Ενώ η δεκαετία φτάνει στο τέλος της, η κατάσταση στην ελληνική οικονομία παρουσιάζει ανησυχητική στασιμότητα. Ο προγραμματισμός έργων συνεχίζεται αλλά η εκτέλεσή τους γίνεται με αποκαρδιωτικά αργούς ρυθμούς, απόδειξη ότι οι βάσεις στις οποίες χτίζεται η εκβιομηχάνιση της χώρας είναι σαθρές. Παρά τα έργα εξηλεκτρισμού της μεταπολεμικής δεκαετίας, η αναλογία ηλεκτρικής ενέργειας ανά κάτοικο παραμένει εξαιρετικά χαμηλή. Δείγμα της κυβερνητικής ανεπάρκειας είναι ότι μέσα στο 1959 υπογράφεται η σύμβαση κατασκευής εργοστάσιου ζάχαρης στην Λάρισα, τρία ολόκληρα χρόνια μετά την προκήρυξη του σχετικού διαγωνισμού.
Στον τομέα της ενέργειας, η κυβέρνηση εξακολουθεί να προωθεί τις μελέτες για το υδροηλεκτρικό έργο του Αχελώου (ήμουνα νιος και γέρασα...), ενώ στα τέλη Οκτωβρίου του 1959 αρχίζει (επιτέλους!) την λειτουργία του το πρώτο θερμοηλεκτρικό εργοστάσιο της ΔΕΗ στην Πτολεμαΐδα. Ένα χρόνο αργότερα θα μπει σε λειτουργία και το υδροηλεκτρικό εργοστάσιο του Ταυρωπού (Μέγδοβα). Πάντως, ο Καραμανλής θεωρεί ως το σημαντικώτερο έργο του την ίδρυση του Οργανισμού Βιομηχανικής Αναπτύξεως (ΟΒΑ). Η ιδέα είναι ο ΟΒΑ να βοηθήσει την ίδρυση βιομηχανιών είτε επιδοτώντας είτε συμμετέχοντας σ' αυτές. Δυστυχώς, οι εκτιμήσεις του έγκριτου οικονομολόγου Β. Δαμαλά επαληθεύονται:
"Όλα τα κεφάλαια του ΟΒΑ ανήκουν εις το δημόσιον και εις την αποταμίευσιν του κοινού. Υπό τοιαύτας συνθήκας, ενδέχεται να καταλήξωμεν εις το εξής αποτέλεσμα: να δημιουργήσωμεν επιχειρηματίας νέους ή να ενισχύσωμεν ήδη υπάρχοντας διά χρημάτων του δημοσίου και της αποταμιεύσεως του κοινού, άνευ αξιολόγου συμμετοχής αυτών με κεφάλαια ιδικά των". Αν και από τότε έχει περάσει μισός και πλέον αιώνας και ο ΟΒΑ ανήκει πια στην ιστορία, το φαινόμενο των "επενδυτών δίχως κεφάλαια" εξακολουθεί να υφίσταται και να καπηλεύεται τον τόπο.
Κι ενώ τα λαϊκά στρώματα εξακολουθούν να υποφέρουν, η μετανάστευση και η αστυφιλία συνεχίζονται και οι διαπραγματεύσεις με την ΕΟΚ κορυφώνονται, στις 27 Αυγούστου 1960 υπογράφεται η σύμβαση του ελληνικού δημοσίου με την γαλλική Πεσινέ. Η συγκεκριμμένη σύμβαση συνιστά την σημαντικώτερη προώθηση του γαλλικού κεφαλαίου στην Ελλάδα και προβλέπει κατασκευή βιομηχανίας αλουμίνας με ετήσια δυναμικότητα επεξεργασίας 200.000 τόννων.
Για την εκτέλεση του έργου, το οποίο βρίσκεται εκτός του πενταετούς καραμανλικού πλάνου, συστήνεται ανώνυμη εταιρεία στην οποία συμμετέχουν κατά 50% οι γάλλοι, κατά 21% ο Νιάρχος, κατά 17% η αμερικανική Ρέυνολντς και κατά 12% ο ΟΒΑ. Η σύμβαση καταγγέλεται από την αριστερά ως σκανδαλώδης, αφού συμφωνείται ότι η ΔΕΗ θα πουλάει ρεύμα στην -ιδιαίτερα ηλεκτροβόρα- βιομηχανία αλουμίνας προς 10 λεπτά την κιλοβατώρα ενώ οι άλλες βιομηχανίες της χώρας πλήρωναν 90 λεπτά. Λογικά, λοιπόν, η αριστερά εκτίμησε ότι αυτή η εξευτελιστική τιμή ρεύματος δεν είναι παρά χαριστική επιδότηση του κράτους προς τους κεφαλαιούχους επενδυτές.
Η συμμετοχή της Ρέυνολντς στο τελικό σχήμα καταλάγιασε τις αμερικανικές αντιδράσεις οι οποίες προκλήθηκαν από την προώθηση των γαλλικών κεφαλαίων στον τόπο. Στο μεταξύ, έχουν προηγηθεί έντονες πιέσεις της αμερικανικής κυβέρνησης, με αποκορύφωμα την προειδοποίηση του Στέητ Ντηπάρτμεντ προς την ΕΟΚ ότι θα μειωθεί η εξαγωγή αμερικανικών καπνών στην Κοινή Αγορά μετά την σύνδεση της Ελλάδας.
Τελικά, η σύμβαση Πεσινέ ψηφίζεται στις 30 Νοεμβρίου 1960 από την βουλή, μετά από μακρές έντονες συζητήσεις, κατά τις οποίες η αντιπολίτευση επισήμανε τα σκοτεινά της σημεία. Τα πυρά της αριστεράς ήσαν ιδιαίτερα έντονα στην παραχώρηση της εκμετάλλευσης του κυριώτερου ελληνικού μεταλλεύματος (του βωξίτη) σε ξένους κεφαλαιούχους για 50 χρόνια. Η μανία των αστικών κυβερνήσεων να παραχωρούν σε ξένους την εκμετάλλευση του εθνικού μας πλούτου για πολλές δεκαετίες, συνεχιζόταν. Βέβαια, όπως είχε πριν χρόνια καταδείξει ο Δημήτρης Μπάτσης, τα επίχειρα αυτής της μανίας τα πλήρωνε (κι εξακολουθεί να τα πληρώνει) ο λαός αλλά η φροντίδα για τον λαό δεν απετέλεσε ποτέ το κύριο μέλημα οποιασδήποτε αστικής κυβέρνησης.
Κατά τα άλλα, μέσα στο 1960 το δημόσιο εξαγοράζει την Ηλεκτρική Εταιρεία (την παλιά ΠΑΟΥΕΡ), γεγονός που αποδεικνύει την υποχώρηση των αγγλικών κεφαλαίων έναντι των γαλλικών και των γερμανικών. Παράλληλα, θεμελιώνεται και το εργοστάσιο αζωτούχων λιπασμάτων της Πτολεμαΐδας. Πάντως, ο Καραμανλής υποχρεώνεται από την αντιπολίτευση να παραδεχθεί δημοσίως ότι όλα τα έργα στα οποία ανακατεύτηκε το δημόσιο παρουσίασαν αδικαιολόγητα υψηλό κόστος για την εθνική οικονομία και μεγάλες υπερβάσεις στους προϋπολογισμούς τους. Ποιος απολογήθηκε γι' αυτή την διασπάθιση δημοσίου χρήματος; Μα, φυσικά, κανένας!
Στον τομέα της ενέργειας, η κυβέρνηση εξακολουθεί να προωθεί τις μελέτες για το υδροηλεκτρικό έργο του Αχελώου (ήμουνα νιος και γέρασα...), ενώ στα τέλη Οκτωβρίου του 1959 αρχίζει (επιτέλους!) την λειτουργία του το πρώτο θερμοηλεκτρικό εργοστάσιο της ΔΕΗ στην Πτολεμαΐδα. Ένα χρόνο αργότερα θα μπει σε λειτουργία και το υδροηλεκτρικό εργοστάσιο του Ταυρωπού (Μέγδοβα). Πάντως, ο Καραμανλής θεωρεί ως το σημαντικώτερο έργο του την ίδρυση του Οργανισμού Βιομηχανικής Αναπτύξεως (ΟΒΑ). Η ιδέα είναι ο ΟΒΑ να βοηθήσει την ίδρυση βιομηχανιών είτε επιδοτώντας είτε συμμετέχοντας σ' αυτές. Δυστυχώς, οι εκτιμήσεις του έγκριτου οικονομολόγου Β. Δαμαλά επαληθεύονται:
"Όλα τα κεφάλαια του ΟΒΑ ανήκουν εις το δημόσιον και εις την αποταμίευσιν του κοινού. Υπό τοιαύτας συνθήκας, ενδέχεται να καταλήξωμεν εις το εξής αποτέλεσμα: να δημιουργήσωμεν επιχειρηματίας νέους ή να ενισχύσωμεν ήδη υπάρχοντας διά χρημάτων του δημοσίου και της αποταμιεύσεως του κοινού, άνευ αξιολόγου συμμετοχής αυτών με κεφάλαια ιδικά των". Αν και από τότε έχει περάσει μισός και πλέον αιώνας και ο ΟΒΑ ανήκει πια στην ιστορία, το φαινόμενο των "επενδυτών δίχως κεφάλαια" εξακολουθεί να υφίσταται και να καπηλεύεται τον τόπο.
Κι ενώ τα λαϊκά στρώματα εξακολουθούν να υποφέρουν, η μετανάστευση και η αστυφιλία συνεχίζονται και οι διαπραγματεύσεις με την ΕΟΚ κορυφώνονται, στις 27 Αυγούστου 1960 υπογράφεται η σύμβαση του ελληνικού δημοσίου με την γαλλική Πεσινέ. Η συγκεκριμμένη σύμβαση συνιστά την σημαντικώτερη προώθηση του γαλλικού κεφαλαίου στην Ελλάδα και προβλέπει κατασκευή βιομηχανίας αλουμίνας με ετήσια δυναμικότητα επεξεργασίας 200.000 τόννων.
Για την εκτέλεση του έργου, το οποίο βρίσκεται εκτός του πενταετούς καραμανλικού πλάνου, συστήνεται ανώνυμη εταιρεία στην οποία συμμετέχουν κατά 50% οι γάλλοι, κατά 21% ο Νιάρχος, κατά 17% η αμερικανική Ρέυνολντς και κατά 12% ο ΟΒΑ. Η σύμβαση καταγγέλεται από την αριστερά ως σκανδαλώδης, αφού συμφωνείται ότι η ΔΕΗ θα πουλάει ρεύμα στην -ιδιαίτερα ηλεκτροβόρα- βιομηχανία αλουμίνας προς 10 λεπτά την κιλοβατώρα ενώ οι άλλες βιομηχανίες της χώρας πλήρωναν 90 λεπτά. Λογικά, λοιπόν, η αριστερά εκτίμησε ότι αυτή η εξευτελιστική τιμή ρεύματος δεν είναι παρά χαριστική επιδότηση του κράτους προς τους κεφαλαιούχους επενδυτές.
Η συμμετοχή της Ρέυνολντς στο τελικό σχήμα καταλάγιασε τις αμερικανικές αντιδράσεις οι οποίες προκλήθηκαν από την προώθηση των γαλλικών κεφαλαίων στον τόπο. Στο μεταξύ, έχουν προηγηθεί έντονες πιέσεις της αμερικανικής κυβέρνησης, με αποκορύφωμα την προειδοποίηση του Στέητ Ντηπάρτμεντ προς την ΕΟΚ ότι θα μειωθεί η εξαγωγή αμερικανικών καπνών στην Κοινή Αγορά μετά την σύνδεση της Ελλάδας.
Τελικά, η σύμβαση Πεσινέ ψηφίζεται στις 30 Νοεμβρίου 1960 από την βουλή, μετά από μακρές έντονες συζητήσεις, κατά τις οποίες η αντιπολίτευση επισήμανε τα σκοτεινά της σημεία. Τα πυρά της αριστεράς ήσαν ιδιαίτερα έντονα στην παραχώρηση της εκμετάλλευσης του κυριώτερου ελληνικού μεταλλεύματος (του βωξίτη) σε ξένους κεφαλαιούχους για 50 χρόνια. Η μανία των αστικών κυβερνήσεων να παραχωρούν σε ξένους την εκμετάλλευση του εθνικού μας πλούτου για πολλές δεκαετίες, συνεχιζόταν. Βέβαια, όπως είχε πριν χρόνια καταδείξει ο Δημήτρης Μπάτσης, τα επίχειρα αυτής της μανίας τα πλήρωνε (κι εξακολουθεί να τα πληρώνει) ο λαός αλλά η φροντίδα για τον λαό δεν απετέλεσε ποτέ το κύριο μέλημα οποιασδήποτε αστικής κυβέρνησης.
Κατά τα άλλα, μέσα στο 1960 το δημόσιο εξαγοράζει την Ηλεκτρική Εταιρεία (την παλιά ΠΑΟΥΕΡ), γεγονός που αποδεικνύει την υποχώρηση των αγγλικών κεφαλαίων έναντι των γαλλικών και των γερμανικών. Παράλληλα, θεμελιώνεται και το εργοστάσιο αζωτούχων λιπασμάτων της Πτολεμαΐδας. Πάντως, ο Καραμανλής υποχρεώνεται από την αντιπολίτευση να παραδεχθεί δημοσίως ότι όλα τα έργα στα οποία ανακατεύτηκε το δημόσιο παρουσίασαν αδικαιολόγητα υψηλό κόστος για την εθνική οικονομία και μεγάλες υπερβάσεις στους προϋπολογισμούς τους. Ποιος απολογήθηκε γι' αυτή την διασπάθιση δημοσίου χρήματος; Μα, φυσικά, κανένας!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου