Με αφορμή την στάση της Γερμανίας στο πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας, έχουμε πει ήδη αρκετά σε μια σειρά σημειωμάτων του προηγουμένου μηνός με γενικό τίτλο "Η.Π.Α. - Κίνα: μια κρίση που μας αφορά". Με την ίδια αφορμή, πολλοί θυμήθηκαν το ζήτημα των αποζημιώσεων που μας χρωστούν οι γερμανοί από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Θεωρώ ότι αυτό το ζήτημα των αποζημιώσεων είναι εξαιρετικά δαιδαλώδες και αξίζει να το εξετάσουμε. Μόνο που θα προσπαθήσουμε αυτή η εξέταση να μπει σε βάθος και να μη μείνει στην επιφάνεια των τηλεοπτικών παραθύρων ή στην επιδερμίδα των ημιμαθών ελληναράδων.
Απαραίτητη εισαγωγική παρένθεση. Άλλο πράγμα οι πολεμικές αποζημιώσεις που έχουν σχέση με τις καταστροφές τις οποίες προκάλεσε ο στρατός του Γ' Ράιχ στον τόπο (π.χ. Καλάβρυτα, Δίστομο, Καισαριανή κ.λ.π.) και άλλο οι διεκδικήσεις που έχουν σχέση με το κατοχικό δάνειο που πήρε (με τον τσαμπουκά της, βέβαια) η Γερμανία από την Ελλάδα. Λεπτομέρειες θα δούμε στη συνέχεια. Κλείνει η παρένθεση.
Πριν προχωρήσουμε, ας κάνουμε μια προσπάθεια να καταλάβουμε την συμπεριφορά των γερμανών, κατανοώντας την συμπεριφορά την δική μας. Πριν καλά-καλά βγει το 1941, ξεκίνησε η ανταρτική δράση στα ελληνικά βουνά. Φυσικά, οι Γερμανοί αξιωματούχοι ενημέρωναν τακτικά το Βερολίνο για την δράση αυτή. Ήταν η πρώτη φορά που εκδηλωνόταν ανταρτική αντίσταση στην κατεχόμενη από την Βέρμαχτ Ευρώπη και ο Χίτλερ συγχίστηκε τόσο πολύ (πόσο μάλλον που η αντίσταση αυτή ξεκίνησε από έναν λαό που ο ίδιος θαύμαζε) ώστε έδωσε ρητή εντολή στα επίσημα έγγραφα να χρησιμοποιείται η λέξη "συμμορίτης" και όχι η λέξη "αντάρτης".
Την άποψη του Χίτλερ υιοθέτησε ευχαρίστως -πλην της γερμανικής διοικήσεως- τόσο η μειοψηφία των γερμανόφιλων ελλήνων όσο και ο εσμός όσων έτρεμαν την κυριαρχία της αριστεράς στα μεταπολεμικά πολιτικά πράγματα της χώρας. Χρειάστηκε να φτάσουμε στα τέλη του αιώνα, σχεδόν 50 χρόνια μετά την λήξη του πολέμου, για να αρχίσει δειλά-δειλά να αντικαθίσταται ο όρος "συμμοριτοπόλεμος" με τον όρο "εμφύλιος". Και μόνο τα τελευταία χρόνια παραδέχτηκαν όλες οι αξιόλογες πολιτικές δυνάμεις της χώρας ότι η σύγκρουση του 1945-1949 ήταν όντως εμφύλια και δεν θα έπρεπε να αποδίδεται μονομερής ευθύνη για το ξέσπασμα του εμφυλίου στην αριστερά. Παρ' όλα αυτά, υπάρχουν πολλοί, ακόμη και σήμερα, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι εκείνη η σύγκρουση συνιστούσε ηρωική άμυνα των γνησίων ελλήνων κατά της επιβουλής ντόπιων προδοτών του έθνους.
Είναι σημαντικό ότι, ακόμα και σήμερα, όλες οι πόλεις της χώρας είναι γεμάτες με δρόμους των οποίων οι ονομασίες παραπέμπουν στον εμφύλιο (Γράμμου, Βιτσίου κλπ) ενώ ψάχνει κανείς με το κυάλι για να βρει ονομασίες δρόμων που να παραπέμπουν στην αντίσταση (Γοργοποτάμου, Διστόμου, Ασωπού κλπ). Οι ιζηματώδεις προκαταλήψεις είναι ακόμη ζωντανές. Αξίζει να θυμηθούμε εδώ (με αρκετή δόση χιούμορ) ότι χρειάστηκε να φτάσουμε στο 1996 ώστε οι δήμαρχοι Αθηναίων και Σπαρτιατών να υπογράψουν ένα πρωτόκολλο κατάπαυσης του...Πελοποννησιακού Πολέμου! Αν χρειάστηκαν 24 αιώνες για να τελειώσει επισήμως εκείνος ο πόλεμος (431-404 π.Χ.), πόσοι αιώνες θα χρειαστούν για να τελειώσει ο εμφύλιος;
Ανάλογα προβλήματα προσδιορισμού ταυτότητος έχουν και οι γερμανοί. Ενώ στην Ελλάδα τερματιζόταν ο εμφύλιος, στην Γερμανία παγιωνόταν η διχοτόμηση της χώρας με την σύσταση δυο διαφορετικών κρατών. Η διαίρεση είναι σαφέστατα εμφυλιοπολεμική, εφ' όσον επί 40 χρόνια καταρτίζονταν εκατέρωθεν σχέδια κατάληψης και εξουδετέρωσης των "απέναντι". Τα 40 χρόνια ενδογερμανικής φαγωμάρας τερματίστηκαν με την πτώση του τείχους στις 9 Νοεμβρίου του 1989.
Από εκείνη την σημαδιακή ημερομηνία, η συντριπτική πλειοψηφία των γερμανών θεωρεί ότι ξόφλησε τα γραμμάτια που χρωστούσε ένεκα του αμαρτωλού ναζιστικού παρελθόντος. Ο λόγος αυτής της θεώρησης είναι απλός: αφού το 1949 χωριστήκαμε για να τιμωρηθούμε, τότε η επανένωση του 1989 σημαίνει κατ' ανάγκην ότι είμαστε καθαροί και δεν χρωστάμε πλέον τίποτε σε κανέναν. Ταυτόχρονα, άρχισε να γίνεται λόγος για αντίστοιχες παλιότερες συμπεριφορές άλλων λαών (π.χ. των Γάλλων επί Ναπολέοντος), ώστε να υποστηριχθεί αποτελεσματικότερα η άποψη ότι οποιαδήποτε αναμόχλευση του ναζιστικού παρελθόντος εξυπηρετεί αποκλειστικά ορισμένες υποπτες σκοπιμότητες και τίποτε περισσότερο.
Την ίδια στιγμή, η πολιτική ηγεσία της ενωμένης Γερμανίας φρόντισε να διατρανώσει την ανάγκη της εκκαθάρισης των "κομμουνιστικών εγκλημάτων" (οι ιστορίες που κυκλοφόρησαν για την δράση της "Στάζι" άγγιξαν τα όρια του μύθου), χειραγωγόντας κατ' αυτόν τον τρόπο την διεθνή κοινότητα ώστε να μη στραφεί σε ιστορίες αφορώσες την εποχή του Γ' Ράιχ. Όλο αυτό το στημένο σκηνικό έκανε να φαίνονται αναχρονιστικά τα αιτήματα των αποζημιώσεων που άρχισαν ξαφνικά να προβάλλονται έντονα τόσο από την Ελλάδα όσο και από άλλες χώρες που είχαν υποφέρει κατά την διάρκεια του Πολέμου.
Γιατί, όμως, έπρεπε να φτάσουμε στην δεκαετία του 1990 ώστε να αρχίσουν να διεκδικούν πολεμικές αποζημιώσεις όλες αυτές οι χώρες; Την απάντηση θα την δούμε στο αυριανό μας σημείωμα.
Η γλώσσα κόκκαλα τσακίζει
- "Ο λόγος που μ' άφησες έξω από την υπόθεση", είπε ήσυχα, "ήταν ότι νόμισες πως η αστυνομία δεν θα πίστευε ότι σκέτη περιέργεια μ' έσπρωξε να κατέβω εκεί κάτω χτες το βράδυ. Θα υποψιάζονταν ίσως ότι είχα κάποιον ύποπτο λόγο και θα με σφυροκοπούσαν μέχρι να σπάσω".
- "Πώς ξέρεις αν δεν σκέφτηκα το ίδιο πράγμα;"
- "Οι αστυνομικοί είναι κι αυτοί άνθρωποι", είπε ξεκάρφωτα.
- "Έχω ακούσει ότι σαν τέτοιοι ξεκινάνε".
[Ραίημοντ Τσάντλερ, "Αντίο, γλυκειά μου", εκδόσεις Λυχνάρι, 1990 (σελ.: 54)]
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου