Στο χτεσινό μας σημείωμα κάναμε λόγο για τα δεδομένα τα οποία οριοθετούν την θέση της Ελλάδας στο ενεργειακό παιχνίδι που φουντώνει στην ανατολική Μεσόγειο. Είπαμε, επίσης, ότι αρκετά από αυτά τα έχουμε θίξει στο παρελθόν. Σήμερα θα προσπαθήσουμε να ρίξουμε μια ενδελεχέστερη ματιά σε μερικά ακόμη.
Κατ' αρχάς, εδώ και περίπου έναν χρόνο, η ελληνική κυβέρνηση έχει αποδυθεί σε μια προσπάθεια οικοδόμησης στρατηγικής συμμαχίας με το Ισραήλ. Άλλωστε, όσοι διαθέτουν ελάχιστη μνήμη, σίγουρα θα θυμούνται την επίσημη επίσκεψη Νετανιάχου στην Αθήνα, τον περασμένο Αύγουστο. Αξίζει να θυμηθούμε ότι η πρόσκληση στον ισραηλινό πρωθυπουργό στάλθηκε από την Αθήνα λίγες μόλις ημέρες μετά την επίθεση των ισραηλινών στα πλοία που μετέφεραν ανθρωπιστική βοήθεια στην Γάζα.
Στα πλαίσια αυτής της οικοδομούμενης συμφωνίας, λοιπόν, η χώρα μας θα αποτελέσει την πύλη εισόδου του ισραηλινού φυσικού αερίου προς τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μέσω υποθαλάσσιου αγωγού ο οποίος θα περνάει από την περιοχή της Κύπρου. Ακριβώς αυτή η θέση θα φέρει -εκ των πραγμάτων- την Ελλάδα απέναντι στις αραβικές χώρες (οι οποίες βρίσκονται σε πόλεμο ή σε διαμάχη με το Ισραήλ) αλλά και απέναντι στην Τουρκία, οι σχέσεις της οποίας με το Ισραήλ είναι τεταμένες και ανταγωνιστικές.
Ο προβληματισμός μας από αυτή την συμφωνία πρέπει να γίνει εντονώτερος στην σκέψη μιας ενδεχόμενης πολεμικής σύρραξης του Ισραήλ με τον Λίβανο. Είναι γνωστό (το έχουμε αναφέρει και σε τούτο το ιστολόγιο) ότι Λίβανος και Ισραήλ ερίζουν ζωηρά για την εκμετάλλεσυη του κοιτάσματος Λεβιάθαν. Εξ άλλου, το Ιράν είναι ένας ακόμα παράγοντας ικανός να πυροδοτήσει εξελίξεις που θα επηρεάσουν άμεσα και τη χώρα μας, δεδομένων τόσο των στενών σχέσεών του με Συρία και Τουρκία όσο και των αντιπαραθέσεών του με το Ισραήλ.
Ένα άλλο σημαντικό δεδομένο είναι το ότι η Ελλάδα δεν έχει συνάψει συμφωνία για την οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Κύπρο, καθώς υπάρχουν οι τουρκικές αντιρρήσεις για το Καστελλόριζο. Μόνο με την Αλβανία είχαμε μονογραφήσει μια συμφωνία οριοθέτησης ΑΟΖ αλλά -μετά από παρασκηνιακές τουρκικές πιέσεις- η αλβανική πλευρά ανακάλεσε, καθώς γινόταν εφαρμογή των όσων προβλέπει η σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας, το οποίο αναγνωρίζει δικαιώματα ΑΟΖ και στα νησιά. Αυτή η απεμπόληση κυριαρχικών δικαιωμάτων από τις ελληνικές κυβερνήσεις περιπλέκει τους ανταγωνισμούς αντί να τους κατευνάζει. Παράλληλα, η ΑΟΖ του Καστελλόριζου γειτνιάζει με αυτή του βόρειου τμήματος της Κύπρου και τίθεται έτσι υπό διπλή αμφισβήτηση από την Τουρκία (από τη μια δεν αναγνωρίζει ΑΟΖ στο Καστελόριζο κι από την άλλη διεκδικεί την ΑΟΖ του ψευδοκράτους), οδηγώντας στη συνεκμετάλλευση των όποιων κοιτασμάτων.
Ταυτόχρονα, στην σύγκρουση των ανταγωνισμών για τις ΑΟΖ μπαίνει και το Κυπριακό, όπως δείχνουν και οι αντιδράσεις της Τουρκίας στη συμφωνία Κύπρου-Ισραήλ. Τέλος, για τις πολυεθνικές που ακονίζουν τα νύχια τους, δεν είναι καθόλου αδιάφορες οι εκτιμήσεις εμπειρογνωμόνων ότι η μείζων περιοχή μεταξύ Κρήτης-Κύπρου-Αιγύπτου μπορεί να περιέχει επιπλέον απολήψιμα αποθέματα, μέχρι και 15 τρισ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου, τα οποία αντιστοιχούν σε ευρωπαϊκές ανάγκες 30 χρόνων!
Μέσα σ' ένα τέτοιο περιβάλλον, η ελληνική κυβέρνηση προχώρησε στις 21 Δεκεμβρίου 2010 στη δημοσιοποίηση του νομοσχεδίου για την ίδρυση φορέα έρευνας υδρογονανθράκων. Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, τα πιθανολογούμενα κοιτάσματα "θα μπορούσαν να καλύπτουν το 1/3 των ενεργειακών αναγκών της χώρας τα επόμενα 30 χρόνια". Με δεδομένη ετήσια κατανάλωση 120 εκατομμύρια βαρέλια, η απόδοση υπολογίζεται στα 40 εκατομμύρια βαρέλια ετησίως και η συνολική παραγωγή για την 30ετία στα 1,2 δισ. βαρέλια. Στο νομοσχέδιο δεν υπάρχει τίποτα πιο συγκεκριμένο που να αφορά σε περιοχές ερευνών ή σε περιοχές παραχωρήσεων προς εκμετάλλευση.
Ενδεικτικό για την φιλοσοφία της ελληνικής πλευράς είναι το γεγονός ότι ο υπό ίδρυση φορέας δεν θα κάνει δικές του έρευνες αλλά θα παραχωρεί δικαιώματα έρευνας και εκμετάλλευσης σε κοινοπραξίες επιχειρήσεων. Η πρόβλεψη αυτή συνιστά έμμεση αλλά σαφή ομολογία ότι στόχος του φορέα είναι να ανοίξει το δρόμο της έρευνας και της εκμετάλλευσης του δημόσιου φυσικού πλούτου στους ιδιώτες. Ταυτόχρονα, υποδαυλίζει τα σενάρια της ελληνοτουρκικής συνεκμετάλλευσης αφού, για να δώσει δικαιώματα έρευνας και εκμετάλλευσης, η κυβέρνηση πρέπει πρώτα να ορίσει ΑΟΖ. Κάτι τέτοιο, ωστόσο, φαντάζει απίθανο με βάση την μέχρι τώρα πορεία των ελληνοτουρκικών διαπραγματεύσεων και, όπως όλα δείχνουν, η συνεκμετάλλευση του Αιγαίου με τη συμμετοχή και άλλων πολυεθνικών κεφαλαίων αποτελεί στρατηγική επιλογή για την ελληνική και την τούρκικη αστική τάξη.
Με βάση τα δεδομένα που αναλύσαμε πιο πάνω, ως έλληνες πολίτες έχουμε κάθε δικαίωμα να είμαστε και απαισιόδοξοι και ανήσυχοι. Η κυβέρνηση ακολουθεί μια επικίνδυνη πολιτική, η οποία απειλεί να πλήξει καίρια τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας. Το τεράστιο ελάττωμα αυτής της πολιτικής είναι ότι υποθάλπει συνεκμετάλλευση των ενεργειακών κοιτασμάτων σε περιοχές του Αιγαίου και της ανατολικής Μεσογείου, οι οποίες ανήκουν αποκλειστικά στην Ελλάδα, με βάση τους ισχύοντες κανόνες του Διεθνούς Δικαίου και της σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982.
Δεν τελειώσαμε, όμως. Πρέπει να δούμε αναλυτικότερα και λεπτομερέστερα όλα τα παραπάνω, ώστε να καταλήξουμε σε συγκεκριμένα συμπεράσματα κι όχι σε αφορισμούς. Αύριο η συνέχεια.
Η γλώσσα κόκκαλα τσακίζει
- "Ο λόγος που μ' άφησες έξω από την υπόθεση", είπε ήσυχα, "ήταν ότι νόμισες πως η αστυνομία δεν θα πίστευε ότι σκέτη περιέργεια μ' έσπρωξε να κατέβω εκεί κάτω χτες το βράδυ. Θα υποψιάζονταν ίσως ότι είχα κάποιον ύποπτο λόγο και θα με σφυροκοπούσαν μέχρι να σπάσω".
- "Πώς ξέρεις αν δεν σκέφτηκα το ίδιο πράγμα;"
- "Οι αστυνομικοί είναι κι αυτοί άνθρωποι", είπε ξεκάρφωτα.
- "Έχω ακούσει ότι σαν τέτοιοι ξεκινάνε".
[Ραίημοντ Τσάντλερ, "Αντίο, γλυκειά μου", εκδόσεις Λυχνάρι, 1990 (σελ.: 54)]
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου