Δεν θα κουραστώ να επαναλαμβάνω ότι ο βασικός στόχος του καπιταλισμού, προκειμένου να μειωθεί η -αναπόφευκτη- καταστροφή του άναρχα συσσωρευμένου κεφαλαίου, είναι να "φορτώσει" τμήμα των ζημιών του στους εργαζόμενους. Για να φτάσει στον σκοπό του, το μεγαλύτερο εμπόδιο που βρίσκει μπροστά του είναι η οργανωμένη αντίσταση των εργαζομένων μέσα από τα συνδικάτα τους.
Έτσι, το κεφαλαιοκρατικό σύστημα επιτίθεται με λύσσα στο συνδικαλιστικό κίνημα. Κύριος μοχλός σ' αυτή την επίθεση είναι οι πουλημένες ηγεσίες των συνδικαλιστικών οργάνων. Αυτές οι ηγεσίες, οι οποίες δεν διστάζουν να παρουσιάζουν ως κατόρθωμα την υπογραφή συμβάσεων που προβλέπουν αυξήσεις μικρότερες του 1% ή που δέχονται με χλιαρές διαμαρτυρίες την παγίωση μέτρων, όπως η εκ περιτροπής εργασία, οι περικοπές στα ωράρια, το κλάδεμα των ελάχιστων αμοιβών κλπ.
Όπως και να το κάνουμε, στην επιχείρηση "μείωση του κόστους εργασίας", η υγιής συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζομένων θεωρείται εμπόδιο. Τα τελευταία δυο χρόνια βλέπουμε (τόσο στον τόπο μας όσο και στον υπόλοιπο δυτικό κόσμο) να εμφανίζονται όλο και πιο συχνά, ως μέτρα κατά της κρίσης, μέτρα που οδηγούν στην περιστολή ή κατάργηση του δικαιώματος της συνδικαλιστικής οργάνωσης των εργαζομένων. Στις περισσότερες περιπτώσεις αυτή η επίθεση γίνεται μέσω της κατάργησης των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και φυσικά της κατάργησης των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Είτε μας αρέσει είτε όχι, οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας συνιστούν τη ραχοκοκκαλιά του συνδικαλιστικού κινήματος και η κατάργησή τους αναιρεί έναν από τους βασικούς λόγους για τους οποίους οι εργαζόμενοι συσπειρώνονται σε σωματεία και ομοσπονδίες.
Η επίθεση κατά των συνδικάτων είναι πολύμορφη. Αλλού εκδηλώνεται με νόμους και κυβερνητικές αποφάσεις, οι οποίες χτυπούν ευθέως το δικαίωμα του συνδικαλισμού. Δείτε, για παράδειγμα, τι γίνεται στις ΗΠΑ, όπου σε πολλές πολιτείες προωθούνται αυτή την περίοδο νόμοι με τους οποίους καταργούνται οι συλλογικές συμβάσεις, μιας και θεωρούνται υπεύθυνες για το "υψηλό" κόστος εργασίας. Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι αυτή του Ουινσκόνσιν, όπου, επί πολλές εβδομάδες, χιλιάδες εργαζόμενοι περικύκλωσαν το τοπικό κογκρέσσο για να αποτρέψουν την ψήφιση ενός νόμου με τον οποίο ο κυβερνήτης της πολιτείας επιδιώκει την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων στον δημόσιο τομέα, ενώ με σειρά άλλων μέτρων οδηγεί στην οικονομική ασφυξία τα συνδικάτα.
Σε άλλες περιπτώσεις (όπως στην χώρα μας), η κατάργηση των συμβάσεων επιδιώκεται με σειρά νόμων και αποφάσεων για την -επί της ουσίας- κατάργηση της Εθνικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας και, κατ' επέκταση, των κλαδικών συμβάσεων εν συνεχεία. Έτσι, φθάνοντας στο επίπεδο των επιχειρησιακών συμβάσεων, οι εργοδότες αποκτούν σημαντικό προνόμιο, αφού οι εργαζόμενοι είναι περισσότερο ευάλωτοι στις κάθε είδους πιέσεις και ο εργοδοτικός συνδικαλισμός πιο εύκολα να κάνει τη δουλειά του. Στην πιο προωθημένη της μορφή, αυτή η επίθεση περιλαμβάνει την καθιέρωση των ατομικών συμβάσεων, το βασίλειο της εργοδοτικής αυθαιρεσίας.
Υπάρχουν όμως και άλλες μορφές σ' αυτή την επιχείρηση κατά των συνδικάτων, οι οποίες οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα. Προσέξτε την "πρωτοπόρα" προστυχιά που προωθήθηκε στην Ρουμανία. Εκεί, λοιπόν, συντάχθηκε ένας "εργασιακός κώδικας" σε συνεργασία με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (!), βάσει του οποίου οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας θα πρέπει να περιέχουν κριτήρια επιδόσεων και σχήματα αξιολόγησης των εργαζομένων. Δώστε ιδιαίτερη σημασία σ' εκείνο το "πρέπει" και σκεφθείτε ποιοι θα είναι οι κριτές των επιδόσεων και οι αξιολογητές των εργαζομένων. Τώρα καταλαβαίνετε πόσο εύκολες γίνονται για τους εργοδότες τόσο οι μειώσεις των αμοιβών όσο και οι απολύσεις.
Σαν να μη φτάνει αυτό, ο "εργασιακός κώδικας" καταργεί την προστασία των συνδικαλιστικών στελεχών απέναντι στην εργοδοτική αυθαιρεσία, αφού δίνει στα αφεντικά το δικαίωμα για απολύσεις μελών διοίκησης συνδικάτων εφ' όσον αυτοί οι συνδικαλιστές "δεν εκπληρώνουν τους στόχους εργασίας τους". Ποιος θα κρίνει αν οι συνδικαλιστές εκπληρώνουν τους στόχους εργασίας τους; Μα, φυσικά, ο εργοδότης!
Προφανώς, το ΔΝΤ έκρινε ότι αυτός ο "εργασιακός κώδικας" διευκολύνει την πολιτική της ρουμανικής κυβέρνησης για την "διάσωση" της οικονομίας, αν και είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσει σε δραστική μείωση μισθών και αυξημένες απολύσεις εργαζομένων σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Και, επίσης προφανώς, η Ρουμανία παίζει τον ρόλο του "πειραματόζωου", ώστε τέτοιοι "κώδικες" να προωθηθούν και σε άλλες χώρες.
Εϊπαμε γιατί γίνονται όλα αυτά. Για την μείωση του κόστους εργασίας, ώστε να μειωθεί το κόστος παραγωγής και να βγει το κεφάλαιο από την κρίση. Το θέμα είναι ποιος πληρώνει το κόστος αυτό. Να πώς αντιλαμβάνεται αυτή την μείωση το καπιταλιστικό σύστημα: την ώρα που ο Μπομπ Ντάιμοντ, διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας Barclay's, εισπράττει (για το 2010) ως μπόνους 6,5 εκατομμύρια στερλίνες και μετοχές της τράπεζας ύψους 14 εκατομμυρίων στερλινών, η ίδια τράπεζα ανακοινώνει το κλείσιμο 100 υποκαταστημάτων της στην Ισπανία και την απόλυση 700 υπαλλήλων.
Κατανοητό; Χαίρετε.
Έτσι, το κεφαλαιοκρατικό σύστημα επιτίθεται με λύσσα στο συνδικαλιστικό κίνημα. Κύριος μοχλός σ' αυτή την επίθεση είναι οι πουλημένες ηγεσίες των συνδικαλιστικών οργάνων. Αυτές οι ηγεσίες, οι οποίες δεν διστάζουν να παρουσιάζουν ως κατόρθωμα την υπογραφή συμβάσεων που προβλέπουν αυξήσεις μικρότερες του 1% ή που δέχονται με χλιαρές διαμαρτυρίες την παγίωση μέτρων, όπως η εκ περιτροπής εργασία, οι περικοπές στα ωράρια, το κλάδεμα των ελάχιστων αμοιβών κλπ.
Όπως και να το κάνουμε, στην επιχείρηση "μείωση του κόστους εργασίας", η υγιής συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζομένων θεωρείται εμπόδιο. Τα τελευταία δυο χρόνια βλέπουμε (τόσο στον τόπο μας όσο και στον υπόλοιπο δυτικό κόσμο) να εμφανίζονται όλο και πιο συχνά, ως μέτρα κατά της κρίσης, μέτρα που οδηγούν στην περιστολή ή κατάργηση του δικαιώματος της συνδικαλιστικής οργάνωσης των εργαζομένων. Στις περισσότερες περιπτώσεις αυτή η επίθεση γίνεται μέσω της κατάργησης των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και φυσικά της κατάργησης των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Είτε μας αρέσει είτε όχι, οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας συνιστούν τη ραχοκοκκαλιά του συνδικαλιστικού κινήματος και η κατάργησή τους αναιρεί έναν από τους βασικούς λόγους για τους οποίους οι εργαζόμενοι συσπειρώνονται σε σωματεία και ομοσπονδίες.
Η επίθεση κατά των συνδικάτων είναι πολύμορφη. Αλλού εκδηλώνεται με νόμους και κυβερνητικές αποφάσεις, οι οποίες χτυπούν ευθέως το δικαίωμα του συνδικαλισμού. Δείτε, για παράδειγμα, τι γίνεται στις ΗΠΑ, όπου σε πολλές πολιτείες προωθούνται αυτή την περίοδο νόμοι με τους οποίους καταργούνται οι συλλογικές συμβάσεις, μιας και θεωρούνται υπεύθυνες για το "υψηλό" κόστος εργασίας. Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι αυτή του Ουινσκόνσιν, όπου, επί πολλές εβδομάδες, χιλιάδες εργαζόμενοι περικύκλωσαν το τοπικό κογκρέσσο για να αποτρέψουν την ψήφιση ενός νόμου με τον οποίο ο κυβερνήτης της πολιτείας επιδιώκει την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων στον δημόσιο τομέα, ενώ με σειρά άλλων μέτρων οδηγεί στην οικονομική ασφυξία τα συνδικάτα.
Σε άλλες περιπτώσεις (όπως στην χώρα μας), η κατάργηση των συμβάσεων επιδιώκεται με σειρά νόμων και αποφάσεων για την -επί της ουσίας- κατάργηση της Εθνικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας και, κατ' επέκταση, των κλαδικών συμβάσεων εν συνεχεία. Έτσι, φθάνοντας στο επίπεδο των επιχειρησιακών συμβάσεων, οι εργοδότες αποκτούν σημαντικό προνόμιο, αφού οι εργαζόμενοι είναι περισσότερο ευάλωτοι στις κάθε είδους πιέσεις και ο εργοδοτικός συνδικαλισμός πιο εύκολα να κάνει τη δουλειά του. Στην πιο προωθημένη της μορφή, αυτή η επίθεση περιλαμβάνει την καθιέρωση των ατομικών συμβάσεων, το βασίλειο της εργοδοτικής αυθαιρεσίας.
Υπάρχουν όμως και άλλες μορφές σ' αυτή την επιχείρηση κατά των συνδικάτων, οι οποίες οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα. Προσέξτε την "πρωτοπόρα" προστυχιά που προωθήθηκε στην Ρουμανία. Εκεί, λοιπόν, συντάχθηκε ένας "εργασιακός κώδικας" σε συνεργασία με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (!), βάσει του οποίου οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας θα πρέπει να περιέχουν κριτήρια επιδόσεων και σχήματα αξιολόγησης των εργαζομένων. Δώστε ιδιαίτερη σημασία σ' εκείνο το "πρέπει" και σκεφθείτε ποιοι θα είναι οι κριτές των επιδόσεων και οι αξιολογητές των εργαζομένων. Τώρα καταλαβαίνετε πόσο εύκολες γίνονται για τους εργοδότες τόσο οι μειώσεις των αμοιβών όσο και οι απολύσεις.
Σαν να μη φτάνει αυτό, ο "εργασιακός κώδικας" καταργεί την προστασία των συνδικαλιστικών στελεχών απέναντι στην εργοδοτική αυθαιρεσία, αφού δίνει στα αφεντικά το δικαίωμα για απολύσεις μελών διοίκησης συνδικάτων εφ' όσον αυτοί οι συνδικαλιστές "δεν εκπληρώνουν τους στόχους εργασίας τους". Ποιος θα κρίνει αν οι συνδικαλιστές εκπληρώνουν τους στόχους εργασίας τους; Μα, φυσικά, ο εργοδότης!
Προφανώς, το ΔΝΤ έκρινε ότι αυτός ο "εργασιακός κώδικας" διευκολύνει την πολιτική της ρουμανικής κυβέρνησης για την "διάσωση" της οικονομίας, αν και είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσει σε δραστική μείωση μισθών και αυξημένες απολύσεις εργαζομένων σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Και, επίσης προφανώς, η Ρουμανία παίζει τον ρόλο του "πειραματόζωου", ώστε τέτοιοι "κώδικες" να προωθηθούν και σε άλλες χώρες.
Εϊπαμε γιατί γίνονται όλα αυτά. Για την μείωση του κόστους εργασίας, ώστε να μειωθεί το κόστος παραγωγής και να βγει το κεφάλαιο από την κρίση. Το θέμα είναι ποιος πληρώνει το κόστος αυτό. Να πώς αντιλαμβάνεται αυτή την μείωση το καπιταλιστικό σύστημα: την ώρα που ο Μπομπ Ντάιμοντ, διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας Barclay's, εισπράττει (για το 2010) ως μπόνους 6,5 εκατομμύρια στερλίνες και μετοχές της τράπεζας ύψους 14 εκατομμυρίων στερλινών, η ίδια τράπεζα ανακοινώνει το κλείσιμο 100 υποκαταστημάτων της στην Ισπανία και την απόλυση 700 υπαλλήλων.
Κατανοητό; Χαίρετε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου