Στις αρχές τού 1997 οι χώρες τής Άπω Ανατολής εμφανίζονταν στο διεθνές οικονομικό στερέωμα ως τα πιο επιτυχημένα παραδείγματα μιας παγκοσμιοποιημένης οικονομίας και θεωρούνταν πρότυπα οικονομικής ευρρωστίας, κάτι που τους απένειμε το προσωνύμιο "ασιατικές τίγρεις". Οι χρηματιστές όλου του κόσμου προωθούσαν, ως την ασφαλέστερη τοποθέτηση για τα χρήματα των πελατών τους, τα αμοιβαία κεφάλαια τα οποία επένδυαν στις ασιατικές αναδυόμενες αγορές. Μόνο κατά το 1996, οι δυτικοί καπιταλιστές επένδυσαν στην Νότια Κορέα πάνω από 100 δισεκατομμύρια δολλάρια!
Ξαφνικά, όμως, εκείνη την άνοιξη του 1997, όλα άλλαξαν. Οι "ασιατικές τίγρεις" αρρώστησαν βαρειά και άρχισαν να βυθίζονται με ανεξέλεγκτα γρήγορους ρυθμούς. Σε σύντομο χρονικό διάστημα και δίχως να υπάρχει καμμιά εμφανής αιτία, οι επενδυτές αποδύθηκαν σε ταχύτατες ρευστοποιήσεις των θέσεών τους, με αποτέλεσμα τα νομίσματα αυτών των χωρών να αρχίσουν να καταρρέουν. Μέσα στο 1997, η Νότια Κορέα, για την οποία μιλήσαμε πρωτύτερα, παρουσίασε αρνητικό ισοζύγιο επενδύσεων 20 δισεκατομμυρίων δολλαρίων. Δηλαδή, 120 χαμένα δισεκατομμύρια μέσα σε έναν χρόνο, δίχως λόγο... Τι είχε συμβεί, λοιπόν; Η εξήγηση δείχνει ανάγλυφα τον τρόπο λειτουργίας τού καπιταλιστικού συστήματος, ειδικά σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον:
Όλα ξεκίνησαν από μια φήμη, ότι τάχα τα συναλλαγματικά αποθέματα της Ταϋλάνδης δεν επαρκούσαν για την στήριξη του νομίσματός της. Αυτή η φήμη ήταν αρκετή για να ξεφουσκώσει η επενδυτική φούσκα με την ίδια ευκολία με την οποία είχε φουσκώσει. Οι τράπεζες άρχισαν να ανακαλούν τις πιστώσεις που είχαν χορηγήσει. Πρώτο θύμα αυτής της αντίδρασης των τραπεζών ήταν η αγορά ακινήτων, η οποία σωριάστηκε σε συντρίμμια μέσα σε ελάχιστο χρόνο.
Σε μια ορθολογικά στημένη αγορά, οι επιπτώσεις θα σταματούσαν κάπου σ'αυτό το σημείο. Όμως, σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία, όπου οι διαχειριστές αμοιβαίων κεφαλαίων "πακετάρουν" διάφορες επενδύσεις σε ενιαία πακέτα και όπου οι παραδοσιακές επενδύσεις ωχριούν μπροστά στις αγορές παραγώγων και λοιπών τοξικών επενδύσεων, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Για παράδειγμα, ένα αμοιβαίο κεφάλαιο μπορεί να περιλαμβάνει μετοχές εταιρειών τής Ταϋλάνδης και της Μαλαισίας, ομόλογα της Κορέας και ινδονησιακά παράγωγα. Είναι, λοιπόν, λογικό η οποιαδήποτε απαξίωση των ταϋλανδέζικων μετοχών να συμπαρασύρει και τις μαλαισιανές μετοχές και τα κορεατικά ομόλογα και τα ινδονησιακά παράγωγα.
Κάπως έτσι, ο πανικός που προκλήθηκε από την υποτίμηση του μαλαισιανού ρίνγκγκιτ (το νόμισμα της χώρας) συμπαρέσυρε και τα νομίσματα των άλλων "ασιατικών τίγρεων". Σύντομα η απόσυρση των επενδεδυμένων κεφαλαίων επεκτάθηκε στην Ινδονησία, στην Μαλαισία, στις Φιλιππίνες και στην Νότια Κορέα, η οποία εκείνη την εποχή διέθετε την ενδέκατη ισχυρότερη οικονομία του κόσμου. Οι κυβερνήσεις έρριξαν στην αγορά όλα τα τραπεζικά τους αποθέματα, προκειμένου να στηρίξουν τα νομίσματά τους, αλλά το μόνο που κατάφεραν ήταν να επιδεινώσουν την κατάσταση και να οδηγήσουν τις χώρες τους στην χρεωκοπία.
Φυσικά, ακολούθησαν -τί άλλο;- μέτρα. Σκληρά μέτρα, τα οποία έφεραν τον απλό λαό πέρα από τα όρια της απελπισίας. Η κατάσταση βγήκε εκτός ελέγχου. Στην Νότια Κορέα, η τηλεόραση καλούσε τον κόσμο να δωρίσει στο κράτος όσα κοσμήματα διέθετε, προκειμένου να διατεθούν για την εξυπηρέτηση του εθνικού χρέους. Μπορεί στους έλληνες να ακούγεται περίεργο, αλλά σ' αυτή την έκκληση ανταποκρίθηκαν 3 εκατομμύρια κορεάτες, συγκεντρώνοντας κάπου διακόσιους τόννους πολύτιμων μετάλλων! Παρ' ότι αυτή η ποσότητα ήταν τόσο μεγάλη ώστε επέφερε μείωση της τιμής του χρυσού στα χρηματιστήρια, η αξία τού κορεατικού νομίσματος συνέχισε την πτώση της. Κι αυτή η πτώση παρέσυρε στην καταστροφή τα λαϊκά στρώματα, τα οποία έβλεπαν όχι μόνο να εξανεμίζονται οι οικονομίες τους αλλά να καταρρέει και η αγοραστική δύναμη ως και αυτού του μεροκάματου. Με απλά λόγια, λόγω της τεράστιας υποτίμησης, το εισόδημα από την εργασία δεν επαρκούσε για την κάλυψη ως και αυτών των στοιχειωδών αναγκών. Χαρακτηριστικό της λαϊκής απόγνωσης είναι το φαινόμενο της αύξησης των αυτοκτονιών (το 1998, οι αυτοκτονίες των κορεατών αυξήθηκαν κατά 50%, με πολλές οικογένειες να αυτοκτονούν ομαδικά).
Και όμως, η λύση για την αποφυγή αυτής της καταστροφής ήταν πολύ απλή: η άμεση χορήγηση ενός μεγάλου δανείου, εκ μέρους είτε του ΔΝΤ είτε τής Παγκόσμιας Τράπεζας είτε κάποιων ισχυρών χωρών, όπως οι ΗΠΑ. Ακριβώς όπως είχε γίνει το 1994 στο Μεξικό, κατά την "κρίση της τεκίλας". Όμως, δυστυχώς για τις ασιατικές χώρες, κάποιοι ισχυροί παράγοντες αποφάσισαν να στείλουν ένα σαφές μήνυμα: μη βοηθήσετε την Ασία! Κι αυτοί οι παράγοντες δεν θα μπορούσαν να είναι άλλοι από τα γνωστά μας "παιδιά του Σικάγου"...
Ξαφνικά, όμως, εκείνη την άνοιξη του 1997, όλα άλλαξαν. Οι "ασιατικές τίγρεις" αρρώστησαν βαρειά και άρχισαν να βυθίζονται με ανεξέλεγκτα γρήγορους ρυθμούς. Σε σύντομο χρονικό διάστημα και δίχως να υπάρχει καμμιά εμφανής αιτία, οι επενδυτές αποδύθηκαν σε ταχύτατες ρευστοποιήσεις των θέσεών τους, με αποτέλεσμα τα νομίσματα αυτών των χωρών να αρχίσουν να καταρρέουν. Μέσα στο 1997, η Νότια Κορέα, για την οποία μιλήσαμε πρωτύτερα, παρουσίασε αρνητικό ισοζύγιο επενδύσεων 20 δισεκατομμυρίων δολλαρίων. Δηλαδή, 120 χαμένα δισεκατομμύρια μέσα σε έναν χρόνο, δίχως λόγο... Τι είχε συμβεί, λοιπόν; Η εξήγηση δείχνει ανάγλυφα τον τρόπο λειτουργίας τού καπιταλιστικού συστήματος, ειδικά σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον:
Όλα ξεκίνησαν από μια φήμη, ότι τάχα τα συναλλαγματικά αποθέματα της Ταϋλάνδης δεν επαρκούσαν για την στήριξη του νομίσματός της. Αυτή η φήμη ήταν αρκετή για να ξεφουσκώσει η επενδυτική φούσκα με την ίδια ευκολία με την οποία είχε φουσκώσει. Οι τράπεζες άρχισαν να ανακαλούν τις πιστώσεις που είχαν χορηγήσει. Πρώτο θύμα αυτής της αντίδρασης των τραπεζών ήταν η αγορά ακινήτων, η οποία σωριάστηκε σε συντρίμμια μέσα σε ελάχιστο χρόνο.
Σε μια ορθολογικά στημένη αγορά, οι επιπτώσεις θα σταματούσαν κάπου σ'αυτό το σημείο. Όμως, σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία, όπου οι διαχειριστές αμοιβαίων κεφαλαίων "πακετάρουν" διάφορες επενδύσεις σε ενιαία πακέτα και όπου οι παραδοσιακές επενδύσεις ωχριούν μπροστά στις αγορές παραγώγων και λοιπών τοξικών επενδύσεων, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Για παράδειγμα, ένα αμοιβαίο κεφάλαιο μπορεί να περιλαμβάνει μετοχές εταιρειών τής Ταϋλάνδης και της Μαλαισίας, ομόλογα της Κορέας και ινδονησιακά παράγωγα. Είναι, λοιπόν, λογικό η οποιαδήποτε απαξίωση των ταϋλανδέζικων μετοχών να συμπαρασύρει και τις μαλαισιανές μετοχές και τα κορεατικά ομόλογα και τα ινδονησιακά παράγωγα.
Κάπως έτσι, ο πανικός που προκλήθηκε από την υποτίμηση του μαλαισιανού ρίνγκγκιτ (το νόμισμα της χώρας) συμπαρέσυρε και τα νομίσματα των άλλων "ασιατικών τίγρεων". Σύντομα η απόσυρση των επενδεδυμένων κεφαλαίων επεκτάθηκε στην Ινδονησία, στην Μαλαισία, στις Φιλιππίνες και στην Νότια Κορέα, η οποία εκείνη την εποχή διέθετε την ενδέκατη ισχυρότερη οικονομία του κόσμου. Οι κυβερνήσεις έρριξαν στην αγορά όλα τα τραπεζικά τους αποθέματα, προκειμένου να στηρίξουν τα νομίσματά τους, αλλά το μόνο που κατάφεραν ήταν να επιδεινώσουν την κατάσταση και να οδηγήσουν τις χώρες τους στην χρεωκοπία.
Φυσικά, ακολούθησαν -τί άλλο;- μέτρα. Σκληρά μέτρα, τα οποία έφεραν τον απλό λαό πέρα από τα όρια της απελπισίας. Η κατάσταση βγήκε εκτός ελέγχου. Στην Νότια Κορέα, η τηλεόραση καλούσε τον κόσμο να δωρίσει στο κράτος όσα κοσμήματα διέθετε, προκειμένου να διατεθούν για την εξυπηρέτηση του εθνικού χρέους. Μπορεί στους έλληνες να ακούγεται περίεργο, αλλά σ' αυτή την έκκληση ανταποκρίθηκαν 3 εκατομμύρια κορεάτες, συγκεντρώνοντας κάπου διακόσιους τόννους πολύτιμων μετάλλων! Παρ' ότι αυτή η ποσότητα ήταν τόσο μεγάλη ώστε επέφερε μείωση της τιμής του χρυσού στα χρηματιστήρια, η αξία τού κορεατικού νομίσματος συνέχισε την πτώση της. Κι αυτή η πτώση παρέσυρε στην καταστροφή τα λαϊκά στρώματα, τα οποία έβλεπαν όχι μόνο να εξανεμίζονται οι οικονομίες τους αλλά να καταρρέει και η αγοραστική δύναμη ως και αυτού του μεροκάματου. Με απλά λόγια, λόγω της τεράστιας υποτίμησης, το εισόδημα από την εργασία δεν επαρκούσε για την κάλυψη ως και αυτών των στοιχειωδών αναγκών. Χαρακτηριστικό της λαϊκής απόγνωσης είναι το φαινόμενο της αύξησης των αυτοκτονιών (το 1998, οι αυτοκτονίες των κορεατών αυξήθηκαν κατά 50%, με πολλές οικογένειες να αυτοκτονούν ομαδικά).
Και όμως, η λύση για την αποφυγή αυτής της καταστροφής ήταν πολύ απλή: η άμεση χορήγηση ενός μεγάλου δανείου, εκ μέρους είτε του ΔΝΤ είτε τής Παγκόσμιας Τράπεζας είτε κάποιων ισχυρών χωρών, όπως οι ΗΠΑ. Ακριβώς όπως είχε γίνει το 1994 στο Μεξικό, κατά την "κρίση της τεκίλας". Όμως, δυστυχώς για τις ασιατικές χώρες, κάποιοι ισχυροί παράγοντες αποφάσισαν να στείλουν ένα σαφές μήνυμα: μη βοηθήσετε την Ασία! Κι αυτοί οι παράγοντες δεν θα μπορούσαν να είναι άλλοι από τα γνωστά μας "παιδιά του Σικάγου"...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου