Σε συνέχεια όσων αναφέραμε χτες, πρέπει να σημειώσουμε ότι, σύμφωνα με την κεφαλαιοκρατική αντίληψη, η συνεχής αύξηση και υπερσυσσώρευση κεφαλαίων θα έπρεπε να συνοδευτεί από ανάλογη αύξηση της κερδοφορίας. Όμως, κάτι τέτοιο συμβαίνει μόνο σε θεωρητικό επίπεδο, με βάση τα διάφορα μοντέλα ανάλυσης. Στην πράξη, σε μια κοινωνία η οποία κυριολεκτικά λεηλατείται από το κεφάλαιο, δημιουργούνται αδιέξοδα.
Πράγματι, εφ' όσον ο πλουτισμός των ολίγων γίνεται με την απομύζηση των πολλών και οι μάζες υποχρεώνονται να ζουν σε καθεστώς συνεχούς απαξίωσης των εισοδημάτων τους, είναι αδύνατον το κεφάλαιο να εξασφαλίσει τέτοια κέρδη. Για να είμαστε, μάλιστα, ειλικρινείς, πρέπει να παραδεχτούμε ότι ακόμα και τα 26 δισ. κερδών του 2004 ήταν ένα αστρονομικό ποσό, το οποίο εξασφαλίστηκε επειδή το σύστημα ενεργοποίησε το τραπεζικό κύκλωμα για να χρηματοδοτηθεί η κεφαλαιακή λειτουργία και, κατ' επέκταση, η κερδοφορία. Πώς; Με την δίχως κανόνες χορήγηση επιχειρηματικών δανείων και, κυρίως, με τον εθισμό των μαζών σε κάθε είδους δάνεια (ακόμα και για διακοπές!), τα οποία έστελναν κατ' ευθείαν ζεστό χρήμα στα ταμεία των μεγάλων επιχειρήσεων.
Δεν χρειάζεται να είναι κάποιος βαθύς γνώστης της οικονομικής επιστήμης για να αντιληφθεί ότι η τόνωση της κατανάλωσης με τεχνητά μέσα (δηλαδή, όχι με αύξηση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος αλλά με δανεικά) δεν μπορεί να αποτελέσει στήριγμα. Ο δανεισμός μπορεί να έδωσε κάποιες ανάσες στο σύστημα αλλά, ουσιαστικά, απλώς μετέθεσε για αργότερα το ξέσπασμα της κρίσης. Μιας κρίσης την οποία βιώνουμε σήμερα και η οποία σίγουρα ήταν αναπότρεπτη.
Σήμερα, όμως, δεν μιλάμε για κρίση σε κάποιον κλάδο (όπως π.χ. στην κλωστοϋφαντουργία, που αναφέραμε σε προηγούμενο σημείωμα) ή σε μια συνηθισμένη ιστορία συγχώνευσης ή, έστω, στο κλείσιμο κάποιας επιχείρησης. Σήμερα βρισκόμαστε στο σημείο όπου έχουν ανατραπεί συνολικά οι συνθήκες αναπαραγωγής του κεφαλαίου. Έχουμε ενώπιόν μας μια κρίση, η οποία προκλήθηκε από την υπερσυσσώρευση του κεφαλαίου σε τέτοια επίπεδα ώστε για το ξεπέρασμά της δεν αρκεί η απλή καταστροφή κάποιων μονάδων αλλά η μαζική καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων.
Στα προηγούμενα κάναμε λόγο για κάποιες "αντισταθμιστικές" παρεμβάσεις, οι οποίες απαιτούνται για την κερδοφορία του κεφαλαίου. Σήμερα, λοιπόν, τα υπερκέρδη του χτες επιβάλλουν την λήψη εξαιρετικά βίαιων παρεμβάσεων. Το σύστημα ενδιαφέρεται, κυρίως, να αυτοπροστατευτεί ώστε η κρίση να μη μετεξελιχθεί σε αμφισβήτησή του. Έτσι, δρομολογεί τις απαραίτητες διαδικασίες για την επανεκκίνησή του με όσες μονάδες επιβιώσουν από την καταστροφή.
Αυτή η καταστροφή έχει ήδη αρχίσει και, ειδικά στο επίπεδο της εργασίας, βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Αδιάψευστοι μάρτυρές της είναι τα στοιχεία για την ανεργία και την υποαπασχόληση, την επέκταση των ελαστικών μορφών εργασίας (μάλλον για ελαστικές μορφές ανεργίας θα έπρεπε να μιλάμε), την μείωση των αμοιβών και την σύνθλιψη όλων εκείνων των εργασιακών δικαιωμάτων που είχαν κατακτηθεί με δεκαετίας αγώνων και θυσιών. Αλλά και οι άλλες παραγωγικές δυνάμεις καταστρέφονται με ταχείς ρυθμούς: εργοστάσια κλείνουν, εγκαταστάσεις απαξιώνονται, μηχανολογικός εξοπλισμός καταντάει παλιοσίδερα κλπ.
Αναπότρεπτα, πλησιάζει η σειρά του υπερσυσσωρευμένου τραπεζικού κεφαλαίου. Οι τράπεζες που θησαύρισαν μέσω της διαχείρισης των κρατικών χρεών νοιώθουν ήδη τριγμούς. Γι' αυτό άρχισαν και την κουβέντα περί "αναδιαρθρώσεων". Επειδή ψάχνουν εναγώνια το νέο σημείο ισορροπίας, ώστε να καταγράψουν τις λιγώτερες δυνατές απώλειες. Αυτή η αναζήτηση αναδεικνύει τα αντιτιθέμενα συμφέροντα, όχι μόνο ανάμεσα στις τράπεζες αλλά και ανάμεσα σε ολόκληρες χώρες. Όλων ο στόχος είναι ο ίδιος: να ελαχιστοποιηθεί η χασούρα.
Εδώ ο λαός πρέπει να αδιαφορεί. Η χασούρα του κεφαλαίου δεν πρέπει να τον ενδιαφέρει. Όποια κι αν είναι η λύση που θα επιλέξει το σύστημα (επιμήκυνση, αναδιάρθρωση, ελεγχόμενη ή μη χρεωκοπία, μεσοπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα προγράμματα κλπ), οι όροι εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης είναι σίγουρο ότι θα επιδεινωθούν για τους εργαζόμενους. Ο απλός λαός δεν πρέπει να έχει καμμιά ψευδαίσθηση για κάτι διαφορετικό. Ίσα-ίσα, πρέπει να συνειδητοποιήσει δυο πράγματα. Πρώτον, τις αγεφύρωτες ταξικές διαφορές ανάμεσα σ' αυτόν και τους κεφαλαιοκράτες. Και, δεύτερον, την ανάγκη για οργάνωση και αγώνα ώστε να ανατραπεί οριστικά όλο αυτό το σύστημα που τον εκμεταλλεύεται. Μόνον έτσι μπορούμε να δούμε κάποια μέρα τις παραγωγικές δυνάμεις του τόπου να λειτουργούν όχι με σκοπό τα κέρδη των ολίγων αλλά την ικανοποίηση των αναγκών των πολλών.
Η γλώσσα κόκκαλα τσακίζει
- "Ο λόγος που μ' άφησες έξω από την υπόθεση", είπε ήσυχα, "ήταν ότι νόμισες πως η αστυνομία δεν θα πίστευε ότι σκέτη περιέργεια μ' έσπρωξε να κατέβω εκεί κάτω χτες το βράδυ. Θα υποψιάζονταν ίσως ότι είχα κάποιον ύποπτο λόγο και θα με σφυροκοπούσαν μέχρι να σπάσω".
- "Πώς ξέρεις αν δεν σκέφτηκα το ίδιο πράγμα;"
- "Οι αστυνομικοί είναι κι αυτοί άνθρωποι", είπε ξεκάρφωτα.
- "Έχω ακούσει ότι σαν τέτοιοι ξεκινάνε".
[Ραίημοντ Τσάντλερ, "Αντίο, γλυκειά μου", εκδόσεις Λυχνάρι, 1990 (σελ.: 54)]
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου