασιακές του σχέσεις και τις ενδεχόμενες απολύσεις. Και, βέβαια, θα αποφασίζει ποια σχολεία πρέπει να κλείσουν, λόγω έλλειψης επαρκών πόρων.
Αυτό είναι το σχολείο-εξάμβλωμα που ονειρεύεται η Αννούλα. Γι' αυτό, το "κείμενο εργασίας" του υπουργείου παιδείας όχι μόνο δεν πρέπει να γίνει αντικείμενο οποιασδήποτε διαβούλευσης αλλά πρέπει να επιστραφεί ως απαράδεκτο από τους γονείς, τους εκπαιδευτικούς και τους μαθητές. Η νέα διοικητική δομή είναι ο καμβάς για το σχολείο της «αγοράς» και πάνω σε αυτή θα στηθούν "σχολεία των πλουσίων" και "σχολεία των φτωχών". Κι αν τα πρώτα θα μπορούν να προσφέρουν γνώση και παιδεία, τα δεύτερα δεν θα προσφέρουν τίποτε περισσότερο από χαμηλής ποιότητας εξειδίκευση σε αυριανούς -όχι εργάτες αλλά- ζητιάνους εργασίας.
ΥΓ: Θεωρώ περιττό να υπογραμμίσω ότι το να έχεις άλλα σχολεία για τους πλούσιους και άλλα για τους φτωχούς είναι ΚΑΙ αντισυνταγματικό, αφού πάντοτε οι κυβερνώντες συνηθίζουν να γράφουν το σύνταγμα εκεί που γράφουν και τον λαό: στα παπάρια τους.
Η γλώσσα κόκκαλα τσακίζει
- "Ο λόγος που μ' άφησες έξω από την υπόθεση", είπε ήσυχα, "ήταν ότι νόμισες πως η αστυνομία δεν θα πίστευε ότι σκέτη περιέργεια μ' έσπρωξε να κατέβω εκεί κάτω χτες το βράδυ. Θα υποψιάζονταν ίσως ότι είχα κάποιον ύποπτο λόγο και θα με σφυροκοπούσαν μέχρι να σπάσω".
- "Πώς ξέρεις αν δεν σκέφτηκα το ίδιο πράγμα;"
- "Οι αστυνομικοί είναι κι αυτοί άνθρωποι", είπε ξεκάρφωτα.
- "Έχω ακούσει ότι σαν τέτοιοι ξεκινάνε".
[Ραίημοντ Τσάντλερ, "Αντίο, γλυκειά μου", εκδόσεις Λυχνάρι, 1990 (σελ.: 54)]
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου