Πριν από ένα περίπου μήνα, ξεκινήσαμε ένα ταξίδι στην ιστορία της ενεργειακής πολιτικής της σύγχρονης Ελλάδας, το οποίο δεν πίστευα ότι θα κρατούσε τόσο πολύ. Όπως, ίσως, θα θυμούνται όλοι οι συνταξιδιώτες, το κίνητρο γι' αυτό το ταξίδι μάς το έδωσε το βιβλίο-ορόσημο του Δημήτρη Μπάτση "Η βαρειά βιομηχανία στην Ελλάδα". Ξεκινήσαμε από τα πρώτα μετεμφυλιοπολεμικά χρόνια. Από τότε, έχουν μεσολαβήσει 20 ολόκληρα σημειώματα-σταθμοί και ομολογώ πως με εκπλήσσει το γεγονός ότι έχουμε φτάσει μόλις στο 1974, στην πτώση της χούντας και στις απαρχές της μεταπολίτευσης.
Επειδή, μπορεί να ισχύει ότι "επανάληψις μήτηρ μαθήσεως" αλλά δεν πρέπει να επαναλαμβανόμαστε, για την ευρύτερη πορεία της ελληνικής οικονομίας από το 1974 μέχρι το μνημόνιο του 2010 παραπέμπω τον αναγνώστη στα "Αφιερώματα" αυτού του ιστολογίου και, ειδικώτερα, στην παλιότερη σειρά σημειωμάτων με τον γενικό τίτλο "Μεταπολίτευση και οικονομία". Εμείς εδώ θα συνεχίσουμε εξειδικεύοντας την ματιά μας σε ζητήματα ενεργειακού ενδιαφέροντος και, μάλιστα, σε αυτό που λέγεται "απελευθέρωση της ενέργειας".
Η πολυθρύλητη, λοιπόν, απελευθέρωση της ενέργειας (πιο σωστά, απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας) αποτελεί εκφρασμένη επιθυμία και στόχο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, από την εποχή ακόμη της ΕΟΚ. Ο άκρατος νεοφιλελευθερισμός, ο οποίος επικρατεί στην φιλοσοφία της Ε.Ε., δεν θα μπορούσε ποτέ να δεχτεί ότι η ενέργεια αποτελεί κοινωνικό αγαθό και θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται ως τέτοιο. Γι' αυτόν, η ενέργεια αποτελεί "πεδίον δόξης λαμπρόν", απ' όπου μπορεί να προκύψουν τεράστια κέρδη για τα επενδυόμενα κεφάλαια.
Οι πετρελαιικές κρίσεις, οι οποίες σημειώθηκαν στην αρχή και στο τέλος της δεκαετίας του '70 αλλά κι εκείνη του τέλους της δεκαετίας του '80, δεν επέτρεψαν την επιτάχυνση των διαδικασιών απελευθέρωσης έτσι όπως επιθυμούσε το διεθνές κεφάλαιο. Όταν τελείωσε ο "Πόλεμος του Κόλπου" (η περίφημη "καταιγίδα της ερήμου" του μπαμπά Μπους) και η παρουσία των αμερικανών και των συμμάχων τους στην περιοχή επέβαλε την "εκλογίκευση" των πετρελαιοπαραγωγών χωρών, τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους.
Έτσι, το 1996, με κοινή απόφαση των αρμοδίων υπουργών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκδόθηκε οδηγία (ντιρεκτίβα) προς τα κράτη-μέλη με στόχο την προώθηση της Ενιαίας Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας και την κατάργηση όλων των κρατικών μονοπωλίων στην παραγωγή, μεταφορά και διανομή ενέργειας. Είχαν προηγηθεί οκτώ ολόκληρα χρόνια συζητήσεων και διαβουλεύσεων ώσπου οι Γάλλοι να συμφωνήσουν με τους Γερμανούς σε όλες τις λεπτομέρειες. Οκτώ ολόκληρα χρόνια, αν και η "φιλελευθεροποίηση" σ' αυτόν τον τομέα ήταν συμφωνημένη από την αρχή και οι διαφορές αφορούσαν μόνο στον τρόπο με τον οποίο θα προωθείτο η απελευθέρωση.
Η ιδέα της απελευθέρωσης ήταν εξαιρετικά απλή στην σύλληψή της: να μπορούν ορισμένοι καταναλωτές να επιλέγουν τον παραγωγό απ' όπου θ' αγοράζουν ενέργεια, ανεξάρτητα απ' το αν αυτός είναι δημόσιο ή ιδιώτης κι απ' το αν βρίσκεται σ' αυτήν ή σε άλλη χώρα της Ε.Ε.. Μόνο που πίσω από αυτήν την ιδέα κρύβονταν σοβαροί κίνδυνοι υποεπένδυσης ή υπερεπένδυσης, ανάλογα με τα εκάστοτε συμφέροντα του επενδυόμενου κεφαλαίου. Φυσικά, σε μια Ε.Ε. όπου έχει θεοποιηθεί το κέρδος, οι αρμόδιοι υπουργοί (οι οποίοι υποτίθεται ότι πασχίζουν για τα συμφέροντα των λαών που εκπροσωπούν) παρέβλεψαν τελείως το γεγονός ότι η προωθούμενη πλήρης απελευθέρωση θα καταργούσε πλήρως κάθε έννοια εθνικού ενεργειακού σχεδιασμού. Αλήθεια, πόσο αξιόπιστη πολιτική ανάπτυξης -περιφερειακής και βιομηχανικής- μπορεί να υπάρξει χωρίς εθνικό ενεργειακό σχεδιασμό;
Στο πλαίσιο αυτής της οδηγίας, η ΔΕΗ ζητησε τότε από ξένες εταιρείες την σύνταξη μελετών οι οποίες θα σκιαγραφούσαν το μέλλον της σε μια απελευθερωμένη αγορά ενέργειας. Αντικείμενο των μελετών αυτών ήταν η καταγραφή των συνεπειών από τα δύο συστήματα (του μοναδικού αγοραστή και της πρόσβασης τρίτων στα δίκτυα) μέσω των οποίων η Ε.Ε. καλούσε τα κράτη-μέλη να διαμορφώσουν το πλαίσιο της εσωτερικής τους αγοράς ενέργειας, ενόψει της απελευθέρωσης της ενεργειακής αγοράς (λεπτομέρειες γι' αυτά τα δυο συστήματα θα αναφέρουμε στο επόμενο σημείωμά μας).
Συγκεκριμένα, η πρώτη μελέτη αφορούσε τις γενικώτερες επιπτώσεις στην ενέργεια για το καθένα απ' τα δύο συστήματα με ιδιαίτερη έμφαση στη ΔΕΗ. Η δεύτερη μελέτη έγινε βάσει των συμπερασμάτων της πρώτης και αφορούσε ειδικώτερα τις επιπτώσεις στην ΔΕΗ και τις αλλαγές που θα έπρεπε να γίνουν στην δομή της επιχείρησης για την ομαλή μετάβασή της στο νέο πλαίσιο αγοράς.
Το ωραίο είναι ότι η ίδια η ΔΕΗ είχε ήδη πραγματοποιήσει δική της μελέτη αλλά τα συμπεράσματά της ήσαν τόσο άσχημα για το μέλλον της επιχείρησης ώστε η διοίκηση (αν και ήταν φίλα προσκείμενη στην κυβέρνηση και προωθούσε τις κεντρικές κυβερνητικές επιλογές) θεώρησε απαραίτητες και τις μελέτες των ξένων εταιρειών προκειμένου να αποσείσει οποιαδήποτε ευθύνη από πάνω της. Εκείνη η μελέτη της ΔΕΗ ανέφερε χαρακτηριστικά ότι "οι μελέτες αυτές (σ.σ.: των ξένων εταιρειών) θεωρούνται απαραίτητες για την αποφυγή σοβαρών προβλημάτων ή ακόμη και κατάρρευσης της αγοράς αλλά, κυρίως, για να βοηθηθεί η επιχείρηση να αναλάβει τις σχετικές πρωτοβουλίες, αφού η ΔΕΗ θα υποστεί τις μεγαλύτερες επιπτώσεις απ' την απελευθέρωση της αγοράς".
Το παιχνίδι μόλις άρχιζε.
Επειδή, μπορεί να ισχύει ότι "επανάληψις μήτηρ μαθήσεως" αλλά δεν πρέπει να επαναλαμβανόμαστε, για την ευρύτερη πορεία της ελληνικής οικονομίας από το 1974 μέχρι το μνημόνιο του 2010 παραπέμπω τον αναγνώστη στα "Αφιερώματα" αυτού του ιστολογίου και, ειδικώτερα, στην παλιότερη σειρά σημειωμάτων με τον γενικό τίτλο "Μεταπολίτευση και οικονομία". Εμείς εδώ θα συνεχίσουμε εξειδικεύοντας την ματιά μας σε ζητήματα ενεργειακού ενδιαφέροντος και, μάλιστα, σε αυτό που λέγεται "απελευθέρωση της ενέργειας".
Η πολυθρύλητη, λοιπόν, απελευθέρωση της ενέργειας (πιο σωστά, απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας) αποτελεί εκφρασμένη επιθυμία και στόχο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, από την εποχή ακόμη της ΕΟΚ. Ο άκρατος νεοφιλελευθερισμός, ο οποίος επικρατεί στην φιλοσοφία της Ε.Ε., δεν θα μπορούσε ποτέ να δεχτεί ότι η ενέργεια αποτελεί κοινωνικό αγαθό και θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται ως τέτοιο. Γι' αυτόν, η ενέργεια αποτελεί "πεδίον δόξης λαμπρόν", απ' όπου μπορεί να προκύψουν τεράστια κέρδη για τα επενδυόμενα κεφάλαια.
Οι πετρελαιικές κρίσεις, οι οποίες σημειώθηκαν στην αρχή και στο τέλος της δεκαετίας του '70 αλλά κι εκείνη του τέλους της δεκαετίας του '80, δεν επέτρεψαν την επιτάχυνση των διαδικασιών απελευθέρωσης έτσι όπως επιθυμούσε το διεθνές κεφάλαιο. Όταν τελείωσε ο "Πόλεμος του Κόλπου" (η περίφημη "καταιγίδα της ερήμου" του μπαμπά Μπους) και η παρουσία των αμερικανών και των συμμάχων τους στην περιοχή επέβαλε την "εκλογίκευση" των πετρελαιοπαραγωγών χωρών, τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους.
Έτσι, το 1996, με κοινή απόφαση των αρμοδίων υπουργών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκδόθηκε οδηγία (ντιρεκτίβα) προς τα κράτη-μέλη με στόχο την προώθηση της Ενιαίας Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας και την κατάργηση όλων των κρατικών μονοπωλίων στην παραγωγή, μεταφορά και διανομή ενέργειας. Είχαν προηγηθεί οκτώ ολόκληρα χρόνια συζητήσεων και διαβουλεύσεων ώσπου οι Γάλλοι να συμφωνήσουν με τους Γερμανούς σε όλες τις λεπτομέρειες. Οκτώ ολόκληρα χρόνια, αν και η "φιλελευθεροποίηση" σ' αυτόν τον τομέα ήταν συμφωνημένη από την αρχή και οι διαφορές αφορούσαν μόνο στον τρόπο με τον οποίο θα προωθείτο η απελευθέρωση.
Η ιδέα της απελευθέρωσης ήταν εξαιρετικά απλή στην σύλληψή της: να μπορούν ορισμένοι καταναλωτές να επιλέγουν τον παραγωγό απ' όπου θ' αγοράζουν ενέργεια, ανεξάρτητα απ' το αν αυτός είναι δημόσιο ή ιδιώτης κι απ' το αν βρίσκεται σ' αυτήν ή σε άλλη χώρα της Ε.Ε.. Μόνο που πίσω από αυτήν την ιδέα κρύβονταν σοβαροί κίνδυνοι υποεπένδυσης ή υπερεπένδυσης, ανάλογα με τα εκάστοτε συμφέροντα του επενδυόμενου κεφαλαίου. Φυσικά, σε μια Ε.Ε. όπου έχει θεοποιηθεί το κέρδος, οι αρμόδιοι υπουργοί (οι οποίοι υποτίθεται ότι πασχίζουν για τα συμφέροντα των λαών που εκπροσωπούν) παρέβλεψαν τελείως το γεγονός ότι η προωθούμενη πλήρης απελευθέρωση θα καταργούσε πλήρως κάθε έννοια εθνικού ενεργειακού σχεδιασμού. Αλήθεια, πόσο αξιόπιστη πολιτική ανάπτυξης -περιφερειακής και βιομηχανικής- μπορεί να υπάρξει χωρίς εθνικό ενεργειακό σχεδιασμό;
Στο πλαίσιο αυτής της οδηγίας, η ΔΕΗ ζητησε τότε από ξένες εταιρείες την σύνταξη μελετών οι οποίες θα σκιαγραφούσαν το μέλλον της σε μια απελευθερωμένη αγορά ενέργειας. Αντικείμενο των μελετών αυτών ήταν η καταγραφή των συνεπειών από τα δύο συστήματα (του μοναδικού αγοραστή και της πρόσβασης τρίτων στα δίκτυα) μέσω των οποίων η Ε.Ε. καλούσε τα κράτη-μέλη να διαμορφώσουν το πλαίσιο της εσωτερικής τους αγοράς ενέργειας, ενόψει της απελευθέρωσης της ενεργειακής αγοράς (λεπτομέρειες γι' αυτά τα δυο συστήματα θα αναφέρουμε στο επόμενο σημείωμά μας).
Συγκεκριμένα, η πρώτη μελέτη αφορούσε τις γενικώτερες επιπτώσεις στην ενέργεια για το καθένα απ' τα δύο συστήματα με ιδιαίτερη έμφαση στη ΔΕΗ. Η δεύτερη μελέτη έγινε βάσει των συμπερασμάτων της πρώτης και αφορούσε ειδικώτερα τις επιπτώσεις στην ΔΕΗ και τις αλλαγές που θα έπρεπε να γίνουν στην δομή της επιχείρησης για την ομαλή μετάβασή της στο νέο πλαίσιο αγοράς.
Το ωραίο είναι ότι η ίδια η ΔΕΗ είχε ήδη πραγματοποιήσει δική της μελέτη αλλά τα συμπεράσματά της ήσαν τόσο άσχημα για το μέλλον της επιχείρησης ώστε η διοίκηση (αν και ήταν φίλα προσκείμενη στην κυβέρνηση και προωθούσε τις κεντρικές κυβερνητικές επιλογές) θεώρησε απαραίτητες και τις μελέτες των ξένων εταιρειών προκειμένου να αποσείσει οποιαδήποτε ευθύνη από πάνω της. Εκείνη η μελέτη της ΔΕΗ ανέφερε χαρακτηριστικά ότι "οι μελέτες αυτές (σ.σ.: των ξένων εταιρειών) θεωρούνται απαραίτητες για την αποφυγή σοβαρών προβλημάτων ή ακόμη και κατάρρευσης της αγοράς αλλά, κυρίως, για να βοηθηθεί η επιχείρηση να αναλάβει τις σχετικές πρωτοβουλίες, αφού η ΔΕΗ θα υποστεί τις μεγαλύτερες επιπτώσεις απ' την απελευθέρωση της αγοράς".
Το παιχνίδι μόλις άρχιζε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου