Στα 68 του χρόνια ο Ντόναλντ Ράμσφελντ δεν θα έπρεπε να έχει άλλες φιλοδοξίες. Είχε διατελέσει υπουργός άμυνας επί προεδρίας Τζέραλντ Φορντ και η προσωπική του περιουσία ξεπερνούσε τα 250 εκατομμύρια δολλάρια. Θα μπορούσε να περιοριστεί στον ρόλο του ευτυχισμένου παππού αλλά συμφώνησε με χαρά όταν ο Τζωρτζ Μπους ο βλαξ τον επανέφερε στην θέση τού υπουργού άμυνας. Βέβαια, αυτή η επαναφορά τού Ράμσφελντ στην ενεργή πολιτική σκηνή είχε τον σκοπό της.
Ο Ράμσφελντ ήταν ένα από τα πολυαγαπημένα παιδιά τού Μίλτον Φρήντμαν, ο οποίος είχε μιλήσει κατ' επανάληψη με τα καλύτερα λόγια για τον μαθητή του, από την εποχή τού Νίξον. Και ο "πιο καλός ο μαθητής" έκανε ό,τι μπορούσε για να μη διαψεύσει τον δάσκαλό του. Όντας μέλος διοικητικών συμβουλίων πολλών μεγάλων εταιρειών, δεν έπαψε ποτέ να προπαγανδίζει τις ιδέες τού Φρήντμαν. Συμμετέχοντας στην κυβέρνηση Μπους, θα μπορούσε να επιφέρει μια ριζική νεοφιλελεύθερη τομή στον τρόπο λειτουργίας τού στρατού των ΗΠΑ.
Η φρηντμανική ιδέα, την οποία ήθελε να προωθήσει ο Ράμσφελντ, ήταν ριζοσπαστική: ο στρατός θα έπρεπε να πάψει να ασχολείται με τομείς όπου δραστηριοποιούνται ιδιώτες. Φυσικά, αυτό δεν θα γινόταν με στόχο την εξοικονόμηση κονδυλίων (άλλωστε, ο νέος υπουργός άμυνας είχε ζητήσει αύξηση των κονδυλίων για την άμυνα κατά 11%). Ο στόχος ήταν να μεταφερθούν μεγαλύτερα κονδύλια στα ταμεία των πολυεθνικών, όπως επιτάσσουν τα φρηντμανικά θέσφατα. Έτσι, ο Ράμσφελντ ζήτησε από όλες τις στρατιωτικές υπηρεσίες να προχωρήσουν σε μείωση προσωπικού κατά 15%. Παράλληλα, προώθησε την κατακόρυφη μείωση του ένοπλου δυναμικού, συμπληρώνοντας τα δημιουργούμενα κενά με εργολαβίες, τις οποίες ανέθετε σε εταιρείες όπως η Halliburton και η Blackwater.
Για να προλάβει τις αντιδράσεις τού στρατιωτικού κατεστημένου, ο Ράμσφελντ διακήρυξε ότι με το σχέδιό του θα γινόταν οικονομία σε κεφάλαια, τα οποία θα μπορούσαν να διατεθούν για την ανάπτυξη σύγχρονων οπλικών συστημάτων, δορυφόρων, συστημάτων νανοτεχνολογίας κλπ. Όμως, οι ανώτατοι αξιωματικοί τού Πενταγώνου δεν είδαν με καθόλου καλό μάτι τις πρωτοβουλίες τού υπουργού. Αν αντικαθιστούσαν τους στρατιώτες τους υπάλληλοι (και, μάλιστα, κακοπληρωμένοι) ιδιωτικών στρατιωτικών εταιρειών, τί θα έμενε σ' εκείνους να διοικήσουν; Η αντίδραση του στρατιωτικού κατεστημένου ήταν τόσο έντονη ώστε μέσα σε λίγους μήνες όλοι στοιχημάτιζαν πως η παραίτηση Ράμσφελντ ήταν ζήτημα χρόνου.
Έτσι, όταν κάποια μέρα ο Ράμσφελντ συγκάλεσε σε ανοιχτή συνεδρίαση τα στελέχη τού Πενταγώνου, όλοι πίστεψαν ότι το έκανε για να ανακοινώσει την παραίτησή του. Όμως, ο Ράμσφελντ αιφνιδίασε τους πάντες με μια εισήγηση η οποία προκάλεσε ρίγη:
"Το θέμα μας σήμερα είναι ένας αντίπαλος που συνιστά απειλή, μια σοβαρή απειλή για την ασφάλεια των ΗΠΑ. Αυτός ο αντίπαλος είναι ένας από τους τελευταίους παγκόσμιους προμαχώνες τού κεντρικού σχεδιασμού. Κυβερνά υπαγορεύοντας πενταετή σχέδια (σ.σ.: εδώ όλων το μυαλό πρέπει να πήγε στον Στάλιν). Από μια απλή βάση, προσπαθεί να επιβάλει τις απαιτήσεις του, πέρα από χρονικές ζώνες, ηπείρους, ωκεανούς κι ακόμη παραπέρα (σ.σ.: στο διάστημα;). Με βάναυση συνέπεια καταπνίγει την ελεύθερη σκέψη και συντρίβει τις νέες ιδέες. Υπονομεύει την άμυνα των ΗΠΑ και βάζει σε κίνδυνο την ζωή των ενστόλων. Ίσως αυτός ο αντίπαλος ηχεί σαν την πρώην Σοβιετική Ένωση, αλλά αυτός ο εχθρός χάθηκε: οι σημερινοί μας ανταγωνιστές είναι πιο δυσδιάκριτοι και αδυσώπητοι...Ο αντίπαλος είναι πιο κοντά στο σπίτι μας. Είναι η γραφειοκρατία τού Πενταγώνου...".
Το ακροατήριο ταράχθηκε. Ούτε λίγο ούτε πολύ, ο υπουργός τους όχι μόνο τους συνέκρινε με τα σοβιετικά "κομμούνια" αλλά τους θεωρούσε ακόμη πιο επικίνδυνους. Κι ενώ οι στρατηγοί κοιταζόντουσαν εμβρόντητοι μεταξύ τους, ο Ράμσφελντ συνέχισε: "Γνωρίζουμε τον αντίπαλο. Γνωρίζουμε την απειλή. Και με την ίδια προσήλωση που απαιτεί κάθε προσπάθεια εναντίον ενός αποφασισμένου αντιπάλου, πρέπει να αρχίσουμε αυτή την προσπάθεια και να επιμείνουμε σ' αυτή...Έτσι, σήμερα κηρύσσουμε πόλεμο κατά της γραφειοκρατίας".
Ο Ράμσφελντ είχε ήδη βάλει τα ερωτήματα: Γιατί να μαζεύουν οι στρατιώτες τα σκουπίδια στα στρατόπεδα, όταν αυτό μπορεί να το κάνει μια ιδιωτική εταιρεία; Γιατί πρέπει οι ένστολοι να σφουγγαρίζουν τα πατώματα και να πλένουν τα τζάμια, όταν αυτά μπορεί να τα κάνει κάποιος ιδιώτης; Γιατί πρέπει ο στρατός να διαχειρίζεται τις αποθήκες των υλικών του, όταν υπάρχουν εταιρείες διαχείρισης αποθηκών (Logistics) που μπορούν να κάνουν την ίδια δουλειά; Γιατί πρέπει να υπάρχουν στρατιωτικοί γιατροί, αφού υπάρχουν τόσοι ιδιώτες γιατροί που μπορούν να τους αντικαταστήσουν; Γιατί πρέπει να φροντίζει το υπουργείο άμυνας για τα σπίτια των στρατιωτικών, από την στιγμή που μπορεί να ανατεθεί αυτή η δουλειά σε ιδιωτικές κατασκευαστικές εταιρείες;
Με την ομιλία του αυτή, ο Ράμσφελντ "ξύριζε" τις αρμοδιότητες των στρατιωτικών, αφήνοντάς τους μόνο την ευθύνη των μαχών. Αποκλειστικά των μαχών, αφού ακόμη και τα στρατιωτικά οχήματα θα αντικαθιστώνταν από οχήματα ιδιωτικών εταιρειών, οδηγούμενα από έμμισθους υπαλλήλους. Το όνειρο τού Φρήντμαν για "λιγώτερο κράτος" στις ΗΠΑ, έμελλε να αρχίσει την πραγμάτωσή του από τον πιο σκληρό κρατικό τομέα: τον στρατό.
Μόλις ο υπουργός τελείωσε την ομιλία του, χαιρέτησε και έφυγε δίχως να περιμένει να ακούσει ερωτήσεις ή αντιρρήσεις. Ήταν σαφές ότι δεν ήθελε να εμπλακεί σε διάλογο αλλά να αφήσει το ακροατήριό του να εμπεδώσει το σοκ, το οποίο είχαν προκαλέσει τα λόγια του. Οι στενών αντιλήψεων στρατιωτικοί δεν μπορούσαν να αντιληφθούν ότι η ενέργεια του Ράμσφελντ ήταν απόλυτα στηριγμένη στην θεωρία του Φρήντμαν περί σοκ και γι' αυτό δεν αντέδρασαν αμέσως. Όμως, ήταν κάτι παραπάνω από σίγουρο ότι οι αντιδράσεις τους θα ξεσπούσαν την επόμενη μέρα και θα ήταν τόσο έντονες ώστε ο υπουργός δεν θα μπορούσε να αντισταθεί.
Ευτυχώς για τον υπουργό άμυνας, η επόμενη μέρα δεν προσφερόταν για αντιδράσεις. Εντελώς συμπτωματικά (;) ο Ράμσφελντ είχε επιλέξει ως ημέρα για την ανοιχτή συνεδρίαση στο Πεντάγωνο την 10η Σεπτεμβρίου 2001. Αυτή η -εξαιρετικά περίεργη- σύμπτωση αποτελεί ακόμη και σήμερα αντικείμενο συζητήσεων.
Ο Ράμσφελντ ήταν ένα από τα πολυαγαπημένα παιδιά τού Μίλτον Φρήντμαν, ο οποίος είχε μιλήσει κατ' επανάληψη με τα καλύτερα λόγια για τον μαθητή του, από την εποχή τού Νίξον. Και ο "πιο καλός ο μαθητής" έκανε ό,τι μπορούσε για να μη διαψεύσει τον δάσκαλό του. Όντας μέλος διοικητικών συμβουλίων πολλών μεγάλων εταιρειών, δεν έπαψε ποτέ να προπαγανδίζει τις ιδέες τού Φρήντμαν. Συμμετέχοντας στην κυβέρνηση Μπους, θα μπορούσε να επιφέρει μια ριζική νεοφιλελεύθερη τομή στον τρόπο λειτουργίας τού στρατού των ΗΠΑ.
Η φρηντμανική ιδέα, την οποία ήθελε να προωθήσει ο Ράμσφελντ, ήταν ριζοσπαστική: ο στρατός θα έπρεπε να πάψει να ασχολείται με τομείς όπου δραστηριοποιούνται ιδιώτες. Φυσικά, αυτό δεν θα γινόταν με στόχο την εξοικονόμηση κονδυλίων (άλλωστε, ο νέος υπουργός άμυνας είχε ζητήσει αύξηση των κονδυλίων για την άμυνα κατά 11%). Ο στόχος ήταν να μεταφερθούν μεγαλύτερα κονδύλια στα ταμεία των πολυεθνικών, όπως επιτάσσουν τα φρηντμανικά θέσφατα. Έτσι, ο Ράμσφελντ ζήτησε από όλες τις στρατιωτικές υπηρεσίες να προχωρήσουν σε μείωση προσωπικού κατά 15%. Παράλληλα, προώθησε την κατακόρυφη μείωση του ένοπλου δυναμικού, συμπληρώνοντας τα δημιουργούμενα κενά με εργολαβίες, τις οποίες ανέθετε σε εταιρείες όπως η Halliburton και η Blackwater.
Για να προλάβει τις αντιδράσεις τού στρατιωτικού κατεστημένου, ο Ράμσφελντ διακήρυξε ότι με το σχέδιό του θα γινόταν οικονομία σε κεφάλαια, τα οποία θα μπορούσαν να διατεθούν για την ανάπτυξη σύγχρονων οπλικών συστημάτων, δορυφόρων, συστημάτων νανοτεχνολογίας κλπ. Όμως, οι ανώτατοι αξιωματικοί τού Πενταγώνου δεν είδαν με καθόλου καλό μάτι τις πρωτοβουλίες τού υπουργού. Αν αντικαθιστούσαν τους στρατιώτες τους υπάλληλοι (και, μάλιστα, κακοπληρωμένοι) ιδιωτικών στρατιωτικών εταιρειών, τί θα έμενε σ' εκείνους να διοικήσουν; Η αντίδραση του στρατιωτικού κατεστημένου ήταν τόσο έντονη ώστε μέσα σε λίγους μήνες όλοι στοιχημάτιζαν πως η παραίτηση Ράμσφελντ ήταν ζήτημα χρόνου.
Έτσι, όταν κάποια μέρα ο Ράμσφελντ συγκάλεσε σε ανοιχτή συνεδρίαση τα στελέχη τού Πενταγώνου, όλοι πίστεψαν ότι το έκανε για να ανακοινώσει την παραίτησή του. Όμως, ο Ράμσφελντ αιφνιδίασε τους πάντες με μια εισήγηση η οποία προκάλεσε ρίγη:
"Το θέμα μας σήμερα είναι ένας αντίπαλος που συνιστά απειλή, μια σοβαρή απειλή για την ασφάλεια των ΗΠΑ. Αυτός ο αντίπαλος είναι ένας από τους τελευταίους παγκόσμιους προμαχώνες τού κεντρικού σχεδιασμού. Κυβερνά υπαγορεύοντας πενταετή σχέδια (σ.σ.: εδώ όλων το μυαλό πρέπει να πήγε στον Στάλιν). Από μια απλή βάση, προσπαθεί να επιβάλει τις απαιτήσεις του, πέρα από χρονικές ζώνες, ηπείρους, ωκεανούς κι ακόμη παραπέρα (σ.σ.: στο διάστημα;). Με βάναυση συνέπεια καταπνίγει την ελεύθερη σκέψη και συντρίβει τις νέες ιδέες. Υπονομεύει την άμυνα των ΗΠΑ και βάζει σε κίνδυνο την ζωή των ενστόλων. Ίσως αυτός ο αντίπαλος ηχεί σαν την πρώην Σοβιετική Ένωση, αλλά αυτός ο εχθρός χάθηκε: οι σημερινοί μας ανταγωνιστές είναι πιο δυσδιάκριτοι και αδυσώπητοι...Ο αντίπαλος είναι πιο κοντά στο σπίτι μας. Είναι η γραφειοκρατία τού Πενταγώνου...".
Το ακροατήριο ταράχθηκε. Ούτε λίγο ούτε πολύ, ο υπουργός τους όχι μόνο τους συνέκρινε με τα σοβιετικά "κομμούνια" αλλά τους θεωρούσε ακόμη πιο επικίνδυνους. Κι ενώ οι στρατηγοί κοιταζόντουσαν εμβρόντητοι μεταξύ τους, ο Ράμσφελντ συνέχισε: "Γνωρίζουμε τον αντίπαλο. Γνωρίζουμε την απειλή. Και με την ίδια προσήλωση που απαιτεί κάθε προσπάθεια εναντίον ενός αποφασισμένου αντιπάλου, πρέπει να αρχίσουμε αυτή την προσπάθεια και να επιμείνουμε σ' αυτή...Έτσι, σήμερα κηρύσσουμε πόλεμο κατά της γραφειοκρατίας".
Ο Ράμσφελντ είχε ήδη βάλει τα ερωτήματα: Γιατί να μαζεύουν οι στρατιώτες τα σκουπίδια στα στρατόπεδα, όταν αυτό μπορεί να το κάνει μια ιδιωτική εταιρεία; Γιατί πρέπει οι ένστολοι να σφουγγαρίζουν τα πατώματα και να πλένουν τα τζάμια, όταν αυτά μπορεί να τα κάνει κάποιος ιδιώτης; Γιατί πρέπει ο στρατός να διαχειρίζεται τις αποθήκες των υλικών του, όταν υπάρχουν εταιρείες διαχείρισης αποθηκών (Logistics) που μπορούν να κάνουν την ίδια δουλειά; Γιατί πρέπει να υπάρχουν στρατιωτικοί γιατροί, αφού υπάρχουν τόσοι ιδιώτες γιατροί που μπορούν να τους αντικαταστήσουν; Γιατί πρέπει να φροντίζει το υπουργείο άμυνας για τα σπίτια των στρατιωτικών, από την στιγμή που μπορεί να ανατεθεί αυτή η δουλειά σε ιδιωτικές κατασκευαστικές εταιρείες;
Με την ομιλία του αυτή, ο Ράμσφελντ "ξύριζε" τις αρμοδιότητες των στρατιωτικών, αφήνοντάς τους μόνο την ευθύνη των μαχών. Αποκλειστικά των μαχών, αφού ακόμη και τα στρατιωτικά οχήματα θα αντικαθιστώνταν από οχήματα ιδιωτικών εταιρειών, οδηγούμενα από έμμισθους υπαλλήλους. Το όνειρο τού Φρήντμαν για "λιγώτερο κράτος" στις ΗΠΑ, έμελλε να αρχίσει την πραγμάτωσή του από τον πιο σκληρό κρατικό τομέα: τον στρατό.
Μόλις ο υπουργός τελείωσε την ομιλία του, χαιρέτησε και έφυγε δίχως να περιμένει να ακούσει ερωτήσεις ή αντιρρήσεις. Ήταν σαφές ότι δεν ήθελε να εμπλακεί σε διάλογο αλλά να αφήσει το ακροατήριό του να εμπεδώσει το σοκ, το οποίο είχαν προκαλέσει τα λόγια του. Οι στενών αντιλήψεων στρατιωτικοί δεν μπορούσαν να αντιληφθούν ότι η ενέργεια του Ράμσφελντ ήταν απόλυτα στηριγμένη στην θεωρία του Φρήντμαν περί σοκ και γι' αυτό δεν αντέδρασαν αμέσως. Όμως, ήταν κάτι παραπάνω από σίγουρο ότι οι αντιδράσεις τους θα ξεσπούσαν την επόμενη μέρα και θα ήταν τόσο έντονες ώστε ο υπουργός δεν θα μπορούσε να αντισταθεί.
Ευτυχώς για τον υπουργό άμυνας, η επόμενη μέρα δεν προσφερόταν για αντιδράσεις. Εντελώς συμπτωματικά (;) ο Ράμσφελντ είχε επιλέξει ως ημέρα για την ανοιχτή συνεδρίαση στο Πεντάγωνο την 10η Σεπτεμβρίου 2001. Αυτή η -εξαιρετικά περίεργη- σύμπτωση αποτελεί ακόμη και σήμερα αντικείμενο συζητήσεων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου