Σε τούτο το ιστολόγιο επιμένουμε, από την πρώτη στιγμή, να υποστηρίζουμε ότι η διεθνής καπιταλιστική κρίση, την οποία βιώνουμε, είναι κρίση προερχόμενη από υπερυσσώρευση κεφαλαίων και όχι κρίση χρέους, όπως διατείνονται "έγκυροι" μουμουεδοαναλυτές και ανεγκέφαλα παπαγαλάκια. Βέβαια, η επιμονή μας οφείλεται στην γνώση η οποία προέρχεται από τις εμπεριστατωμένες μαρξικές αναλύσεις και, συνεπώς, θα μπορούσε κάποιος να την αποδώσει σε κάποιο "κόλλημά" μας. Όμως, έρχεται το ίδιο το αστικό σύστημα να επιβεβαιώσει την ορθότητα των ισχυρισμών μας κι ας δούμε πώς.
Οι εκθέσεις τού ΟΟΣΑ διαπιστώνουν σαφώς την ύπαρξη αυξημένων ρίσκων και αβεβαιοτήτων στην ευρωζώνη, λόγω της αδυναμίας της πολιτικής διαχείρισης να δώσει λύσεις στην βύθιση των οικονομικών τής ευρωζώνης σε ύφεση. Παράλληλα, ο ΟΟΣΑ διαπιστώνει ότι η ύφεση εξαπλώνεται και στις θεωρούμενες ως μη ευάλωτες χώρες αλλά και ότι οι δημοσιονομικές αστοχίες δεν είναι η μόνη κινητήρια δύναμη στην εξάπλωση της κρίσης.
Οι προβλέψεις τού ΟΟΣΑ για το 2012 είναι εξαιρετικά απαισιόδοξες, αφού προβλέπουν αύξηση του ΑΕΠ μόλις κατά 0,2% αλλά και αύξηση της ανεργίας. Ας σημειώσουμε εδώ ότι μια οικονομία θεωρείται πως βρίσκεται σε ύφεση αν καταγράψει μείωση του ΑΕΠ της επί δυο συνεχόμενα τρίμηνα. Συνεπώς, για να σημειωθεί εφέτος μέσος ετήσιος όρος αύξησης 0,2% σε περίοδο κρίσης, είναι σχεδόν βέβαιο ότι τα τελευταία τρίμηνα του 2012 θα κλείσουν με αρνητικό πρόσημο.
Η ίδια απαισιοδοξία χαρακτηρίζει και την έκθεση του τραπεζικού κολοσσού Citigroup, η οποία εκτιμά ότι μέχρι το τέλος τού καλοκαιριού θα έχουν υποβαθμιστεί (είτε για πρώτη φορά είτε εκ νέου) η Αυστρία, το Βέλγιο, η Γαλλία, η Ισπανία, η Ιταλία και η Πορτογαλία. Η έκθεση δεν αναφέρεται στην Ελλάδα, επειδή η Ελλάδα δεν γίνεται να υποβαθμιστεί περισσότερο, αφού έχει φτάσει στον βυθό. Όμως, εκτιμά ότι η ελληνική κρίση δεν θα κοπάσει πριν το 2015 και προβλέπει ύφεση 4,9% για το 2012 και 3,1% για το 2013, με παράλληλη αύξηση της ανεργίας.
Τί δείχνουν, λοιπόν, αυτές οι εκθέσεις; Είναι προφανές ότι πουθενά δεν γίνεται λόγος για χρέη. Αντίθετα, το πρόβλημα εντοπίζεται στην ύφεση, δηλαδή στην μείωση της αξίας τού κεφαλαίου. Ας προσπαθήσουμε να το εξήγήσουμε αυτό με απλά λόγια.
Η υπέρμετρη μεταπολεμική καπιταλιστική ανάπτυξη, ιδιαίτερα κατά τα τελευταία 25 χρόνια, βασίστηκε κυρίως στην επιδότησή της (με την ευρεία έννοια της λέξης) από τους κρατικούς κορβανάδες. Με το δεδομένο ότι στόχος αυτής της ανάπτυξης ήταν η μεγιστοποίηση του παραγόμενου κέρδους και όχι η ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών, το αποτέλεσμα ήταν στρεβλωμένο: οι επενδύσεις γίνονταν μόνον εφ' όσον υπήρχε προοπτική κέρδους. Μοιραία, αυτή η διευρυμένη αναπαραγωγή τού κεφαλαίου θα έφτανε σε αδιέξοδο όταν τα "μπουκωμένα" κέρδη δεν θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν κερδοφόρες επενδύσεις.
Σε μια κεντρικά σχεδιασμένη -σοσιαλιστικού τύπου- οικονομία δεν υπάρχουν τέτοια αδιέξοδα. Σε μια τέτοια οικονομία, αν η κοινωνία χρειάζεται ένα υδροηλεκτρικό εργοστάσιο, το εργοστάσιο θα γίνει δίχως να λογαριαστεί η κερδοφορία του. Ομοίως, αν χρειάζεται ζάχαρη ή κριθάρι, αυτά τα προϊόντα θα παραχθούν, άσχετα με την τιμή τους στα διεθνή χρηματιστήρια. Αντίθετα, στον καπιταλιστικό κόσμο δεν γίνεται καμμία επένδυση αν δεν εξασφαλιστεί η υψηλή της κερδοφορία.
Σήμερα, μετά από δεκαετίες νεοφιλελεύθερων πειραμάτων, έχουν στοιβαχτεί υπερσυσσωρευμένα κεφάλαια, τα οποία αναζητούν εναγωνίως κερδοφόρες τοποθετήσεις. Είναι, λοιπόν, προφανές ότι ένα τμήμα αυτών των κεφαλαίων πρέπει να καταστραφεί ώστε αυτό που θα μείνει να βρει πρόσφορο έδαφος για να αναπαραχθεί. Αυτός είναι ο βασικός πονοκέφαλος των αστικών κέντρων διαχείρισης: η κεφαλαιακή καταστροφή να γίνει με ελεγχόμενο τρόπο. Στην βάση αυτή εδράζονται οι ενδοκαπιταλιστικές αντιθέσεις, τόσο ανάμεσα στα ισχυρά κράτη όσο και σε κεφαλαιοκράτες μέσα στην ίδια χώρα. Εδώ οφείλονται, επίσης, οι φυγόκεντρες τάσεις στην ευρωζώνη, η οποία χαρακτηρίζεται από μια -χαρακτηριστική στον καπιταλισμό- ανισομετρία, όπου ο ισχυρός βορράς καίγεται να διατηρήσει την ανταγωνιστικότητά του.
Μετά από τις παραπάνω παρατηρήσεις, θα κλείσουμε το σημερινό σημείωμα επαναλαμβάνοντας αυτό που είπαμε στην αρχή: δεν υπάρχει καμμιά κρίση χρέους, υπάρχει μόνο κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίων. Και για να γίνω περισσότερο κατηγορηματικός, ας διατυπώσω ένα φιλοσοφικό ερώτημα: αν υποθέσουμε ότι αύριο το πρωί η Ελλάδα εξοφλούσε τα χρέη της μέχρι δεκάρας, θα σπρώχνονταν μεθαύριο οι ξένοι επενδυτές για το ποιος θα προλάβει να χτίσει εργοστάσιο στον τόπο μας; Την απάντηση μάς την έδωσε ο κολοσσός που λέγεται Nokia: παρ' ότι η Φινλανδία δεν έχει κανένα πρόβλημα χρέους, η Nokia έκλεισε το εργοστάσιό της κι εγκατέλειψε την "πατρίδα" της, αναχωρώντας για την Άπω Ανατολή.
Οι εκθέσεις τού ΟΟΣΑ διαπιστώνουν σαφώς την ύπαρξη αυξημένων ρίσκων και αβεβαιοτήτων στην ευρωζώνη, λόγω της αδυναμίας της πολιτικής διαχείρισης να δώσει λύσεις στην βύθιση των οικονομικών τής ευρωζώνης σε ύφεση. Παράλληλα, ο ΟΟΣΑ διαπιστώνει ότι η ύφεση εξαπλώνεται και στις θεωρούμενες ως μη ευάλωτες χώρες αλλά και ότι οι δημοσιονομικές αστοχίες δεν είναι η μόνη κινητήρια δύναμη στην εξάπλωση της κρίσης.
Οι προβλέψεις τού ΟΟΣΑ για το 2012 είναι εξαιρετικά απαισιόδοξες, αφού προβλέπουν αύξηση του ΑΕΠ μόλις κατά 0,2% αλλά και αύξηση της ανεργίας. Ας σημειώσουμε εδώ ότι μια οικονομία θεωρείται πως βρίσκεται σε ύφεση αν καταγράψει μείωση του ΑΕΠ της επί δυο συνεχόμενα τρίμηνα. Συνεπώς, για να σημειωθεί εφέτος μέσος ετήσιος όρος αύξησης 0,2% σε περίοδο κρίσης, είναι σχεδόν βέβαιο ότι τα τελευταία τρίμηνα του 2012 θα κλείσουν με αρνητικό πρόσημο.
Η ίδια απαισιοδοξία χαρακτηρίζει και την έκθεση του τραπεζικού κολοσσού Citigroup, η οποία εκτιμά ότι μέχρι το τέλος τού καλοκαιριού θα έχουν υποβαθμιστεί (είτε για πρώτη φορά είτε εκ νέου) η Αυστρία, το Βέλγιο, η Γαλλία, η Ισπανία, η Ιταλία και η Πορτογαλία. Η έκθεση δεν αναφέρεται στην Ελλάδα, επειδή η Ελλάδα δεν γίνεται να υποβαθμιστεί περισσότερο, αφού έχει φτάσει στον βυθό. Όμως, εκτιμά ότι η ελληνική κρίση δεν θα κοπάσει πριν το 2015 και προβλέπει ύφεση 4,9% για το 2012 και 3,1% για το 2013, με παράλληλη αύξηση της ανεργίας.
Τί δείχνουν, λοιπόν, αυτές οι εκθέσεις; Είναι προφανές ότι πουθενά δεν γίνεται λόγος για χρέη. Αντίθετα, το πρόβλημα εντοπίζεται στην ύφεση, δηλαδή στην μείωση της αξίας τού κεφαλαίου. Ας προσπαθήσουμε να το εξήγήσουμε αυτό με απλά λόγια.
Η υπέρμετρη μεταπολεμική καπιταλιστική ανάπτυξη, ιδιαίτερα κατά τα τελευταία 25 χρόνια, βασίστηκε κυρίως στην επιδότησή της (με την ευρεία έννοια της λέξης) από τους κρατικούς κορβανάδες. Με το δεδομένο ότι στόχος αυτής της ανάπτυξης ήταν η μεγιστοποίηση του παραγόμενου κέρδους και όχι η ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών, το αποτέλεσμα ήταν στρεβλωμένο: οι επενδύσεις γίνονταν μόνον εφ' όσον υπήρχε προοπτική κέρδους. Μοιραία, αυτή η διευρυμένη αναπαραγωγή τού κεφαλαίου θα έφτανε σε αδιέξοδο όταν τα "μπουκωμένα" κέρδη δεν θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν κερδοφόρες επενδύσεις.
Σε μια κεντρικά σχεδιασμένη -σοσιαλιστικού τύπου- οικονομία δεν υπάρχουν τέτοια αδιέξοδα. Σε μια τέτοια οικονομία, αν η κοινωνία χρειάζεται ένα υδροηλεκτρικό εργοστάσιο, το εργοστάσιο θα γίνει δίχως να λογαριαστεί η κερδοφορία του. Ομοίως, αν χρειάζεται ζάχαρη ή κριθάρι, αυτά τα προϊόντα θα παραχθούν, άσχετα με την τιμή τους στα διεθνή χρηματιστήρια. Αντίθετα, στον καπιταλιστικό κόσμο δεν γίνεται καμμία επένδυση αν δεν εξασφαλιστεί η υψηλή της κερδοφορία.
Σήμερα, μετά από δεκαετίες νεοφιλελεύθερων πειραμάτων, έχουν στοιβαχτεί υπερσυσσωρευμένα κεφάλαια, τα οποία αναζητούν εναγωνίως κερδοφόρες τοποθετήσεις. Είναι, λοιπόν, προφανές ότι ένα τμήμα αυτών των κεφαλαίων πρέπει να καταστραφεί ώστε αυτό που θα μείνει να βρει πρόσφορο έδαφος για να αναπαραχθεί. Αυτός είναι ο βασικός πονοκέφαλος των αστικών κέντρων διαχείρισης: η κεφαλαιακή καταστροφή να γίνει με ελεγχόμενο τρόπο. Στην βάση αυτή εδράζονται οι ενδοκαπιταλιστικές αντιθέσεις, τόσο ανάμεσα στα ισχυρά κράτη όσο και σε κεφαλαιοκράτες μέσα στην ίδια χώρα. Εδώ οφείλονται, επίσης, οι φυγόκεντρες τάσεις στην ευρωζώνη, η οποία χαρακτηρίζεται από μια -χαρακτηριστική στον καπιταλισμό- ανισομετρία, όπου ο ισχυρός βορράς καίγεται να διατηρήσει την ανταγωνιστικότητά του.
Μετά από τις παραπάνω παρατηρήσεις, θα κλείσουμε το σημερινό σημείωμα επαναλαμβάνοντας αυτό που είπαμε στην αρχή: δεν υπάρχει καμμιά κρίση χρέους, υπάρχει μόνο κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίων. Και για να γίνω περισσότερο κατηγορηματικός, ας διατυπώσω ένα φιλοσοφικό ερώτημα: αν υποθέσουμε ότι αύριο το πρωί η Ελλάδα εξοφλούσε τα χρέη της μέχρι δεκάρας, θα σπρώχνονταν μεθαύριο οι ξένοι επενδυτές για το ποιος θα προλάβει να χτίσει εργοστάσιο στον τόπο μας; Την απάντηση μάς την έδωσε ο κολοσσός που λέγεται Nokia: παρ' ότι η Φινλανδία δεν έχει κανένα πρόβλημα χρέους, η Nokia έκλεισε το εργοστάσιό της κι εγκατέλειψε την "πατρίδα" της, αναχωρώντας για την Άπω Ανατολή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου