Οι πιστοί τού νεοφιλελευθερισμού παρουσιάζουν τις εξελίξεις της δεκαετίας του '80 ως θρίαμβο της ιδεολογίας τους. Συγκεκριμένα, ισχυρίζονται ότι οι χώρες που βγήκαν από την δικτατορική τυραννία, επέλεξαν να συνταιριάσουν την ελευθερία τους με την ελευθερία των αγορών. Όμως, η αλήθεια είναι τελείως διαφορετική: μόλις οι λαοί ανάσαναν από την καταδυνάστευση των βάναυσων καθεστώτων, χτυπήθηκαν από την καταιγίδα των χρηματοικονομικών σοκ και δεν πρόλαβαν να αντιδράσουν. Για να καταλάβουμε τι ακριβώς συνέβη, ας συνεχίσουμε την εξέταση της περίπτωσης που λέγεται Αργεντινή.
Λέγαμε χτες ότι ο Αλφονσίν ανέλαβε την εξουσία το 1983, ενώ ήταν σε εξέλιξη το "σοκ Βόλκερ". Το 1986, ο πληθωρισμός είχε ξεφύγει τόσο, ώστε ο Αλφονσίν έθεσε σε κυκλοφορία ένα νέο νόμισμα, το αουστράλ, ελπίζοντας να ελέγξει την κατάσταση. Όμως, σε 3 μόλις χρόνια, τα πράγματα χειροτέρεψαν τόσο, ώστε το να ντύσει κανείς τους τοίχους τού σπιτιού του με αουστράλ ήταν φτηνότερο από το να αγοράσει χαρτί ταπετσαρίας. Τελικά, ο Αλφονσίν δεν άντεξε. Τον Ιούνιο του 1989, με τον πληθωρισμό πάνω από 200%, παραιτήθηκε.
Η αριστερά κατηγόρησε τον απελθόντα πρόεδρο ότι δεν έκανε όσα θα μπορούσε να κάνει. Για παράδειγμα, θα μπορούσε να είχε κηρύξει στάση πληρωμών κι όχι να ξεζουμίζει την χώρα του προκειμένου να πληρώσει ένα χρέος, το οποίο -με μαθηματική βεβαιότητα- δεν ήταν δυνατόν να εξοφληθεί ποτέ. Θα μπορούσε, επίσης, να συνεννοηθεί με άλλες νοτιοαμερικανικές χώρες (με τα ίδια χάλια ή και χειρότερα) και να συστήσουν μια "ένωση οφειλετών", η οποία θα λειτουργούσε μια κοινή αγορά. Βέβαια, ο Αλφονσίν τα είχε σκεφτεί όλα αυτά αλλά δίστασε, ως αστός πολιτικός που δεν διέθετε επαναστατική παιδεία. Δίστασε, επειδή οι στρατιωτικοί μπορεί να είχαν παραδώσει την εξουσία αλλά -υπό την κάλυψη των ΗΠΑ- δεν βρισκόντουσαν στις φυλακές και παρακολουθούσαν τις εξελίξεις με τα όπλα παρά πόδα.
Ουσιαστικά, λοιπόν, ο Αλφονσίν είχε μόνο μια διέξοδο, εκτός από την παραίτηση: να συγκρουσθεί με τις ΗΠΑ και να προκαλέσει ρήξη με τους πιστωτές τής χώρας του (ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα και πολυεθνικό κεφάλαιο). Όμως, με την αναγεννημένη δημοκρατία να είναι ακόμη εξαιρετικά αδύναμη και υπερβολικά ζαλισμένη από τα απανωτά σοκ, ο Αλφονσίν φοβήθηκε την σύγκρουση και αποδέχτηκε τους κανόνες της Ουάσιγκτον.
Αυτοί οι περίφημοι "κανόνες" τής δεκαετίας του '80 δεν είχαν καμμιά σχέση με τους παλαιότερους. Η παρακαταθήκη τής Βολιβίας είχε δείξει έναν καινούργιο δρόμο επιβολής της αμερικανικής κυριαρχίας, απαλλαγμένο από τις στρατιωτικές δικτατορίες. Ένας καινούργιος κόσμος ανέτελλε σιγά-σιγά. Ένας κόσμος στον οποίο η αμερικανική πολιτική θα επιβαλλόταν μέσω της οικονομίας και των "διαρθρωτικών προσαρμογών" και όπου οι δικτατορίες των στρατηγών θα έδιναν την θέση τους στις "δικτατορίες του χρέους".
Στο σημείο αυτό, ας θυμηθούμε τα όσα λέγαμε σε παλιότερο σημείωμα αυτής της σειράς για το Μπρέτον Γουντς. Λέγαμε, λοιπόν, ότι οι συμφωνίες του Μπρέτον Γουντς είχαν καταλήξει στην σύσταση δυο μεγάλων χρηματοπιστωτικών οργανισμών: του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας (αργότερα προστέθηκε και ο τρίτος της παρέας, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου). Όταν ο Νίξον αποδέσμευσε το δολλάριο από τον "κανόνα του χρυσού", μπορεί να έβαζε ταφόπλακα στο Μπρέτον Γουντς αλλά το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα παρέμειναν ολοζώντανα. Και είναι αυτοί ακριβώς οι οργανισμοί που, κατά την δεκαετία του '80, κατάντησαν εργαλείο στα χέρια της αμερικανικής πολιτικής, σφίγγοντας την θηλιά στον λαιμό των υπερχρεωμένων κρατών.
Θεωρητικώς, ο Φρήντμαν ήταν αντίθετος σ' αυτούς τους οργανισμούς, εφ' όσον πίστευε στην απόλυτη ελευθερία των αγορών και σιχαινόταν κάθε μορφής παρέμβαση. Όμως, δεν τον χάλαγε καθόλου η σκέψη ότι τόσο το ΔΝΤ όσο και η Παγκόσμια Τράπεζα θα μπορούσαν να ακολουθήσουν μια πολιτική που θα γινόταν το όχημα με το οποίο θα επιβάλλονταν οι ιδέες του. Έτσι, δεν είναι καθόλου παράδοξο το γεγονός ότι οι κορυφαίες θέσεις αυτών των δυο μεγάλων οργανισμών παραδόθηκαν στα "παιδιά του Σικάγου". Ο Φρήντμαν καταλάβαινε ότι πολύ σύντομα οι υπερχρεωμένες χώρες θα οδηγούνταν στα νύχια του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, οπότε τα "παιδιά" του έπρεπε να είναι εκεί και να περιμένουν.
Όπως έχουμε ξαναπεί, η οικονομική κατάρρευση μιας χώρας δεν συνιστά για τον φρηντμανισμό πρόβλημα προς επίλυση αλλά ευκαιρία για δράση. Έτσι, υπό την διοίκηση των "παιδιών του Σικάγου", οι δυο μεγαλύτεροι χρηματοοικονομικοί οργανισμοί του κόσμου υιοθέτησαν την λογική ενός "οπορτουνισμού των κρίσεων", προδίδοντας θεμελιακά τις ιδρυτικές τους αρχές.
Σε επόμενα σημειώματα θα ασχοληθούμε διεξοδικά και με το ΔΝΤ και με την Παγκόσμια Τράπεζα. Για την ώρα, θα συνεχίσουμε με τις εξελίξεις στην Αργεντινή, όπου έχουμε μείνει στην παραίτηση Αλφονσίν. Οι εκλογές που ακολούθησαν έφεραν στην προεδρία της χώρας έναν επαρχιώτη περονιστή κυβερνήτη, ο οποίος πρόβαλλε έναν ιδιότυπο "λαϊκό τσαμπουκά" με τα δερμάτινα σακάκια του και τις μακριές φαβορίτες του. Τον Κάρλος Μένεμ.
Η αποδοχή του Μένεμ από τα λαϊκά στρώματα ήταν μεγάλη. Ο κόσμος πίστευε ότι ο νέος πρόεδρος θα εξέφραζε τον "τσαμπουκά" του πάνω σε όσους του ρουφούσαν το αίμα. Όμως, κάποιοι σκεπτικιστές αναλυτές δαγκώθηκαν, καθώς διέβλεπαν εντυπωσιακές ομοιότητες της λαϊκής απήχησης του Μένεμ στην Αργεντινή με εκείνη που είχε ο Βίκτωρ Πας στην Βολιβία λίγα χρόνια νωρίτερα. Δεν είχαν άδικο...
Λέγαμε χτες ότι ο Αλφονσίν ανέλαβε την εξουσία το 1983, ενώ ήταν σε εξέλιξη το "σοκ Βόλκερ". Το 1986, ο πληθωρισμός είχε ξεφύγει τόσο, ώστε ο Αλφονσίν έθεσε σε κυκλοφορία ένα νέο νόμισμα, το αουστράλ, ελπίζοντας να ελέγξει την κατάσταση. Όμως, σε 3 μόλις χρόνια, τα πράγματα χειροτέρεψαν τόσο, ώστε το να ντύσει κανείς τους τοίχους τού σπιτιού του με αουστράλ ήταν φτηνότερο από το να αγοράσει χαρτί ταπετσαρίας. Τελικά, ο Αλφονσίν δεν άντεξε. Τον Ιούνιο του 1989, με τον πληθωρισμό πάνω από 200%, παραιτήθηκε.
Η αριστερά κατηγόρησε τον απελθόντα πρόεδρο ότι δεν έκανε όσα θα μπορούσε να κάνει. Για παράδειγμα, θα μπορούσε να είχε κηρύξει στάση πληρωμών κι όχι να ξεζουμίζει την χώρα του προκειμένου να πληρώσει ένα χρέος, το οποίο -με μαθηματική βεβαιότητα- δεν ήταν δυνατόν να εξοφληθεί ποτέ. Θα μπορούσε, επίσης, να συνεννοηθεί με άλλες νοτιοαμερικανικές χώρες (με τα ίδια χάλια ή και χειρότερα) και να συστήσουν μια "ένωση οφειλετών", η οποία θα λειτουργούσε μια κοινή αγορά. Βέβαια, ο Αλφονσίν τα είχε σκεφτεί όλα αυτά αλλά δίστασε, ως αστός πολιτικός που δεν διέθετε επαναστατική παιδεία. Δίστασε, επειδή οι στρατιωτικοί μπορεί να είχαν παραδώσει την εξουσία αλλά -υπό την κάλυψη των ΗΠΑ- δεν βρισκόντουσαν στις φυλακές και παρακολουθούσαν τις εξελίξεις με τα όπλα παρά πόδα.
Ουσιαστικά, λοιπόν, ο Αλφονσίν είχε μόνο μια διέξοδο, εκτός από την παραίτηση: να συγκρουσθεί με τις ΗΠΑ και να προκαλέσει ρήξη με τους πιστωτές τής χώρας του (ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα και πολυεθνικό κεφάλαιο). Όμως, με την αναγεννημένη δημοκρατία να είναι ακόμη εξαιρετικά αδύναμη και υπερβολικά ζαλισμένη από τα απανωτά σοκ, ο Αλφονσίν φοβήθηκε την σύγκρουση και αποδέχτηκε τους κανόνες της Ουάσιγκτον.
Αυτοί οι περίφημοι "κανόνες" τής δεκαετίας του '80 δεν είχαν καμμιά σχέση με τους παλαιότερους. Η παρακαταθήκη τής Βολιβίας είχε δείξει έναν καινούργιο δρόμο επιβολής της αμερικανικής κυριαρχίας, απαλλαγμένο από τις στρατιωτικές δικτατορίες. Ένας καινούργιος κόσμος ανέτελλε σιγά-σιγά. Ένας κόσμος στον οποίο η αμερικανική πολιτική θα επιβαλλόταν μέσω της οικονομίας και των "διαρθρωτικών προσαρμογών" και όπου οι δικτατορίες των στρατηγών θα έδιναν την θέση τους στις "δικτατορίες του χρέους".
Στο σημείο αυτό, ας θυμηθούμε τα όσα λέγαμε σε παλιότερο σημείωμα αυτής της σειράς για το Μπρέτον Γουντς. Λέγαμε, λοιπόν, ότι οι συμφωνίες του Μπρέτον Γουντς είχαν καταλήξει στην σύσταση δυο μεγάλων χρηματοπιστωτικών οργανισμών: του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας (αργότερα προστέθηκε και ο τρίτος της παρέας, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου). Όταν ο Νίξον αποδέσμευσε το δολλάριο από τον "κανόνα του χρυσού", μπορεί να έβαζε ταφόπλακα στο Μπρέτον Γουντς αλλά το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα παρέμειναν ολοζώντανα. Και είναι αυτοί ακριβώς οι οργανισμοί που, κατά την δεκαετία του '80, κατάντησαν εργαλείο στα χέρια της αμερικανικής πολιτικής, σφίγγοντας την θηλιά στον λαιμό των υπερχρεωμένων κρατών.
Θεωρητικώς, ο Φρήντμαν ήταν αντίθετος σ' αυτούς τους οργανισμούς, εφ' όσον πίστευε στην απόλυτη ελευθερία των αγορών και σιχαινόταν κάθε μορφής παρέμβαση. Όμως, δεν τον χάλαγε καθόλου η σκέψη ότι τόσο το ΔΝΤ όσο και η Παγκόσμια Τράπεζα θα μπορούσαν να ακολουθήσουν μια πολιτική που θα γινόταν το όχημα με το οποίο θα επιβάλλονταν οι ιδέες του. Έτσι, δεν είναι καθόλου παράδοξο το γεγονός ότι οι κορυφαίες θέσεις αυτών των δυο μεγάλων οργανισμών παραδόθηκαν στα "παιδιά του Σικάγου". Ο Φρήντμαν καταλάβαινε ότι πολύ σύντομα οι υπερχρεωμένες χώρες θα οδηγούνταν στα νύχια του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, οπότε τα "παιδιά" του έπρεπε να είναι εκεί και να περιμένουν.
Όπως έχουμε ξαναπεί, η οικονομική κατάρρευση μιας χώρας δεν συνιστά για τον φρηντμανισμό πρόβλημα προς επίλυση αλλά ευκαιρία για δράση. Έτσι, υπό την διοίκηση των "παιδιών του Σικάγου", οι δυο μεγαλύτεροι χρηματοοικονομικοί οργανισμοί του κόσμου υιοθέτησαν την λογική ενός "οπορτουνισμού των κρίσεων", προδίδοντας θεμελιακά τις ιδρυτικές τους αρχές.
Σε επόμενα σημειώματα θα ασχοληθούμε διεξοδικά και με το ΔΝΤ και με την Παγκόσμια Τράπεζα. Για την ώρα, θα συνεχίσουμε με τις εξελίξεις στην Αργεντινή, όπου έχουμε μείνει στην παραίτηση Αλφονσίν. Οι εκλογές που ακολούθησαν έφεραν στην προεδρία της χώρας έναν επαρχιώτη περονιστή κυβερνήτη, ο οποίος πρόβαλλε έναν ιδιότυπο "λαϊκό τσαμπουκά" με τα δερμάτινα σακάκια του και τις μακριές φαβορίτες του. Τον Κάρλος Μένεμ.
Η αποδοχή του Μένεμ από τα λαϊκά στρώματα ήταν μεγάλη. Ο κόσμος πίστευε ότι ο νέος πρόεδρος θα εξέφραζε τον "τσαμπουκά" του πάνω σε όσους του ρουφούσαν το αίμα. Όμως, κάποιοι σκεπτικιστές αναλυτές δαγκώθηκαν, καθώς διέβλεπαν εντυπωσιακές ομοιότητες της λαϊκής απήχησης του Μένεμ στην Αργεντινή με εκείνη που είχε ο Βίκτωρ Πας στην Βολιβία λίγα χρόνια νωρίτερα. Δεν είχαν άδικο...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου