Επενδύσεις. Τα πάντα για τις επενδύσεις. Ένας ολόκληρος λαός εξανδραποδίζεται και μια ολόκληρη χώρα κατεδαφίζεται με προοπτική να έρθουν στον τόπο επενδύσεις. Νυν υπέρ πάντων ο αγών για μια Ελλάδα που θα γίνει ο παράδεισος των επενδυτών. Κι εμείς, τα μέχρι χτες "γκαρσόνια των τουριστών", καλούμαστε να γίνουμε αθύρματα της επενδυτικής διαδικασίας, αναλώσιμα της αυριανής παραγωγής και βορά στα δόντια των απανταχού λεφτάδων που θα έρθουν λυμανθούν τον πλούτο μας για να αβγατίσουν το κουμάρι τους.
Επειδή, λοιπόν, υπάρχουν ακόμη πολλοί που πιστεύουν ότι κάτι καλό μπορεί να προκύψει από όλα τούτα που τραβάμε εδώ και τριάμιση χρόνια, δεν είναι κακό να θυμηθούμε μια από τις μεγαλύτερες επενδύσεις που έγιναν ποτέ στην χώρα μας. Και θα την δούμε με αρκετές λεπτομέρειες, μάλλον άγνωστες στους πολλούς. Τα συγκλονιστικά γεγονότα που την συνόδευσαν έμειναν στην ιστορία και σημάδεψαν για πολλά χρόνια την πορεία του τόπου. Μιλάμε για το περίφημο Λαυρεωτικό ζήτημα, ευρύτερα γνωστό ως Λαυρεωτικά.
Μεταφερόμαστε στα 1862 στο Κάλιαρι. Εκεί έχει καταφύγει από δωδεκαετίας ο ιταλός βιομήχανος Ενρίκο Σερπιέρι, ο οποίος χρόνια πριν είχε συνταχθεί με το γαριβαλδινό κίνημα, καταδικάστηκε σε ισόβια αλλά αμνηστεύτηκε τέσσερα χρόνια αργότερα και αυτοεξορίστηκε στην Σαρδηνία. Ο Σερπιέρι έχει ήδη ορθοποδήσει με τις μεταλλευτικές επιχειρήσεις του, σε σημείο που παράγει το 56% του μολύβδου που βγαίνει από το υπέδαφος του νησιού. Κι επειδή η εκμετάλλευση του ντόπιου ορυκτού πλούτου δεν του αρκεί, ο Σερπιέρι εισάγει και από το εξωτερικό μεταλλεύματα για επεξεργασία.
Η τύχη τό 'φερε κι ένα πρωί που στο λιμάνι τού Κάλιαρι ξεφόρτωνε μετάλλευμα ένα ελληνικό πλοίο, βρέθηκε στο ντόκο ο μεγάλος γιος τού Ενρίκε, ο Τζανμπαττίστα Σερπιέρι (Giovanni Battista Serpieri ή, όπως εξελληνίστηκε αργότερα, Ιωάννης Βαπτιστής Σερπιέρης). Το κοφτερό μάτι τού νεαρού διέκρινε ότι ο μόλυβδος που περιεχόταν στο μετάλλευμα ήταν αργυρούχος και, μάλιστα, ο άργυρος βρισκόταν σε ασυνήθιστα υψηλή πυκνότητα. Αμέσως πλησίασε τον καπετάνιο, έπιασε την ψιλοκουβέντα μαζί του κι έτσι έμαθε ότι η περιοχή τού Σουνίου, απ' όπου προερχόταν το μετάλλευμα, ήταν γεμάτη απ' αυτό. Ο Τζανμπαττίστα ενθουσιάστηκε τόσο πολύ από την πληροφορία ώστε αποφάσισε να κάνει αυτοψία στην περιοχή. Δυο βδομάδες αργότερα έφτασε στην Αττική.
Στην Ελλάδα, λίγα χρόνια νωρίτερα, ολοκλήρωνε την εργασία του πάνω στα αρχαία ορυχεία τού Λαυρίου ο διακεκριμμένος μεταλλειολόγος Ανδρέας Κορδέλλας. Σκοπός τής μελέτης τού Κορδέλλα ήταν να διαπιστωθεί αν ήταν δυνατόν να αξιοποιηθούν τα ορυχεία απ' όπου έβγαζαν ασήμι οι αρχαίοι αθηναίοι. Για να καλύψει τα έξοδα της εργασίας του, ο Κορδέλλας πλησίασε τον βαθύπλουτο μεγαλοκτηματία Γεώργιο Παχύ (*). Ο Παχύς μυρίστηκε ψαχνό και δέχτηκε να χρηματοδοτήσει τον Κορδέλλα. Αν η μελέτη ηταν θετική, ο Παχύς θα αναλάμβανε την εκμετάλλευση των ορυχείων. Πράγματι, η μελέτη βγήκε θετική και ο Παχύς υπέβαλε στο υπουργείο αίτηση για χορήγηση αδείας εκμετάλλευσης των ορυχείων τού Λαυρίου.
Δυστυχώς για τον Παχύ, φαίνεται πως ο Κορδέλλας θύμωσε όταν κατάλαβε ότι ο χρηματοδότης του σκόπευε να κρατήσει τον πλούτο αποκλειστικά δικό του. Έτσι, υπέβαλε τα αποτελέσματα της μελέτης του στο υπουργείο, επιτυγχάνοντας να οριστεί ο ίδιος ως ο εμπειρογνώμονας που θα αποφάσιζε για την τύχη τής αίτησης του Παχύ. Η έκθεση του Κορδέλλα ήταν κατηγορηματική: η εκμετάλλευση των μεταλλείων θα μπορούσε να είναι επικερδής γι' αυτό θα έπρεπε να παραμείνει στην κυριότητα του ελληνικού κράτους. Η κυβέρνηση απέρριψε την αίτηση αλλά, για να μην κακοκαρδίσει τελείως τον Παχύ, τον ενημέρωσε ότι η περιοχή ανήκει στην κοινότητα της Κερατέας, όπου θα έπρεπε να απυθυνθεί. Για να μη μπλέξει με τους "χωριάτες", ο Παχύς έκανε νέες αιτήσεις προς το υπουργείο και προς την νομαρχία Αττικοβοιωτίας, οι οποίες απερρίφθησαν όπως και η αρχική.
Τότε είναι που φτάνει στην περιοχή ο Τζανμπαττίστα Σερπιέρι, ο οποίος κάνει την αυτοψία του στον χώρο. Τα δείγματα που εξετάζει τον πείθουν ότι είχε δίκιο στην αρχική του εκτίμηση και ότι αξίζει τον κόπο να ασχοληθεί πολύ σοβαρά με το θέμα. Σύντομα, ο Σερπιέρι μαθαίνει για τις περιπέτειες του Παχύ και για την ύπαρξη μιας σχετικής επιστημονικής μελέτης. Έτσι, αποφασίζει να συναντηθεί με τον Κορδέλλα, ο οποίος τον ενημερώνει λεπτομερώς για τα πορίσματα της μελέτης του και τον παροτρύνει να βρεί τα αναγκαία κεφάλαια για την εκμετάλλευση της περιοχής, "ξεχνώντας" την εισήγησή του πως τα ορυχεία θα έπρεπε να παραμείνουν στην κυριότητα του ελληνικού κράτους. Ομολογουμένως, η ευνοϊκή στάση τού Κορδέλλα απέναντι στον Σερπιέρι είναι τουλάχιστον ύποπτη.
[Συνεχίζεται]
(*) Ο Γεώργιος Παχύς κατείχε σχεδόν ολόκληρη την περιοχή τού σημερινού Κορυδαλλού, η οποία τότε ονομαζόταν Παχέικα. Εκλέχτηκε κατ' επανάληψη βουλευτής Άρτας. Η σύζυγός του ανήκε στην οικογένεια Σκουζέ, η οποία κατείχε όλη την περιοχή τού σημερινού ομώνυμου λόφου. Στην συνέχεια των σημειωμάτων μας θα καταλάβουμε γιατί βάφτισε την μεγάλη του κόρη Λαυρία και γιατί την πάντρεψε με τον γυιο τού Τζανμπαττίστα Σερπιέρι, Φερνάντο.
Επειδή, λοιπόν, υπάρχουν ακόμη πολλοί που πιστεύουν ότι κάτι καλό μπορεί να προκύψει από όλα τούτα που τραβάμε εδώ και τριάμιση χρόνια, δεν είναι κακό να θυμηθούμε μια από τις μεγαλύτερες επενδύσεις που έγιναν ποτέ στην χώρα μας. Και θα την δούμε με αρκετές λεπτομέρειες, μάλλον άγνωστες στους πολλούς. Τα συγκλονιστικά γεγονότα που την συνόδευσαν έμειναν στην ιστορία και σημάδεψαν για πολλά χρόνια την πορεία του τόπου. Μιλάμε για το περίφημο Λαυρεωτικό ζήτημα, ευρύτερα γνωστό ως Λαυρεωτικά.
Μεταφερόμαστε στα 1862 στο Κάλιαρι. Εκεί έχει καταφύγει από δωδεκαετίας ο ιταλός βιομήχανος Ενρίκο Σερπιέρι, ο οποίος χρόνια πριν είχε συνταχθεί με το γαριβαλδινό κίνημα, καταδικάστηκε σε ισόβια αλλά αμνηστεύτηκε τέσσερα χρόνια αργότερα και αυτοεξορίστηκε στην Σαρδηνία. Ο Σερπιέρι έχει ήδη ορθοποδήσει με τις μεταλλευτικές επιχειρήσεις του, σε σημείο που παράγει το 56% του μολύβδου που βγαίνει από το υπέδαφος του νησιού. Κι επειδή η εκμετάλλευση του ντόπιου ορυκτού πλούτου δεν του αρκεί, ο Σερπιέρι εισάγει και από το εξωτερικό μεταλλεύματα για επεξεργασία.
Η τύχη τό 'φερε κι ένα πρωί που στο λιμάνι τού Κάλιαρι ξεφόρτωνε μετάλλευμα ένα ελληνικό πλοίο, βρέθηκε στο ντόκο ο μεγάλος γιος τού Ενρίκε, ο Τζανμπαττίστα Σερπιέρι (Giovanni Battista Serpieri ή, όπως εξελληνίστηκε αργότερα, Ιωάννης Βαπτιστής Σερπιέρης). Το κοφτερό μάτι τού νεαρού διέκρινε ότι ο μόλυβδος που περιεχόταν στο μετάλλευμα ήταν αργυρούχος και, μάλιστα, ο άργυρος βρισκόταν σε ασυνήθιστα υψηλή πυκνότητα. Αμέσως πλησίασε τον καπετάνιο, έπιασε την ψιλοκουβέντα μαζί του κι έτσι έμαθε ότι η περιοχή τού Σουνίου, απ' όπου προερχόταν το μετάλλευμα, ήταν γεμάτη απ' αυτό. Ο Τζανμπαττίστα ενθουσιάστηκε τόσο πολύ από την πληροφορία ώστε αποφάσισε να κάνει αυτοψία στην περιοχή. Δυο βδομάδες αργότερα έφτασε στην Αττική.
Στην Ελλάδα, λίγα χρόνια νωρίτερα, ολοκλήρωνε την εργασία του πάνω στα αρχαία ορυχεία τού Λαυρίου ο διακεκριμμένος μεταλλειολόγος Ανδρέας Κορδέλλας. Σκοπός τής μελέτης τού Κορδέλλα ήταν να διαπιστωθεί αν ήταν δυνατόν να αξιοποιηθούν τα ορυχεία απ' όπου έβγαζαν ασήμι οι αρχαίοι αθηναίοι. Για να καλύψει τα έξοδα της εργασίας του, ο Κορδέλλας πλησίασε τον βαθύπλουτο μεγαλοκτηματία Γεώργιο Παχύ (*). Ο Παχύς μυρίστηκε ψαχνό και δέχτηκε να χρηματοδοτήσει τον Κορδέλλα. Αν η μελέτη ηταν θετική, ο Παχύς θα αναλάμβανε την εκμετάλλευση των ορυχείων. Πράγματι, η μελέτη βγήκε θετική και ο Παχύς υπέβαλε στο υπουργείο αίτηση για χορήγηση αδείας εκμετάλλευσης των ορυχείων τού Λαυρίου.
Δυστυχώς για τον Παχύ, φαίνεται πως ο Κορδέλλας θύμωσε όταν κατάλαβε ότι ο χρηματοδότης του σκόπευε να κρατήσει τον πλούτο αποκλειστικά δικό του. Έτσι, υπέβαλε τα αποτελέσματα της μελέτης του στο υπουργείο, επιτυγχάνοντας να οριστεί ο ίδιος ως ο εμπειρογνώμονας που θα αποφάσιζε για την τύχη τής αίτησης του Παχύ. Η έκθεση του Κορδέλλα ήταν κατηγορηματική: η εκμετάλλευση των μεταλλείων θα μπορούσε να είναι επικερδής γι' αυτό θα έπρεπε να παραμείνει στην κυριότητα του ελληνικού κράτους. Η κυβέρνηση απέρριψε την αίτηση αλλά, για να μην κακοκαρδίσει τελείως τον Παχύ, τον ενημέρωσε ότι η περιοχή ανήκει στην κοινότητα της Κερατέας, όπου θα έπρεπε να απυθυνθεί. Για να μη μπλέξει με τους "χωριάτες", ο Παχύς έκανε νέες αιτήσεις προς το υπουργείο και προς την νομαρχία Αττικοβοιωτίας, οι οποίες απερρίφθησαν όπως και η αρχική.
Τότε είναι που φτάνει στην περιοχή ο Τζανμπαττίστα Σερπιέρι, ο οποίος κάνει την αυτοψία του στον χώρο. Τα δείγματα που εξετάζει τον πείθουν ότι είχε δίκιο στην αρχική του εκτίμηση και ότι αξίζει τον κόπο να ασχοληθεί πολύ σοβαρά με το θέμα. Σύντομα, ο Σερπιέρι μαθαίνει για τις περιπέτειες του Παχύ και για την ύπαρξη μιας σχετικής επιστημονικής μελέτης. Έτσι, αποφασίζει να συναντηθεί με τον Κορδέλλα, ο οποίος τον ενημερώνει λεπτομερώς για τα πορίσματα της μελέτης του και τον παροτρύνει να βρεί τα αναγκαία κεφάλαια για την εκμετάλλευση της περιοχής, "ξεχνώντας" την εισήγησή του πως τα ορυχεία θα έπρεπε να παραμείνουν στην κυριότητα του ελληνικού κράτους. Ομολογουμένως, η ευνοϊκή στάση τού Κορδέλλα απέναντι στον Σερπιέρι είναι τουλάχιστον ύποπτη.
[Συνεχίζεται]
(*) Ο Γεώργιος Παχύς κατείχε σχεδόν ολόκληρη την περιοχή τού σημερινού Κορυδαλλού, η οποία τότε ονομαζόταν Παχέικα. Εκλέχτηκε κατ' επανάληψη βουλευτής Άρτας. Η σύζυγός του ανήκε στην οικογένεια Σκουζέ, η οποία κατείχε όλη την περιοχή τού σημερινού ομώνυμου λόφου. Στην συνέχεια των σημειωμάτων μας θα καταλάβουμε γιατί βάφτισε την μεγάλη του κόρη Λαυρία και γιατί την πάντρεψε με τον γυιο τού Τζανμπαττίστα Σερπιέρι, Φερνάντο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου