Γιατί, λοιπόν, χρειάστηκε να περάσουν 40 ολόκληρα χρόνια ώστε, όσες χώρες υπέστησαν καταστροφές κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, να αρχίσουν να ζητούν πολεμικές αποζημιώσεις με έντονο τρόπο; Η απάντηση είναι απλή: είχαν βάλει το χεράκι τους εκείνοι που είχαν μεριμνήσει για λόγου τους νωρίτερα, δηλαδή αμερικανοί κι εγγλέζοι. Ιδού πώς:
Το 1953 συνήλθε στο Λονδίνο, υπό την κοινή φροντίδα ΗΠΑ-Αγγλίας, η "συνδιάσκεψη για το εξωτερικό χρέος της Γερμανίας (Agreement on German External Debts)". Το συμμαχικό διευθυντήριο, όμως, δεν νοιαζόταν ιδιαίτερα για τα θαλασσοδάνεια που είχε αρνηθεί να εξυπηρετήσει ο Χίτλερ (και τα οποία, εν πολλοίς, είχαν το δικό τους μερτικό στο κραχ του 1929). Κυρίως, ενδιαφερόταν να κρατήσει την Δυτική Γερμανία μακρυά από κάθε μορφής κομμουνιστική επιρροή, μιας κι η Δύση δεν μπορούσε με τίποτε να ξεχάσει ότι πρώτα στη βιομηχανική Γερμανία του ύστερου 19ου αιώνα είχε ανθίσει το λουλούδι που είχαν φυτέψει ο Μαρξ με τον Ένγκελς. Υπ' αυτό το πρίσμα, γίνεται κατανοητό το πόρισμα εκείνης της συνδιάσκεψης: "η εξέταση όλων των απαιτήσεων οι οποίες πηγάζουν από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο αναβάλλεται μέχρι τον οριστικό διακανονισμό του ζητήματος των επανορθώσεων".
Η εξόφθαλμη ασάφεια καταντάει γελοία και αισχρή: ακόμη και η απλή εξέταση αναβάλλεται μέχρι να κανονιστούν οι επανορθώσεις. Μόνο που δεν ορίστηκε ποτέ ούτε ποιος θα κανονίσει αυτές τις επανορθώσεις ούτε πότε θα το κάνει. Είναι σαφές, λοιπόν, ότι οι αγγλοαμερικανοί παρέπεμψαν το ζήτημα στις ελληνικές καλένδες. Φυσικά, η Βόννη άλλο που δεν ήθελε τέτοια κατάληξη κι έτσι κατάφερε για 40 ολόκληρα χρόνια να μη πληρώσει σχεδόν δεκάρα! Κι όταν το πράγμα πήγαινε να ζορίσει, η "τρόικα" (ΗΠΑ-Αγγλία-Ομοσπονδιακή Γερμανία) αμυνόταν με το επιχείρημα ότι αν καταβάλλονταν αποζημιώσεις, θα έπρεπε να πληρώσει και η Ανατολική Γερμανία εφ' όσον κι εκείνη αποτελούσε τότε τμήμα του Ράιχ.
Η σούπα έκοψε στις 9 Νοεμβρίου 1989 με την επανένωση των δυο Γερμανιών. Από τη μια, κατέρρευσε το επιχείρημα που αναφέραμε. Από την άλλη, δημιουργήθηκε η προϋπόθεση που θα μπορούσε να ενεργοποιήσει το ασαφές πόρισμα της συνδιάσκεψης του 1953. Έτσι, άρχισαν πάλι να διατυπώνονται από πολλές χώρες, όλο και πιο έντονα, απαιτήσεις για πολεμικές αποζημιώσεις.
Αξίζει σ' αυτό το σημείο να ανοίξουμε μια παρένθεση. Φαίνεται πως η 9η Νοεμβρίου αποτελεί σημαδιακή ημερομηνία στη σύγχρονη ιστορία της Γερμανίας. Για το 1989 τα είπαμε. Και το 1918, όμως, 9 Νοεμβρίου ήταν όταν οι σοσιαλιστές εδραίωναν την πολιτική τους επανάσταση με την βραχύβια "Δημοκρατία της Βαϊμάρης". Αυτή η σοσιαλιστικής εμπνεύσεως πολιτειακή μεταβολή ήταν που δεν μπορούσε να χωνέψει ο Αδόλφος Χίτλερ και δεν έβλεπε την ώρα να την ανατρέψει. Έτσι, πέντε χρόνια αργότερα, στις 9 Νοεμβρίου 1923, οργάνωσε το "Πραξικόπημα της Μπυραρίας" στο Μόναχο, αλλά απέτυχε και οδηγήθηκε στην φυλακή.
Πάλι 9 Νοεμβρίου ήταν όταν το 1938 ξέσπασε το άνευ προηγουμένου πογκρόμ κατά των εβραίων, το οποίο έκανε όλη την υφήλιο να ανατριχιάσει από τις πρωτοφανείς βιαιότητες και το οποίο πέρασε στην ιστορία ως "Νύχτα των Κρυστάλλων". Ακριβώς έναν χρόνο αργότερα, στις 9 Νοεμβρίου 1939, ο αντιφασίστας Γκέοργκ Έλσερ (Johann Georg Elser) επιχειρεί να σκοτώσει τον Χίτλερ αλλά αποτυγχάνει, συλλαμβάνεται και οδηγείται στο Νταχάου, όπου εκτελείται στις 9 Απριλίου 1945 (29 ημέρες πριν λήξει ο πόλεμος).
Όλα αυτά, λοιπόν, συνέτειναν στο να προταθεί, κατά το 1990, η 9η Νοεμβρίου ως εθνική εορτή της ενωμένης Γερμανίας. Η πρόταση ναυάγησε, για ευνόητους λόγους. Κλείνουμε την παρένθεση.
Ο διαχωρισμός του 1949 απεδείχθη η αφετηρία του σύγχρονου "γερμανικού θαύματος". Οι σύμμαχοι αποφάσισαν να ενισχύσουν την Ομοσπονδιακή Γερμανία, ώστε να κόψουν την όρεξη των γερμανών για πειράματα ανατολικού τύπου. Μόνο που το παράκαναν και, μάλιστα, έφτασαν στο σημείο να αναρωτούνται μήπως κάπου έκαναν λάθος. Από την πλευρά τους, οι γερμανοί ένοιωθαν να τους βαραίνουν τα αμαρτήματα του παρελθόντος. Πολλές φορές έχει διατυπωθεί η εκτίμηση ότι οι νέες γενιές γερμανών φέρουν κάποιο αίσθημα ιστορικής συλλογικής ενοχής για τα ναζιστικά εγκλήματα. Ως εκ τούτου, η Δύση έπρεπε να βοηθήσει στην άμβλυνση (ή και στην εξαφάνιση) αυτού του αισθήματος. Ο καλύτερος τρόπος που βρέθηκε ήταν να συμψηφιστούν -κατά το δυνατόν- οι δυο ρόλοι της Γερμανίας: εκείνος του θύτη του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου με εκείνον του θύματος των συνθηκών που ακολούθησαν τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Με άλλα λόγια, η Δύση έφτασε στο σημείο να θεωρεί τον Χίτλερ ως -περίπου- "αναγκαίο κακό" και ως "φυσιολογικό επακόλουθο" της απαράδεκτης συμπεριφοράς της προς την ηττημένη Γερμανία του 1918, εφ' όσον η στάση της αυτή εξυπηρετούσε την ενίσχυση της Δυτικής Γερμανίας ως προμαχώνα απέναντι σε ενδεχόμενη κομμουνιστική επέκταση δυτικά.
Αναπόφευκτος συνειρμός: την εποχή που ο Τίτο δημιουργούσε στον γιουγκοσλαβικό νότο την δική του "Μακεδονία", οι ελληνικές αντιδράσεις πνίγηκαν εν τη γενέσει τους από την Δύση, με το επιχείρημα "μη δημιουργείτε προβλήματα στον Τίτο τώρα που τα έχει βάλει με τον Στάλιν"...
Αύριο η συνέχεια.
Η γλώσσα κόκκαλα τσακίζει
- "Ο λόγος που μ' άφησες έξω από την υπόθεση", είπε ήσυχα, "ήταν ότι νόμισες πως η αστυνομία δεν θα πίστευε ότι σκέτη περιέργεια μ' έσπρωξε να κατέβω εκεί κάτω χτες το βράδυ. Θα υποψιάζονταν ίσως ότι είχα κάποιον ύποπτο λόγο και θα με σφυροκοπούσαν μέχρι να σπάσω".
- "Πώς ξέρεις αν δεν σκέφτηκα το ίδιο πράγμα;"
- "Οι αστυνομικοί είναι κι αυτοί άνθρωποι", είπε ξεκάρφωτα.
- "Έχω ακούσει ότι σαν τέτοιοι ξεκινάνε".
[Ραίημοντ Τσάντλερ, "Αντίο, γλυκειά μου", εκδόσεις Λυχνάρι, 1990 (σελ.: 54)]
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου