Ξεκινάμε σήμερα μια σύντομη αναδρομή στην πορεία της ελληνικής οικονομίας κατά την μεταχουντική περίοδο, μια περίοδο που έχει περάσει στην συνείδηση των σύγχρονων ελλήνων ως "μεταπολίτευση". Η χρησιμότητα μιας τέτοιας αναδρομής στην προσπάθεια κατανόησης όσων συμβαίνουν σήμερα είναι δεδομένη, αφού πάντοτε το παρελθόν θα αποτελεί μπούσουλα για το μέλλον. Λένε ότι δεν υπάρχει παρθενογένεση στην τέχνη αλλά είναι σίγουρο ότι ούτε στην οικονομία υπάρχει παρθενογένεση. Κι αυτό το έχουμε καταδείξει ήδη σε τούτο το ιστολόγιο, μιλώντας για την οικονομική πολιτική που ασκήθηκε την εποχή του Παπάγου ("Σαν να μη πέρασε μια μέρα") και διαπιστώνοντας πόσες ομοιότητες έχει με την οικονομική πολιτική που ακολουθείται σήμερα.
Ας γυρίσουμε, λοιπόν, στην πρώτη μεταχουντική περίοδο. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής (ο παλιός, όχι ο χοντρός) επιστρέφει από το Παρίσι για να αναλάβει τις τύχες της Ελλάδος. Η Γαλλία εκείνης της εποχής, υπό την ηγεσία του σοσιαλτραφούς Ζισκάρ Ντ' Εσταίν, έχει στραφεί στις εθνικοποιήσεις και επιχειρεί την ανασύνταξη του κοινωνικού κράτους μέσα από την ανάπτυξη του δημόσιου τομέα. Είναι, λοιπόν, φυσικός ο ανάλογος επηρεασμός του Καραμανλή από την μακρόχρονη διαμονή του στην Γαλλία και από την ιδιαίτερα στενή σχέση που έχει αναπτύξει τόσο με τον Ζισκάρ Ντ' Εσταίν όσο και με τον κατοπινό πρόεδρο της χώρας, τον έτερο σοσιαλτραφή Φρανσουά Μιττεράν.
Ο Καραμανλής, επιστρέφοντας στην Ελλάδα, βρίσκει μια χώρα κατεστραμμένη από την αλλοπρόσαλλη πολιτική την οποία είχαν ακολουθήσει οι χουντικές κυβερνήσεις. Η ανάγκη της ανόρθωσης του κράτους είναι επιτακτική και ο Καραμανλής την επιχειρεί μέσω των εθνικοποιήσεων. Αυτή η επιλογή, σε συνάρτηση με την νομιμοποίηση του Κομμουνιστικού Κόμματος αλλά και την κομμουνιστικής προελεύσεως ονομασία την οποία δίνει στο κόμμα που ιδρύει ("Νέα Δημοκρατία"), κάνουν τον Σάββα Κωνσταντόπουλο (διευθυντή της φιλοχουντικής εφημερίδας "Ελεύθερος Κόσμος") να δημοσιεύσει ένα πύρινο άρθρο με τίτλο "Μήπως είσθε κομμουνιστής, κύριε Καραμανλή;".
Ο Καραμανλής, όμως, παραμένει απτόητος. Φυσικά, δεν εμφορείται από οποιαδήποτε κομμουνιστική ιδέα αλλά είναι αρκετά ευφυής για να αντιληφθεί ότι απαιτείται σιδηρά πυγμή ώστε να διορθωθεί το ξεχαρβάλωμα της χώρας από την χουντική διακυβέρνηση. Άλλωστε, το μεγάλο όραμά του παραμένει το να βάλει την χώρα στην Ε.Ο.Κ. και για να το πετύχει πρέπει να συμμαζέψει τα ασυμμάζευτα. Κι όπως είναι αρχομανής και φίλαυτος, δεν είναι δυνατόν να δεχτεί ότι αυτό το συμμάζεμα μπορεί να το κάνει άλλος εκτός από αυτόν.
Έτσι, η χώρα γνωρίζει κύμα εθνικοποιήσεων, το κράτος διογκώνεται και ο κρατισμός επιβάλλεται παντού. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν οι κρατικοποιήσεις της Ολυμπιακής και του Ομίλου Ανδρεάδη (Εμπορική Τράπεζα κλπ). Όσοι επιχειρηματίες δέχονται να δραστηριοποιηθούν υπό την υψηλή κρατική εποπτεία, γνωρίζουν ημέρες επιτυχίας. Είναι η εποχή που μεγαλουργούν, για παράδειγμα, ο Τζώρτζης Αθανασιάδης, ο Νίκος Γουλανδρής, οι Κοπελούζοι κλπ.
Δυστυχώς, όμως, ο Καραμανλής έχει και άτυχες επιλογές. Η λαϊκίστικης μορφής αποχώρηση από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ (ουσιαστικά, ήταν μια μη-αποχώρηση) τον δυσκολεύει να αντιμετωπίσει τις συνέπειες της πετρελαϊκής κρίσης που έχει ξεσπάσει από το 1973. Αποτέλεσμα αυτής της κρίσης ήταν η αναρρίχηση του πληθωρισμού σε ποσοστά πολύ πάνω από 20% μέσα σε λίγα χρόνια. Η τιμή του ψωμιού εκτινάσσεται στις 7 δραχμές το κιλό -ενώ στην επταετία της χούντας παρέμενε σταθερή στις 5,80- και πυροδοτεί τις πρώτες μεγάλες κοινωνικές αντιδράσεις της μεταπολίτευσης.
Ο Καραμανλής δεν μπορεί, επίσης, να αντιμετωπίσει επιτυχώς ούτε την δεύτερη πετρελαϊκή κρίση, η οποία ξεσπάει το 1978. Ο ιδιωτικός τομέας καταρρέει και ο Καραμανλής αντιλαμβάνεται ότι το κράτος δεν μπορεί να καλύψει όλα τα κενά που δημιουργούνται. Κάπου εκεί, παραδίδει την σκυτάλη στον Γεώργιο Ράλλη, τον οποίο αφήνει να βγάλει τα κάστανα από την φωτιά ενώ ο ίδιος γλιστράει στην προεδρία της δημοκρατίας, φροντίζοντας να εξασφαλίσει τον τίτλο του "εθνάρχη". Ο Ράλλης είναι ένας συντηρητικός και πράος πολιτικός χαμηλών τόνων, ο οποίος προσπαθεί να συνεχίσει την καραμανλική πολιτική αλλά πνίγεται στις εσωκομματικές αντιπαλότητες και στις τρικλοποδιές που του βάζει σχεδόν καθημερινά ο Ευάγγελος Αβέρωφ ενώ, παράλληλα, έχει να αντιμετωπίσει το πασοκικό τσουνάμι που σαρώνει τα πάντα στο διάβα του προς την εξουσία.
Ο Ράλλης δίνει την μάχη του, κυρίως για την τιμή των όπλων. Αντιλαμβάνεται ότι ο δρόμος του Καραμανλή ήταν λαθεμένος και τρομάζει στην ιδέα ότι στα ίδια χνάρια θα κινηθεί και ο Ανδρέας Παπανδρέου αλλά οι ώμοι του είναι πολύ αδύναμοι για να σηκώσει τόσο φορτίο. Η ήττα του κόμματός του στις εκλογές της 18ης Οκτωβρίου 1981 αποτελεί, κατά βάθος, λύτρωση για τον ίδιο. Αν και στο βιβλίο του "Ώρες Ευθύνης" εκθέτει σαφώς την έντονη ανησυχία του για την πορεία που πρόκειται να ακολουθήσει η χώρα, παραδίδει την εξουσία με απόλυτη ευπρέπεια στον Ανδρέα Παπανδρέου, με τα λόγια: "ελπίζω ο ελληνικός λαός να μη μετανοιώσει". Η ώρα του ΠΑΣΟΚ έχει φτάσει.
koita kai auto
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://aformi.wordpress.com/2010/11/01/%CE%B7-%C2%AB%CF%87%CE%B1%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CE%B7-%CE%B4%CE%B5%CE%BA%CE%B1%CE%B5%CF%84%CE%AF%CE%B1-%CF%84%CE%BF%CF%85-1980%C2%BB-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%B7-%CE%B9%CE%B4%CE%B5%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3-2/
"Ο Καραμανλής, επιστρέφοντας στην Ελλάδα, βρίσκει μια χώρα κατεστραμμένη από την αλλοπρόσαλλη πολιτική την οποία είχαν ακολουθήσει οι χουντικές κυβερνήσεις"
ΑπάντησηΔιαγραφήΕδώ γελά και το παρδαλό κατσίκι. Η χώρα κατεστραμμένη από την χούντα; Μέχρι πού μπορεί να φθάσει η τύφλωση και ο φανατισμός;
@ Ανώνυμος 28/4/2017
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ άγνοια και η αμορφωσιά να δεις ως πού μπορούν να φτάσουν!