Το πρόβλημα της ανισομετρίας μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση (αλλά και στην Ευρωζώνη) αποτυπώνεται πεντακάθαρα στην εξής δήλωση του Χάινερ Φλάσμπεκ (επικεφαλής του τμήματος για τις στρατηγικές ανάπτυξης στην Διαρκή Σύνοδο του ΟΗΕ για το εμπόριο και την ανάπτυξη): "Παρ' όλο που στις Βρυξέλλες, μαζί με τους κανόνες για τον περιορισμό των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, συζητιούνται με υψηλή προτεραιότητα οι μακροοικονομικές ισορροπίες, δεν υπάρχει ως τώρα κανένα σχέδιο το οποίο να πείθει ότι μπορούν να εξαλειφθούν οι εξωτερικές ανισορροπίες που δημιουργήθηκαν στις αγορές κατά την τελευταία δεκαετία".
Οι συνέπειες της κρίσης στην ανισομετρία και στην διόγκωση του δημόσιου χρέους στα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης έχουν ανοίξει έντονη συζήτηση γύρω από τα σοβαρά διλήμματα τα οποία αφορούν το μέλλον της Ευρωζώνης. Στην συζήτηση αυτή πρωτοστατούν οι κυρίαρχες αστικές δυνάμεις της Ευρωζώνης, η Γερμανία και η Γαλλία. Εν όψει της πρόσφατης συνόδου κορυφής, πολλοί αναλυτές παρουσίασαν διάφορα σενάρια, ανάμεσα στα οποία ήσαν η αλλαγή των κανόνων λειτουργίας της Ευρωζώνης με τη διευκόλυνση των πιο χρεωμένων κρατών μέσω ευρωενωσιακού μηχανισμού, η αποπομπή των υπερχρεωμένων κρατών από τη σημερινή Ευρωζώνη και η αναμόρφωσή της με πιο ομοιογενείς οικονομίες, ακόμα και η διαμόρφωση δύο διαφορετικών ζωνών νομισμάτων. Τα σενάρια και οι προτάσεις αντανακλούν σ' ένα βαθμό διαφορετικά συμφέροντα τμημάτων της γερμανικής και της γαλλικής αστικής τάξης, καθώς και την παρέμβαση άλλων μεγάλων καπιταλιστικών κέντρων (κυρίως των ΗΠΑ, της Βρεττανίας, της Ρωσσίας, ακόμα και της Κίνας).
Η κυρίαρχη τάση της γερμανικής άρχουσας τάξης θέτει ως προτεραιότητα την θωράκιση του ευρώ (δηλαδή, την νομισματική σταθερότητα), θεωρεί επικίνδυνη την ανάληψη από το γερμανικό κράτος μεγάλου βάρους σχετικά με τη διαχείριση της υπερχρέωσης κρατών-μελών της Ευρωζώνης και υποστηρίζει τη μεγαλύτερη εμπλοκή των πιστωτών στη διαδικασία απαξίωσης κεφαλαίου. Ο αναλυτής Κ. Κάρστενσεν διατυπώνει συνοπτικά το συγκεκριμένο ζήτημα: "Μια πλήρης εγγύηση των κρατικών ομολόγων από την ΕΕ θα υπονομεύει την σταθερότητα της Ευρωζώνης και των χρηματοπιστωτικών αγορών και αυτό διότι καμιά χώρα, ούτε η Γαλλία ούτε η Γερμανία μαζί, δεν έχουν την οικονομική δύναμη να συμβάλουν σε κάθε απειλή χρεοκοπίας. Το τέλος της νομισματικής ένωσης σε μια ακόμα πιο σοβαρή κρίση θα έχει προγραμματιστεί εκ των προτέρων".
Όμως, υπάρχει και μια μεγάλη μερίδα τής γερμανικής αστικής τάξης η οποία έχει ιδιαίτερα συμφέροντα στα υπερχρεωμένα κράτη και, ως εκ τούτου, αντιτίθεται στις παραπάνω επιλογές. Εδώ ανήκουν όσες γερμανικές τράπεζες θα καταγράψουν απώλειες σε περίπτωση απαξίωσης (αναδιάρθρωσης) του δημόσιου χρέους, μονοπωλιακοί όμιλοι που εξάγουν κυρίως καταναλωτικά εμπορεύματα, όμιλοι με σημαντικές επενδύσεις σε αυτά τα κράτη της Ευρωζώνης κλπ. Αυτή η πλευρά, εκτός από τον κίνδυνο των απωλειών που αντιμετωπίζει, προβάλλει και το πραγματικό επιχείρημα ότι η Γερμανία πρέπει να μεγεθύνει την εμπλοκή της στα "σχέδια σωτηρίας" των υπερχρεωμένων κρατών, μιας και δανείζει αυτές τις χώρες με υψηλό επιτόκιο και, επομένως, θα έχει πρόσθετο όφελος.
Τα πράγματα, όμως, δεν είναι τόσο απλά. Πάντοτε η πραγματικότητα είναι πιο σύνθετη. Οι διαφορετικές προσεγγίσεις τμημάτων της γερμανικής άρχουσας τάξης αντανακλούν διαφορετικά συμφέροντα και διαφορετικές προτεραιότητες. Για παράδειγμα:
- Οι εξαγωγές της Γερμανίας στις υπερχρεωμένες χώρες της Ευρωζώνης αναλογούν μόνο στο 5% των γερμανικών εξαγωγών εμπορευμάτων. Η βαθειά κρίση σε αυτές τις χώρες δεν εμπόδισε τη σημαντική συνολική αύξηση των γερμανικών εξαγωγών το 2010. Αυτό σημαίνει ότι, για τη γερμανική βιομηχανία, αυτές οι χώρες έχουν σχετικά μικρή οικονομική σημασία.
- Οι πραγματικές δυνατότητες παρέμβασης της Γερμανίας είναι περιορισμένες σε σχέση με τη σημερινή έκταση του προβλήματος. Μη ξεχνάμε ότι μιλάμε για ένα πρόβλημα το οποίο απειλεί να πλήξει και την Ιταλία και το Βέλγιο αλλά ακόμη και την Γαλλία.
- Παρά τα όσα υποστηρίζουν δημοσίως, τα "μεγάλα κεφάλια" γνωρίζουν ότι η διόγκωση του χρέους θα συνεχιστεί,αφού δεν εξαλείφονται οι αιτίες του προβλήματος. Μάλιστα, σχετικές μελέτες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι, όταν το δημόσιο χρέος μιας χώρας υπερβεί το 80% του ΑΕΠ, καθίσταται εξαιρετικά δύσκολη η ουσιαστική μείωσή του διότι επενεργούν ανεξέλεγκτοι παράγοντες όπως αυξήσεις των επιτοκίων δανεισμού, διόγκωση των ασφαλίστρων κινδύνο (CDS) κλπ.
- Το περιβόητο "συμβούλιο σοφών της γερμανικής οικονομίας" προτείνει αυτήν την περίοδο αύξηση των επενδύσεων στο εσωτερικό της Γερμανίας για να δοθεί μεγαλύτερη ώθηση στην ανάπτυξη.
- Εκτιμάται ότι η έκθεση των γερμανικών τραπεζών σε περιπτώσεις όπως της Ελλάδας είναι μικρότερη από αυτή των γαλλικών ομίλων που αποτελούν ένα σημαντικό ανταγωνιστή τους. Συνεπώς, οι γαλλικές τράπεζες τηρούν σκληρότερη στάση από τις γερμανικές απέναντι σε οποιαδήποτε αναδιάρθρωση χρεών.
- Η χάραξη οποιασδήποτε οικονομικής πολιτικής από την Γερμανία απέναντι στα υπερχρεωμένα κράτη πρέπει να λάμβάνει υπ' όψη τα συμφέροντα άλλων ισχυρών κρατών που συμβαδίζουν σε αυτή τη φάση με τις στρατηγικές επιλογές της.
- Η διατήρηση της Ευρωζώνης στη σημερινή της μορφή έχει μεγαλύτερη στρατηγική σημασία για ορισμένα ισχυρά κράτη απ' ότι έχει για την Γερμανία. Για παράδειγμα, η Ολλανδία έχει εμπορικό πλεόνασμα 10,6% του ΑΕΠ με την Ευρωζώνη, ενώ με τον υπόλοιπο κόσμο εμπορικό έλλειμμα 6,7% του ΑΕΠ. Αντίθετα, η Γερμανία παρουσιάζει μικρότερο εμπορικό πλεόνασμα με την Ευρωζώνη 2,1% του ΑΕΠ, αλλά διατηρεί εμπορικό πλεόνασμα 1,4% του ΑΕΠ και με τον υπόλοιπο κόσμο. Αυτό σημαίνει ότι οι Ολλανδοί "καίγονται" για την διατήρηση της Ευρωζώνης αλλά οι Γερμανοί μπορούν να σφυρίζουν αδιάφορα.
(συνεχίζεται)
Οι συνέπειες της κρίσης στην ανισομετρία και στην διόγκωση του δημόσιου χρέους στα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης έχουν ανοίξει έντονη συζήτηση γύρω από τα σοβαρά διλήμματα τα οποία αφορούν το μέλλον της Ευρωζώνης. Στην συζήτηση αυτή πρωτοστατούν οι κυρίαρχες αστικές δυνάμεις της Ευρωζώνης, η Γερμανία και η Γαλλία. Εν όψει της πρόσφατης συνόδου κορυφής, πολλοί αναλυτές παρουσίασαν διάφορα σενάρια, ανάμεσα στα οποία ήσαν η αλλαγή των κανόνων λειτουργίας της Ευρωζώνης με τη διευκόλυνση των πιο χρεωμένων κρατών μέσω ευρωενωσιακού μηχανισμού, η αποπομπή των υπερχρεωμένων κρατών από τη σημερινή Ευρωζώνη και η αναμόρφωσή της με πιο ομοιογενείς οικονομίες, ακόμα και η διαμόρφωση δύο διαφορετικών ζωνών νομισμάτων. Τα σενάρια και οι προτάσεις αντανακλούν σ' ένα βαθμό διαφορετικά συμφέροντα τμημάτων της γερμανικής και της γαλλικής αστικής τάξης, καθώς και την παρέμβαση άλλων μεγάλων καπιταλιστικών κέντρων (κυρίως των ΗΠΑ, της Βρεττανίας, της Ρωσσίας, ακόμα και της Κίνας).
Η κυρίαρχη τάση της γερμανικής άρχουσας τάξης θέτει ως προτεραιότητα την θωράκιση του ευρώ (δηλαδή, την νομισματική σταθερότητα), θεωρεί επικίνδυνη την ανάληψη από το γερμανικό κράτος μεγάλου βάρους σχετικά με τη διαχείριση της υπερχρέωσης κρατών-μελών της Ευρωζώνης και υποστηρίζει τη μεγαλύτερη εμπλοκή των πιστωτών στη διαδικασία απαξίωσης κεφαλαίου. Ο αναλυτής Κ. Κάρστενσεν διατυπώνει συνοπτικά το συγκεκριμένο ζήτημα: "Μια πλήρης εγγύηση των κρατικών ομολόγων από την ΕΕ θα υπονομεύει την σταθερότητα της Ευρωζώνης και των χρηματοπιστωτικών αγορών και αυτό διότι καμιά χώρα, ούτε η Γαλλία ούτε η Γερμανία μαζί, δεν έχουν την οικονομική δύναμη να συμβάλουν σε κάθε απειλή χρεοκοπίας. Το τέλος της νομισματικής ένωσης σε μια ακόμα πιο σοβαρή κρίση θα έχει προγραμματιστεί εκ των προτέρων".
Όμως, υπάρχει και μια μεγάλη μερίδα τής γερμανικής αστικής τάξης η οποία έχει ιδιαίτερα συμφέροντα στα υπερχρεωμένα κράτη και, ως εκ τούτου, αντιτίθεται στις παραπάνω επιλογές. Εδώ ανήκουν όσες γερμανικές τράπεζες θα καταγράψουν απώλειες σε περίπτωση απαξίωσης (αναδιάρθρωσης) του δημόσιου χρέους, μονοπωλιακοί όμιλοι που εξάγουν κυρίως καταναλωτικά εμπορεύματα, όμιλοι με σημαντικές επενδύσεις σε αυτά τα κράτη της Ευρωζώνης κλπ. Αυτή η πλευρά, εκτός από τον κίνδυνο των απωλειών που αντιμετωπίζει, προβάλλει και το πραγματικό επιχείρημα ότι η Γερμανία πρέπει να μεγεθύνει την εμπλοκή της στα "σχέδια σωτηρίας" των υπερχρεωμένων κρατών, μιας και δανείζει αυτές τις χώρες με υψηλό επιτόκιο και, επομένως, θα έχει πρόσθετο όφελος.
Τα πράγματα, όμως, δεν είναι τόσο απλά. Πάντοτε η πραγματικότητα είναι πιο σύνθετη. Οι διαφορετικές προσεγγίσεις τμημάτων της γερμανικής άρχουσας τάξης αντανακλούν διαφορετικά συμφέροντα και διαφορετικές προτεραιότητες. Για παράδειγμα:
- Οι εξαγωγές της Γερμανίας στις υπερχρεωμένες χώρες της Ευρωζώνης αναλογούν μόνο στο 5% των γερμανικών εξαγωγών εμπορευμάτων. Η βαθειά κρίση σε αυτές τις χώρες δεν εμπόδισε τη σημαντική συνολική αύξηση των γερμανικών εξαγωγών το 2010. Αυτό σημαίνει ότι, για τη γερμανική βιομηχανία, αυτές οι χώρες έχουν σχετικά μικρή οικονομική σημασία.
- Οι πραγματικές δυνατότητες παρέμβασης της Γερμανίας είναι περιορισμένες σε σχέση με τη σημερινή έκταση του προβλήματος. Μη ξεχνάμε ότι μιλάμε για ένα πρόβλημα το οποίο απειλεί να πλήξει και την Ιταλία και το Βέλγιο αλλά ακόμη και την Γαλλία.
- Παρά τα όσα υποστηρίζουν δημοσίως, τα "μεγάλα κεφάλια" γνωρίζουν ότι η διόγκωση του χρέους θα συνεχιστεί,αφού δεν εξαλείφονται οι αιτίες του προβλήματος. Μάλιστα, σχετικές μελέτες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι, όταν το δημόσιο χρέος μιας χώρας υπερβεί το 80% του ΑΕΠ, καθίσταται εξαιρετικά δύσκολη η ουσιαστική μείωσή του διότι επενεργούν ανεξέλεγκτοι παράγοντες όπως αυξήσεις των επιτοκίων δανεισμού, διόγκωση των ασφαλίστρων κινδύνο (CDS) κλπ.
- Το περιβόητο "συμβούλιο σοφών της γερμανικής οικονομίας" προτείνει αυτήν την περίοδο αύξηση των επενδύσεων στο εσωτερικό της Γερμανίας για να δοθεί μεγαλύτερη ώθηση στην ανάπτυξη.
- Εκτιμάται ότι η έκθεση των γερμανικών τραπεζών σε περιπτώσεις όπως της Ελλάδας είναι μικρότερη από αυτή των γαλλικών ομίλων που αποτελούν ένα σημαντικό ανταγωνιστή τους. Συνεπώς, οι γαλλικές τράπεζες τηρούν σκληρότερη στάση από τις γερμανικές απέναντι σε οποιαδήποτε αναδιάρθρωση χρεών.
- Η χάραξη οποιασδήποτε οικονομικής πολιτικής από την Γερμανία απέναντι στα υπερχρεωμένα κράτη πρέπει να λάμβάνει υπ' όψη τα συμφέροντα άλλων ισχυρών κρατών που συμβαδίζουν σε αυτή τη φάση με τις στρατηγικές επιλογές της.
- Η διατήρηση της Ευρωζώνης στη σημερινή της μορφή έχει μεγαλύτερη στρατηγική σημασία για ορισμένα ισχυρά κράτη απ' ότι έχει για την Γερμανία. Για παράδειγμα, η Ολλανδία έχει εμπορικό πλεόνασμα 10,6% του ΑΕΠ με την Ευρωζώνη, ενώ με τον υπόλοιπο κόσμο εμπορικό έλλειμμα 6,7% του ΑΕΠ. Αντίθετα, η Γερμανία παρουσιάζει μικρότερο εμπορικό πλεόνασμα με την Ευρωζώνη 2,1% του ΑΕΠ, αλλά διατηρεί εμπορικό πλεόνασμα 1,4% του ΑΕΠ και με τον υπόλοιπο κόσμο. Αυτό σημαίνει ότι οι Ολλανδοί "καίγονται" για την διατήρηση της Ευρωζώνης αλλά οι Γερμανοί μπορούν να σφυρίζουν αδιάφορα.
(συνεχίζεται)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου