Ένα από τα ερωτήματα που δέχομαι συχνά είναι και το αγωνιώδες: "Μπορεί ο εργοδότης μου να μου μειώσει τον μισθό μονομερώς ή να με υποχρεώσει να υπογράψω ατομική σύμβαση εργασίας με όρους που τον συμφέρουν;". Επειδή εκτιμώ ότι πρόκειται για πραγματικά ενδιαφέρον ερώτημα, στο σημερινό μου σημείωμα θα προσπαθήσω να δώσω μια πλήρη και τεκμηριωμένη απάντηση.
Πρώτα-πρώτα, έχει σημασία να διακρίνουμε αν αναφερόμαστε σε εργαζόμενο ο οποίος αμείβεται με βάση την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (ΕΓΣΣΕ) ή με βάση κάποια κλαδική ή ομοιοεπαγγελματική σύμβαση. Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, λοιπόν:
(α) Όσοι αμείβονται με βάση την ΕΓΣΣΕ, μπορεί να δουν τις αποδοχές τους να μειώνονται χωρίς να τους ρωτήσει κανείς. Ο νόμος ορίζει ως κατώτερο μισθό στην ΕΓΣΣΕ το ποσό των 586 ευρώ για όσους είναι μεγαλύτεροι των 26 ετών και το ποσό των 511 ευρώ για τους νεώτερους. Έτσι, για τους αμειβόμενους με βάση την ΕΓΣΕΕ, δεν απαιτείται η σύμφωνη γνώμη τους προκειμένου ο εργοδότης τους να μειώσει τις αποδοχές τους μέχρι τα εν λόγω επίπεδα. Συνεπώς, μετά την θεσμοθέτηση της κατάργησης του επιδόματος γάμου (10%), οι έγγαμοι εργαζόμενοι που ανήκουν σ' αυτή την κατηγορία είναι πολύ πιθανό να υποστούν την σχετική περικοπή δίχως να ερωτηθούν.
(β) Αντίθετα, για όσους αμείβονται με οποιαδήποτε σύμβαση εκτός της ΕΓΣΣΕ, ο εργοδότης δεν μπορεί να μειώσει μονομερώς τον μισθό παρά μόνο με τη σύμφωνη γνώμη του εργαζομένου. Αλλά κι εδώ υπάρχουν μερικές υποπεριπτώσεις:
-1- Η συλλογική σύμβαση εξακολουθεί να βρίσκεται σε ισχύ.
-2- Η συλλογική σύμβαση εξακολουθεί να βρίσκεται σε ισχύ αλλά δεν έχει κηρυχθεί υποχρεωτική και εργαζόμενοι ή εργοδότες δεν είναι μέλη των οργανώσεων που συμμετείχαν στην κατάρτισή της.
-3- Η συλλογική σύμβαση έχει λήξει αλλά δεν έχει παρέλθει το διάστημα της μετενέργειας.
-4- Η συλλογική σύμβαση έχει λήξει και έχει παρέλθει και το διάστημα της μετενέργειας.
Επ' αυτών των υποπεριπτώσεων έχουμε να παρατηρήσουμε τα εξής:
- Στην πρώτη υποπερίπτωση δεν γεννάται κανένα ζήτημα, αφού δεν υπάρχει περίπτωση παραβίασης των όρων της. Το ίδιο συμβαίνει και στην τρίτη υποπερίπτωση, εφ' όσον οι διατάξεις της συλλογικής εύμβασης εξακολουθούν να ισχύουν για όλο το διάστημα της μετενέργειας.
- Στην δεύτερη υποπερίπτωση, θεωρείται ότι οι εργαζόμενοι δεν καλύπτονται πλέον από τις διατάξεις τής ισχύουσας σύμβασης. Όμως, επειδή κανένας εργαζόμενος δεν μπορεί να εργάζεται δίχως σύμβαση, θεωρείται επίσης ότι οι εργαζόμενοι καλύπτονται πλέον από ατομικές συμβάσεις, οι οποίες διέπονται από τους όρους της συλλογικής σύμβασης με την οποία καλύπτονταν παλιότερα. Προσοχή στην λέξη θεωρείται. Συνεπώς, εφ' όσον υπάρχουν (έστω θεωρητικώς) ατομικές συμβάσεις, δεν μπορεί κανένας να μεταβάλει μονομερώς τις διατάξεις τους. Με άλλα λόγια: σε όσους εργαζόμενους ανήκουν σ' αυτή την υποπερίπτωση, κανένας εργοδότης δεν μπορεί να επιβάλει μονομερώς μείωση των αποδοχών τους. Τέτοια μείωση μπορεί να επιβληθεί μόνο με την σύναψη νέας ατομικής σύμβασης εργασίας, με ελεύθερη συμφωνία εργοδότη-εργαζόμενου και με αποδοχές μέχρι τα κατώτατα όρια της ΕΓΣΣΕ. Ακριβώς τα ίδια ισχύουν και για την τέταρτη υποπερίπτωση.
Και τώρα, ας πάμε στο πιο ενδιαφέρον -ίσως- κομμάτι τής ανάλυσής μας. Η άρνηση του εργαζόμενου να αποδεχτεί ατομική σύμβαση με μείωση μισθού δεν θεωρείται καταχρηστική αλλ', αντιθέτως, συνιστά θεμελιώδες δικαίωμά του! Θα μου πείτε ότι, αν ο εργαζόμενος δεν υποκύψει στις πιέσεις και δεν υπογράψει τέτοια σύμβαση, θα απολυθεί. Βεβαίως, ο εργοδότης έχει δικαίωμα να τον απολύσει αλλά μόνο με την καταβολή της νόμιμης αποζημίωσης. Σε μια τέτοια περίπτωση, όμως, ο εργαζόμενος έχει το δικαίωμα να προσφύγει στα δικαστήρια, επικαλούμενος καταχρηστική απόλυση. Τί θα κερδίσει; Κατά πάσα πιθανότητα, θα δικαιωθεί, θα επιστρέψει στην δουλειά του και, μάλιστα, θα εισπράξει και όσους μισθούς έχασε για όσο διάστημα δεν εργαζόταν. Πάνω σ' αυτό το τελευταίο, δείτε την απόφαση 1486/2007 του Άρειου Πάγου (Τμήμα Β2), όπου κρίνεται ως καταχρηστική η απόλυση εργαζομένου, επειδή οφείλεται σε εκδίκηση του εργοδότη λόγω της άσκησης δικαστικά από απολυθέντα των δικαιωμάτων του.
Αυτή η αδυναμία των εργοδοτών να επιβάλλουν μονομερείς μειώσεις αποδοχών έχει προκαλέσει κύμα ίδρυσης επιχειρησιακών "σωματείων εργαζομένων" (ελεγχομένων, βεβαίως, από την εργοδοσία), ώστε η επιχείρηση να μπορεί να υπογράψει μαζί τους επιχειρησιακή σύμβαση, παρακάμπτοντας τις δυσκολίες των ατομικών συμβάσεων που προαναφέραμε. Συνεπώς, αποτελεί επιβεβλημένο καθήκον για κάθε εργαζόμενο να αρνείται κατηγορηματικά είτε την υπογραφή οποιασδήποτε ατομικής συμβάσεως είτε την εγγραφή του σε οποιοδήποτε επιχειρησιακό "σωματείο" προσπαθεί να στήσει η εργοδοσία. Φυσικά, λέμε "ναι" στην οργάνωση αλλά οργάνωση νοείται μόνο στα ταξικά συνδικάτα.
Πρώτα-πρώτα, έχει σημασία να διακρίνουμε αν αναφερόμαστε σε εργαζόμενο ο οποίος αμείβεται με βάση την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (ΕΓΣΣΕ) ή με βάση κάποια κλαδική ή ομοιοεπαγγελματική σύμβαση. Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, λοιπόν:
(α) Όσοι αμείβονται με βάση την ΕΓΣΣΕ, μπορεί να δουν τις αποδοχές τους να μειώνονται χωρίς να τους ρωτήσει κανείς. Ο νόμος ορίζει ως κατώτερο μισθό στην ΕΓΣΣΕ το ποσό των 586 ευρώ για όσους είναι μεγαλύτεροι των 26 ετών και το ποσό των 511 ευρώ για τους νεώτερους. Έτσι, για τους αμειβόμενους με βάση την ΕΓΣΕΕ, δεν απαιτείται η σύμφωνη γνώμη τους προκειμένου ο εργοδότης τους να μειώσει τις αποδοχές τους μέχρι τα εν λόγω επίπεδα. Συνεπώς, μετά την θεσμοθέτηση της κατάργησης του επιδόματος γάμου (10%), οι έγγαμοι εργαζόμενοι που ανήκουν σ' αυτή την κατηγορία είναι πολύ πιθανό να υποστούν την σχετική περικοπή δίχως να ερωτηθούν.
(β) Αντίθετα, για όσους αμείβονται με οποιαδήποτε σύμβαση εκτός της ΕΓΣΣΕ, ο εργοδότης δεν μπορεί να μειώσει μονομερώς τον μισθό παρά μόνο με τη σύμφωνη γνώμη του εργαζομένου. Αλλά κι εδώ υπάρχουν μερικές υποπεριπτώσεις:
-1- Η συλλογική σύμβαση εξακολουθεί να βρίσκεται σε ισχύ.
-2- Η συλλογική σύμβαση εξακολουθεί να βρίσκεται σε ισχύ αλλά δεν έχει κηρυχθεί υποχρεωτική και εργαζόμενοι ή εργοδότες δεν είναι μέλη των οργανώσεων που συμμετείχαν στην κατάρτισή της.
-3- Η συλλογική σύμβαση έχει λήξει αλλά δεν έχει παρέλθει το διάστημα της μετενέργειας.
-4- Η συλλογική σύμβαση έχει λήξει και έχει παρέλθει και το διάστημα της μετενέργειας.
Επ' αυτών των υποπεριπτώσεων έχουμε να παρατηρήσουμε τα εξής:
- Στην πρώτη υποπερίπτωση δεν γεννάται κανένα ζήτημα, αφού δεν υπάρχει περίπτωση παραβίασης των όρων της. Το ίδιο συμβαίνει και στην τρίτη υποπερίπτωση, εφ' όσον οι διατάξεις της συλλογικής εύμβασης εξακολουθούν να ισχύουν για όλο το διάστημα της μετενέργειας.
- Στην δεύτερη υποπερίπτωση, θεωρείται ότι οι εργαζόμενοι δεν καλύπτονται πλέον από τις διατάξεις τής ισχύουσας σύμβασης. Όμως, επειδή κανένας εργαζόμενος δεν μπορεί να εργάζεται δίχως σύμβαση, θεωρείται επίσης ότι οι εργαζόμενοι καλύπτονται πλέον από ατομικές συμβάσεις, οι οποίες διέπονται από τους όρους της συλλογικής σύμβασης με την οποία καλύπτονταν παλιότερα. Προσοχή στην λέξη θεωρείται. Συνεπώς, εφ' όσον υπάρχουν (έστω θεωρητικώς) ατομικές συμβάσεις, δεν μπορεί κανένας να μεταβάλει μονομερώς τις διατάξεις τους. Με άλλα λόγια: σε όσους εργαζόμενους ανήκουν σ' αυτή την υποπερίπτωση, κανένας εργοδότης δεν μπορεί να επιβάλει μονομερώς μείωση των αποδοχών τους. Τέτοια μείωση μπορεί να επιβληθεί μόνο με την σύναψη νέας ατομικής σύμβασης εργασίας, με ελεύθερη συμφωνία εργοδότη-εργαζόμενου και με αποδοχές μέχρι τα κατώτατα όρια της ΕΓΣΣΕ. Ακριβώς τα ίδια ισχύουν και για την τέταρτη υποπερίπτωση.
Και τώρα, ας πάμε στο πιο ενδιαφέρον -ίσως- κομμάτι τής ανάλυσής μας. Η άρνηση του εργαζόμενου να αποδεχτεί ατομική σύμβαση με μείωση μισθού δεν θεωρείται καταχρηστική αλλ', αντιθέτως, συνιστά θεμελιώδες δικαίωμά του! Θα μου πείτε ότι, αν ο εργαζόμενος δεν υποκύψει στις πιέσεις και δεν υπογράψει τέτοια σύμβαση, θα απολυθεί. Βεβαίως, ο εργοδότης έχει δικαίωμα να τον απολύσει αλλά μόνο με την καταβολή της νόμιμης αποζημίωσης. Σε μια τέτοια περίπτωση, όμως, ο εργαζόμενος έχει το δικαίωμα να προσφύγει στα δικαστήρια, επικαλούμενος καταχρηστική απόλυση. Τί θα κερδίσει; Κατά πάσα πιθανότητα, θα δικαιωθεί, θα επιστρέψει στην δουλειά του και, μάλιστα, θα εισπράξει και όσους μισθούς έχασε για όσο διάστημα δεν εργαζόταν. Πάνω σ' αυτό το τελευταίο, δείτε την απόφαση 1486/2007 του Άρειου Πάγου (Τμήμα Β2), όπου κρίνεται ως καταχρηστική η απόλυση εργαζομένου, επειδή οφείλεται σε εκδίκηση του εργοδότη λόγω της άσκησης δικαστικά από απολυθέντα των δικαιωμάτων του.
Αυτή η αδυναμία των εργοδοτών να επιβάλλουν μονομερείς μειώσεις αποδοχών έχει προκαλέσει κύμα ίδρυσης επιχειρησιακών "σωματείων εργαζομένων" (ελεγχομένων, βεβαίως, από την εργοδοσία), ώστε η επιχείρηση να μπορεί να υπογράψει μαζί τους επιχειρησιακή σύμβαση, παρακάμπτοντας τις δυσκολίες των ατομικών συμβάσεων που προαναφέραμε. Συνεπώς, αποτελεί επιβεβλημένο καθήκον για κάθε εργαζόμενο να αρνείται κατηγορηματικά είτε την υπογραφή οποιασδήποτε ατομικής συμβάσεως είτε την εγγραφή του σε οποιοδήποτε επιχειρησιακό "σωματείο" προσπαθεί να στήσει η εργοδοσία. Φυσικά, λέμε "ναι" στην οργάνωση αλλά οργάνωση νοείται μόνο στα ταξικά συνδικάτα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Με την ελπίδα ότι ο γνωστός ΗΛΙΘΙΟΣ δεν θα επανέλθει, τα σχόλια δημοσιεύονται πλέον χωρίς έγκριση.