Στο χτεσινό σημείωμα έγραφα: "Όμως, η αστική εξουσία δεν θέλει ειρήνη. Θέλει να βγάλει από την μέση
κάθε κομμουνιστή, κάθε αριστερό και, γενικώτερα, κάθε ένα που μπορεί να
της δημιουργήσει πρόβλημα στο διαφέντεμα του τόπου". Επειδή, χτες βράδυ, αυτές οι δυο αράδες έγιναν θέμα στην παρέα, ας προσθέσω δυο-τρία πραγματάκια, σε επίρρωση όσων έγραψα.
Είναι αλήθεια ότι η ανταρτική δραστηριότητα ήταν από περιορισμένη έως ανύπαρκτη στα νησιά, προφανώς λόγω της μορφολογίας του έδαφους τους, η οποία δεν ευνοεί τον ανταρτοπόλεμο. Βεβαίως, στην Κρήτη υπήρξε αντάρτικο αλλά η Κρήτη δεν έχει σχέση με τα υπόλοιπα μικρά νησιά, καθώς διαθέτει και την μεγάλη έκταση αλλά και τους ορεινούς όγκους που χρειάζεται κάθε αντάρτικο. Για τους ίδιους λόγους υπήρξε ανταρτική δράση (σαφώς μικρότερης έκτασης) και στην Λέσβο. Μόνη εξαίρεση στον κανόνα ήταν το "κόκκινο νησί", η Ικαρία, όπου οι μικρές ανταρτικές ομάδες των Σίμου Γεράκη, Χρήστου Μαυρογιώργη και Γιάννη Τσερμέγκα επέμεναν να κρατούν απασχολημένο ένα κομμάτι τού "εθνικού στρατού", ώστε να μη του επιτρέψουν να ενισχύσει τα στρατεύματα που χτυπούσαν τον Γράμμο και το Βίτσι.
Από τον κανόνα δεν ξέφυγε η Σάμος, όπου επικράτησε σχετική ηρεμία μετά την λήξη τής κατοχής. Δυστυχώς, όμως, εκείνη την εποχή ήταν νομάρχης ο περιβόητος δοσίλογος Χρήστος Κούσουλας, τον οποίο ο ακραιφνής εθνικόφρων συμπατριώτης του Θεμιστοκλής Σοφούλης είχε χαρακτηρίσει ως φρενοβλαβή. Αυτός ο ανεκδιήγητος νομάρχης, λοιπόν, στον πανηγυρικό που εκφώνησε την 25η Μαρτίου 1947, δεν δίστασε να βροντοφωνάξει: "Με τον αγώνα που διεξάγεται σήμερον διά την ύπαρξιν της ελληνικής φυλής, αγώνα κατά των επιδρομέων της, διασαφηνίζεται απολύτως, ότι δεν κατοικούν εις την Ελλάδα Ελληνες αριστεροί, αλλά κομμουνιστική ελληνόφωνος μειονότης, ενεργούσα και συμμαχούσα με τους επιδρομείς της πατρίδος. Η μειονότης άλλωστε αυτή, η εξαγγέλλουσα, διακηρύττουσα και προπαγανδίζουσα την συμφιλίωσιν, απεδείχθη και παρά της Διεθνούς Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών ότι είναι συμπαραστάτης και σύμμαχος των σλάβων. Διά τούτο αρνούμεθα και αποκηρύττομεν κάθε συμφιλιωτικήν κίνησιν μέχρι περατώσεως του αγώνος μας εναντίον των επιδρομέων".
Άλλο που δεν ήθελαν οι λογής-λογής "εθνικόφρονες" (δοσίλογοι, μαυραγορίτες, παρακρατικοί κλπ), οι οποίοι έσπευσαν να συμμορφωθούν με το κάλεσμα του νομάρχη. Εξαπολύθηκε ένα απίστευτης βιαιότητας πογκρόμ εναντίον όχι μόνο των κομμουνιστών, των κομμουνιζόντων και των απλώς σοσιαλιζόντων αλλά και εναντίον των οικογενειών τους. Στόχος, βέβαια, δεν ήταν ο "καθαρμός" της πατρίδας από τα "μιάσματα". Αυτή ήταν απλώς η δικαιολογία. Ο σκοπός ήταν να αρπαχτούν οι περιουσίες εκείνων που πέθαιναν.
Μέσα σε λίγες μόνο μέρες, οι κυνηγημένοι πήραν τα βουνά. Κι ενώ στην διάρκεια της κατοχής στον Κερκετέα (Κέρκη, για τους ντόπιους) υπήρχαν ελάχιστοι αντιστασιακοί, ξαφνικά το βουνό γέμισε αντάρτες. Αντάρτες που δεν πολεμούσαν μόνο για τις ιδέες τού Δημοκρατικού Στρατού αλλά και για να σώσουν τις ζωές τους και τις ζωές των οικείων τους. Η αιματοχυσία πήρε τέτοιες διαστάσεις ώστε ο Ειρηναίος (ένας πραγματικά φωτισμένος δεσπότης) συγκάλεσε σύσκεψη όλων των αρχών του νησιού προκειμένου να την σταματήσει. Στην σύσκεψη αυτή όλοι συμφώνησαν ότι έπρεπε να γίνει ανακωχή, ώστε να επικρατήσει και πάλι η ειρήνη. Όλοι, πλην νομάρχου.
Ο Κούσουλας δεν μπορούσε να χωνέψει ότι τον έγραψαν όλοι στ' αχαμνά τους κι αποφάσισε να περάσει το δικό του με το ζόρι. Έτσι, λοιπόν, ενώ είχαν δρομολογηθεί οι διαδικασίες τής ανακωχής, στις αρχές Οκτωβρίου 1947 εμφανίστηκε στα παράλια του νησιού ο στόλος, ο οποίος άρχισε να βομβαρδίζει ανηλεώς τον Κερκετέα. Η λαϊκή αντίδραση γι' αυτή την ελεινή πράξη ήταν τόσο ισχυρή ώστε στις 8 Οκτωβρίου ο Κούσουλας υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει την θέση του. Παρά ταύτα, η δραστηριότητα των "εθνικοφρόνων" δεν μειώθηκε καθόλου.
Αποτέλεσμα: στα μέσα Οκτωβρίου, οι ανταρτικές ομάδες οργανώθηκαν σε κανονικό στρατό με πέντε τμήματα: του Κεντρικού Καρβούνη, του Ανατολικού Καρβούνη, των Λακών, του Πλατάνου και του Κέρκη, με αντίστοιχες έδρες τα Μαρμαράκια, τα Κοχύλια, την Μερτζάνη, την Κατλάκα και τον Αη-Λια και αρχηγούς αντίστοιχα τον Γιάννη Σοφούλη, τον Μιλτιάδη Βακάκη, τον Θόδωρο Βασιλείου, τον Δημήτρη Ασημίνα και τον Μάνο Πίτα. Παράλληλα, οργανώθηκε επιμελητεία υπό τον Χρήστο Παντελόγλου, λόχος μηχανημάτων υπό τον Γιάννη Τζίχα και έμπεδο νεοσυλλέκτων κοντά στις Λάκες, με πρώτο εκπαιδευτή τον έφεδρο ανθυπολοχαγό Σταμάτη Δεμερτζή.
Κάπως έτσι, λοιπόν, το αιματοκύλισμα συνεχίστηκε μέχρι την λήξη του εμφυλίου, τον Αύγουστο του 1949. Ένα αιματοκύλισμα που μεθοδεύτηκε, ξεκίνησε και συνεχίστηκε αποκλειστικά από την αρρωστημένη δίψα των "εθνικοφρόνων" να εξαφανίσουν όσους επέμεναν να διαφωνούν με δαύτους.
Είναι αλήθεια ότι η ανταρτική δραστηριότητα ήταν από περιορισμένη έως ανύπαρκτη στα νησιά, προφανώς λόγω της μορφολογίας του έδαφους τους, η οποία δεν ευνοεί τον ανταρτοπόλεμο. Βεβαίως, στην Κρήτη υπήρξε αντάρτικο αλλά η Κρήτη δεν έχει σχέση με τα υπόλοιπα μικρά νησιά, καθώς διαθέτει και την μεγάλη έκταση αλλά και τους ορεινούς όγκους που χρειάζεται κάθε αντάρτικο. Για τους ίδιους λόγους υπήρξε ανταρτική δράση (σαφώς μικρότερης έκτασης) και στην Λέσβο. Μόνη εξαίρεση στον κανόνα ήταν το "κόκκινο νησί", η Ικαρία, όπου οι μικρές ανταρτικές ομάδες των Σίμου Γεράκη, Χρήστου Μαυρογιώργη και Γιάννη Τσερμέγκα επέμεναν να κρατούν απασχολημένο ένα κομμάτι τού "εθνικού στρατού", ώστε να μη του επιτρέψουν να ενισχύσει τα στρατεύματα που χτυπούσαν τον Γράμμο και το Βίτσι.
Από τον κανόνα δεν ξέφυγε η Σάμος, όπου επικράτησε σχετική ηρεμία μετά την λήξη τής κατοχής. Δυστυχώς, όμως, εκείνη την εποχή ήταν νομάρχης ο περιβόητος δοσίλογος Χρήστος Κούσουλας, τον οποίο ο ακραιφνής εθνικόφρων συμπατριώτης του Θεμιστοκλής Σοφούλης είχε χαρακτηρίσει ως φρενοβλαβή. Αυτός ο ανεκδιήγητος νομάρχης, λοιπόν, στον πανηγυρικό που εκφώνησε την 25η Μαρτίου 1947, δεν δίστασε να βροντοφωνάξει: "Με τον αγώνα που διεξάγεται σήμερον διά την ύπαρξιν της ελληνικής φυλής, αγώνα κατά των επιδρομέων της, διασαφηνίζεται απολύτως, ότι δεν κατοικούν εις την Ελλάδα Ελληνες αριστεροί, αλλά κομμουνιστική ελληνόφωνος μειονότης, ενεργούσα και συμμαχούσα με τους επιδρομείς της πατρίδος. Η μειονότης άλλωστε αυτή, η εξαγγέλλουσα, διακηρύττουσα και προπαγανδίζουσα την συμφιλίωσιν, απεδείχθη και παρά της Διεθνούς Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών ότι είναι συμπαραστάτης και σύμμαχος των σλάβων. Διά τούτο αρνούμεθα και αποκηρύττομεν κάθε συμφιλιωτικήν κίνησιν μέχρι περατώσεως του αγώνος μας εναντίον των επιδρομέων".
Άλλο που δεν ήθελαν οι λογής-λογής "εθνικόφρονες" (δοσίλογοι, μαυραγορίτες, παρακρατικοί κλπ), οι οποίοι έσπευσαν να συμμορφωθούν με το κάλεσμα του νομάρχη. Εξαπολύθηκε ένα απίστευτης βιαιότητας πογκρόμ εναντίον όχι μόνο των κομμουνιστών, των κομμουνιζόντων και των απλώς σοσιαλιζόντων αλλά και εναντίον των οικογενειών τους. Στόχος, βέβαια, δεν ήταν ο "καθαρμός" της πατρίδας από τα "μιάσματα". Αυτή ήταν απλώς η δικαιολογία. Ο σκοπός ήταν να αρπαχτούν οι περιουσίες εκείνων που πέθαιναν.
Μέσα σε λίγες μόνο μέρες, οι κυνηγημένοι πήραν τα βουνά. Κι ενώ στην διάρκεια της κατοχής στον Κερκετέα (Κέρκη, για τους ντόπιους) υπήρχαν ελάχιστοι αντιστασιακοί, ξαφνικά το βουνό γέμισε αντάρτες. Αντάρτες που δεν πολεμούσαν μόνο για τις ιδέες τού Δημοκρατικού Στρατού αλλά και για να σώσουν τις ζωές τους και τις ζωές των οικείων τους. Η αιματοχυσία πήρε τέτοιες διαστάσεις ώστε ο Ειρηναίος (ένας πραγματικά φωτισμένος δεσπότης) συγκάλεσε σύσκεψη όλων των αρχών του νησιού προκειμένου να την σταματήσει. Στην σύσκεψη αυτή όλοι συμφώνησαν ότι έπρεπε να γίνει ανακωχή, ώστε να επικρατήσει και πάλι η ειρήνη. Όλοι, πλην νομάρχου.
Ο Κούσουλας δεν μπορούσε να χωνέψει ότι τον έγραψαν όλοι στ' αχαμνά τους κι αποφάσισε να περάσει το δικό του με το ζόρι. Έτσι, λοιπόν, ενώ είχαν δρομολογηθεί οι διαδικασίες τής ανακωχής, στις αρχές Οκτωβρίου 1947 εμφανίστηκε στα παράλια του νησιού ο στόλος, ο οποίος άρχισε να βομβαρδίζει ανηλεώς τον Κερκετέα. Η λαϊκή αντίδραση γι' αυτή την ελεινή πράξη ήταν τόσο ισχυρή ώστε στις 8 Οκτωβρίου ο Κούσουλας υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει την θέση του. Παρά ταύτα, η δραστηριότητα των "εθνικοφρόνων" δεν μειώθηκε καθόλου.
Αποτέλεσμα: στα μέσα Οκτωβρίου, οι ανταρτικές ομάδες οργανώθηκαν σε κανονικό στρατό με πέντε τμήματα: του Κεντρικού Καρβούνη, του Ανατολικού Καρβούνη, των Λακών, του Πλατάνου και του Κέρκη, με αντίστοιχες έδρες τα Μαρμαράκια, τα Κοχύλια, την Μερτζάνη, την Κατλάκα και τον Αη-Λια και αρχηγούς αντίστοιχα τον Γιάννη Σοφούλη, τον Μιλτιάδη Βακάκη, τον Θόδωρο Βασιλείου, τον Δημήτρη Ασημίνα και τον Μάνο Πίτα. Παράλληλα, οργανώθηκε επιμελητεία υπό τον Χρήστο Παντελόγλου, λόχος μηχανημάτων υπό τον Γιάννη Τζίχα και έμπεδο νεοσυλλέκτων κοντά στις Λάκες, με πρώτο εκπαιδευτή τον έφεδρο ανθυπολοχαγό Σταμάτη Δεμερτζή.
Κάπως έτσι, λοιπόν, το αιματοκύλισμα συνεχίστηκε μέχρι την λήξη του εμφυλίου, τον Αύγουστο του 1949. Ένα αιματοκύλισμα που μεθοδεύτηκε, ξεκίνησε και συνεχίστηκε αποκλειστικά από την αρρωστημένη δίψα των "εθνικοφρόνων" να εξαφανίσουν όσους επέμεναν να διαφωνούν με δαύτους.
2 σχόλια:
πατριώτη, μήπως είναι καιρός ν'αποκαταστήσουμε και εδώ γύρω τους Ήρωες?? (τους δε ρουφιάνους να τους γνωρίσουμε με τόνομά τους-υπάρχουν τέτοια στοιχεία συγκεντρωμένα?)
Αγαπητέ "άγνωστε",
σε παραπέμπω στο εκπληκτικό βιβλίο τού συμπολίτη μας Βασίλη Λάζαρη "Ο εμφύλιος πόλεμος στην Αχαΐα" (Σύγχρονη Εποχή, 296 σελ. 17 €). Προσωπικά, εκεί βρήκα αμέτρητα γνωστά ονόματα και ηρώων και ρουφιάνων. Ευρύτερου ενδιαφέροντος είναι και το έργο ζωής τού αλησμόνητου Αρίστου Καμαρινού "Ο εμφύλιος πόλεμος στην Πελοπόννησο" (Σύγχρονη Εποχή, 624 σελ., 30 €).
Δημοσίευση σχολίου