Όταν διάβασα το γνωστό μυθιστόρημα ενηλικίωσης του Ούγκο Κλάους "Η θλίψη τού Βελγίου", είχα σχολιάσει επί λέξει ότι "με κούρασε...θεωρώ ότι θα μπορούσε να είχε τις μισές σελίδες". Όμως, για ένα άλλο μυθιστόρημα ενηλικίωσης, το "Εγώ κι εσύ" του Νικολό Αμανίτι, θα μπορούσα να πω ακριβώς το αντίθετο: δεν θα με πείραζε καθόλου αν ήταν ογκωδέστερο.
Βέβαια, το "Εγώ κι εσύ" δεν το χαρακτηρίζεις εύκολα ως μυθιστόρημα (παρά την σχετική ένδειξη του Καστανιώτη στο εξώφυλλο), αφού οι μόλις 110 σελίδες του (καθαρό κείμενο) σου επιτρέπουν άνετα να το κατατάξεις στις νουβέλλες. Αλλά ούτε και ο -αδόκιμος- όρος "νουβέλλα ενηλικίωσης" του ταιριάζει, αφού κατά βάση αναφέρεται σε μια φάση (ένα ενσταντανέ, θα έλεγαν οι μορφωμένοι κριτικοί) της ζωής ενός δεκατετράχρονου εφήβου. Όμως, καλύτερα να αφήσουμε τον ίδιο τον συγγραφέα να μας συστήσει το βιβλίο του, ρίχνοντας μια ματιά στο οπισθόφυλλο:
"Το βιβλίο μιλάει για έναν έφηβο που καλείται να αναμετρηθεί με τους συνομήλικούς του. Είναι μια τρομερή δοκιμασία στην οποία σπανίως αναφερόμαστε. Ο Λορέντσο, ο πρωταγωνιστής, είναι ένα βασανισμένο αγόρι, κλεισμένο στον εαυτό του, εξόριστο στον κόσμο του. Δεν έχει φίλους. Βιώνει την οικογένεια και το σχολείο ως στοιχεία ξένα σε αυτόν. Νιώθει όμως την παρόρμηση να αλλάξει: διότι διαισθάνεται ότι δεν υπάρχει μέλλον για όποιον διαφοροποιείται από τους άλλους. Και τότε αποφασίζει να ακολουθήσει μια στρατηγική που θα τον κάνει να μοιάζει με τους άλλους..."
Ο Λορέντζο, λοιπόν, είναι ένας έφηβος που ψάχνεται, προσπαθώντας από τη μια να ξεφύγει από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό των γονιών του (κυρίως της μητέρας του) κι από την άλλη να ενταχθεί στον κόσμο των συνομηλίκων του, να γίνει ένας απ' αυτούς. Για να πετύχει το δεύτερο, προσαρμόζει την εμφάνισή του, πάντοτε στα επιτρεπτά από τους δικούς του πλαίσια: με το ζόρι ναι στα σκισμένα τζην, κατηγορηματική άρνηση στο σκουλαρίκι. Αλλά πώς θα καταφέρει το πρώτο;
Πλησιάζει η εβομάδα των σχολικών χριστουγεννιάτικων διακοπών. Οι γονείς μιας συμμαθήτριας του Λορέντσο έχουν δικό τους σπίτι σε κάποιο χειμερινό θέρετρο και καλούν μερικούς συμμαθητές τής κόρης τους να περάσουν τις διακοπές κοντά τους, κάνοντας σκι με την ψυχή τους. Ο Λορέντσο δεν δυσκολεύεται να πάρει την άδεια της μητέρας του και αναχωρεί. Μόνο που γι' αυτόν δεν υπάρχει πρόσκληση. Έτσι, ο δεκατετράχρονος κατεβαίνει κρυφά στο υπόγειο της πολυκατοικίας όπου μένει και κρύβεται σε μια αποθήκη, την οποία κανείς δεν χρησιμοποιεί. Είναι αποφασισμένος να περάσει μια βδομάδα ανεξαρτησίας, μια βδομάδα μακρυά από την καταπίεση της μητέρας του, παρέα με την αγαπημένη του μουσική και με το playstation του. Όμως, σύντομα αυτή η επαναστατική απομόνωσή του θα παραβιαστεί βάναυσα από την εικοσιτριάχρονη ναρκομανή ετεροθαλή αδελφή του...
Ολόκληρη σχεδόν η ιστορία καλύπτει το δεύτερο μέρος του βιβλίου και διαδραματίζεται σ' αυτή την σκοτεινή και παγωμένη αποθήκη. Το πρώτο μέρος αποτελείται μόνο από μία γεμάτη μυστήριο σελίδα και το τρίτο συνιστά έναν συγκλονιστικό δισέλιδο επίλογο, ενώ το μόλις τεσσάρων γραμμών επίμετρο ολοκληρώνει την αναγνωστική μας απόλαυση, χύνοντάς μας παγωμένο νερό στην πλάτη.
Συμπερασματικά, το "Εγώ κι εσύ" είναι ένα διαμαντάκι, όπου ο Αμανίτι παραδίδει μαθήματα για το πώς μπορείς να γράψεις ένα αριστούργημα δίχως να χρειάζεται να απλωθείς σε εκατοντάδες σελίδες. Σίγουρα δεν θα μετανοιώσετε ποτέ για τα -σκάρτα- 9 ευρώ που θα ξοδέψετε για να το αποκτήσετε και, σχεδόν σίγουρα, θα μπείτε στον πειρασμό να αναζητήσετε κι άλλα βιβλία τού Αμανίτι.
Βέβαια, το "Εγώ κι εσύ" δεν το χαρακτηρίζεις εύκολα ως μυθιστόρημα (παρά την σχετική ένδειξη του Καστανιώτη στο εξώφυλλο), αφού οι μόλις 110 σελίδες του (καθαρό κείμενο) σου επιτρέπουν άνετα να το κατατάξεις στις νουβέλλες. Αλλά ούτε και ο -αδόκιμος- όρος "νουβέλλα ενηλικίωσης" του ταιριάζει, αφού κατά βάση αναφέρεται σε μια φάση (ένα ενσταντανέ, θα έλεγαν οι μορφωμένοι κριτικοί) της ζωής ενός δεκατετράχρονου εφήβου. Όμως, καλύτερα να αφήσουμε τον ίδιο τον συγγραφέα να μας συστήσει το βιβλίο του, ρίχνοντας μια ματιά στο οπισθόφυλλο:
"Το βιβλίο μιλάει για έναν έφηβο που καλείται να αναμετρηθεί με τους συνομήλικούς του. Είναι μια τρομερή δοκιμασία στην οποία σπανίως αναφερόμαστε. Ο Λορέντσο, ο πρωταγωνιστής, είναι ένα βασανισμένο αγόρι, κλεισμένο στον εαυτό του, εξόριστο στον κόσμο του. Δεν έχει φίλους. Βιώνει την οικογένεια και το σχολείο ως στοιχεία ξένα σε αυτόν. Νιώθει όμως την παρόρμηση να αλλάξει: διότι διαισθάνεται ότι δεν υπάρχει μέλλον για όποιον διαφοροποιείται από τους άλλους. Και τότε αποφασίζει να ακολουθήσει μια στρατηγική που θα τον κάνει να μοιάζει με τους άλλους..."
Ο Λορέντζο, λοιπόν, είναι ένας έφηβος που ψάχνεται, προσπαθώντας από τη μια να ξεφύγει από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό των γονιών του (κυρίως της μητέρας του) κι από την άλλη να ενταχθεί στον κόσμο των συνομηλίκων του, να γίνει ένας απ' αυτούς. Για να πετύχει το δεύτερο, προσαρμόζει την εμφάνισή του, πάντοτε στα επιτρεπτά από τους δικούς του πλαίσια: με το ζόρι ναι στα σκισμένα τζην, κατηγορηματική άρνηση στο σκουλαρίκι. Αλλά πώς θα καταφέρει το πρώτο;
Πλησιάζει η εβομάδα των σχολικών χριστουγεννιάτικων διακοπών. Οι γονείς μιας συμμαθήτριας του Λορέντσο έχουν δικό τους σπίτι σε κάποιο χειμερινό θέρετρο και καλούν μερικούς συμμαθητές τής κόρης τους να περάσουν τις διακοπές κοντά τους, κάνοντας σκι με την ψυχή τους. Ο Λορέντσο δεν δυσκολεύεται να πάρει την άδεια της μητέρας του και αναχωρεί. Μόνο που γι' αυτόν δεν υπάρχει πρόσκληση. Έτσι, ο δεκατετράχρονος κατεβαίνει κρυφά στο υπόγειο της πολυκατοικίας όπου μένει και κρύβεται σε μια αποθήκη, την οποία κανείς δεν χρησιμοποιεί. Είναι αποφασισμένος να περάσει μια βδομάδα ανεξαρτησίας, μια βδομάδα μακρυά από την καταπίεση της μητέρας του, παρέα με την αγαπημένη του μουσική και με το playstation του. Όμως, σύντομα αυτή η επαναστατική απομόνωσή του θα παραβιαστεί βάναυσα από την εικοσιτριάχρονη ναρκομανή ετεροθαλή αδελφή του...
Ολόκληρη σχεδόν η ιστορία καλύπτει το δεύτερο μέρος του βιβλίου και διαδραματίζεται σ' αυτή την σκοτεινή και παγωμένη αποθήκη. Το πρώτο μέρος αποτελείται μόνο από μία γεμάτη μυστήριο σελίδα και το τρίτο συνιστά έναν συγκλονιστικό δισέλιδο επίλογο, ενώ το μόλις τεσσάρων γραμμών επίμετρο ολοκληρώνει την αναγνωστική μας απόλαυση, χύνοντάς μας παγωμένο νερό στην πλάτη.
Συμπερασματικά, το "Εγώ κι εσύ" είναι ένα διαμαντάκι, όπου ο Αμανίτι παραδίδει μαθήματα για το πώς μπορείς να γράψεις ένα αριστούργημα δίχως να χρειάζεται να απλωθείς σε εκατοντάδες σελίδες. Σίγουρα δεν θα μετανοιώσετε ποτέ για τα -σκάρτα- 9 ευρώ που θα ξοδέψετε για να το αποκτήσετε και, σχεδόν σίγουρα, θα μπείτε στον πειρασμό να αναζητήσετε κι άλλα βιβλία τού Αμανίτι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου