Παραλία. Σε κάποιο χωριουδάκι τού Κορινθιακού. Στο πιάτο ο σωστός, λιτός μεζές: δυο φέτες αγγουράκι, δυο φέτες ντοματούλα, λίγο χταποδάκι ξυδάτο, τρεις-τέσσερις φρεσκοτηγανισμένες μαριδούλες. Δίπλα το μισογεμάτο (ή μισοάδειο, όπως το βλέπει κανείς) καραφάκι. Πλωμάρι, Ισιδώρου Αρβανίτου. Μυτιληνιό, όπως πάντα. Θα προτιμούσα Πιτσιλαδή αλλά πού να βρεθεί Πιτσιλαδής στον Μωριά... Και στο χέρι το ποτήρι με το ούζο. Σκέτο. Κι ας μουτρώνει το γκαρσόνι που δεν τ' αφήνεις ν' ακουμπήσει τα παγάκια στο τραπέζι.
Άκου παγάκια στο ούζο! Λες και είναι κοκακόλα! Τα παγάκια πάνε με τα μπασταρδεμένα πιοτά. Και με τα δεύτερα. Βάζεις παγάκια σε καλό μωλτ ουίσκυ; Σε Τάλισκερ ή σε Ομπάν; Θα σε πάρουν οι σκωτσέζοι με τις πέτρες! Βάλτα σε Τζέι εντ Μπι, σε Μπαλλαντάινς και σε Τζώννυ κόκκινο, κύριε, όχι σε μωλτ. Βάλτα σε Μπέιλυς ή σε πίπερμαν. Όχι σε ούζο. Και μάλιστα Μυτιληνιό! "Μα δεν μπορώ να το πιω σκέτο", σου λέει ο άλλος. Ε, μη το πίνεις, κύριος! Πιες γκαζόζα.
Από χτες έχει ένα μαϊστράλι, όνειρο. Επί τέλους, δρόσισε κομμάτι. Βέβαια, η θάλασσα δεν είναι τελείως λάδι, όπως όταν φυσάει βοριαδάκι αλλά καλύτερα έτσι. Το αεράκι φέρνει την αλισάχνη από τα κυματάκια και μπουκώνει την μύτη με μυρουδιές αλμυρές. Έτσι όπως ταιριάζει με το ούζο.
Όλα όμορφα. Αν δεν ήταν κι η θορυβώδης παρέα λίγο πιο πέρα... Έξι νοματαίοι και τέσσερα πιτσιρίκια, με έντονη οσμή πρωτευουσίλας. Απ' αυτούς που δεν φεύγουν από τα σπίτια τους για να ησυχάσουν αλλά παίρνουν μαζί και την φασαρία τους για να την πάνε βόλτα. Απ' αυτούς που νομίζουν ότι, όπου κι αν βρεθούν, πρέπει να μάθουν όλοι τα ονόματα των παιδιών τους ("Γιώργο, έλα 'δω, θα βραχείς", "Ντέπυ, μη εκεί, θα τις φας") κι είναι ευχαριστημένοι όταν τα "καμάρια" τους 'πιθώσουν τον πισινό τους στην καρέκλα κι αρχίσουν να ζαλίζουν τ' αφτιά των διπλανών με τα νιτέντο τους...
Ούζο κι οι πρωτευουσιάνοι. Με πάγο και νερό, φυσικά, όπως στην Αθήνα, όπου το πίνουν με μεζέ στράγαλα και φυστίκια (ήμαρτον!). Εδώ, στην επαρχία, ο πάγος και το νερό μένουν αλλά ο μεζές αλλάζει: τυροπιττάκια, κεφτεδάκια, χωριάτικη, τζατζίκι, σουβλάκια, δυο τηγανιές γαύρος και πατάτες τηγανιτές. Πολλές πατάτες τηγανιτές. "Για τα παιδιά". Αηδιάζω. Λες να παραγγείλουν και γουρουνοπούλα με το ούζο; Πότε θα μάθουν ότι το ούζο είναι για να ανοίγει την όρεξη; Απεριτίφ, που λένε κι οι φράγκοι. Τέτοιος πρέπει να 'ναι κι ο μεζές του. Ορεκτικός. Όχι ο σκασμός.
Αδειάζω το υπόλοιπο καραφάκι στο ποτήρι, καρφώνω μια μαριδούλα και, δίχως να το θέλω, κοιτάζω τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα. Οι πρωτευουσιάνοι ήρθαν με τρία ογκώδη 4Χ4, καθ' ότι διακοπές δίχως τεθωρακισμένο δεν είναι ιν. Δίπλα ένα Σμαρτ, το ακριβώτερο κουβαδάκι του κόσμου. Πιο 'κει ένα Γκολφ με θηριώδη εξάτμιση και πλάι του ένα Άουντι με μια τεράστια πρόσθετη αεροτομή, απ' αυτές που η γυναίκα μου αποκαλεί "απλώστρες για σώβρακα". Γυρίζω πάλι το βλέμμα προς την θάλασσα και πίνω μια γουλιά ούζο. Ξαφνικά αισθάνομαι ευτυχής που οδηγώ ένα παλιό Χιουντάι Άτος...
Δίπλα, τα πιτσιρίκια βαρέθηκαν τα νιτέντο τους κι άρχισαν να πλακώνονται τσιρίζοντας. Οι μαμάδες τους προσπαθούν να επιβάλλουν την τάξη τσιρίζοντας χειρότερα. Ένα αυτοκίνητο σταματάει κι ο οδηγός του βγαίνει να αγοράσει τσιγάρα από το διπλανό μαγαζάκι. Το ντόλμπυ σαρράουντ στην διαπασών: "Στην υγειά τής αχάριστης...".
Στραγγίζω το ποτήρι και σηκώνομαι. Ώρα να την κάνω...
Άκου παγάκια στο ούζο! Λες και είναι κοκακόλα! Τα παγάκια πάνε με τα μπασταρδεμένα πιοτά. Και με τα δεύτερα. Βάζεις παγάκια σε καλό μωλτ ουίσκυ; Σε Τάλισκερ ή σε Ομπάν; Θα σε πάρουν οι σκωτσέζοι με τις πέτρες! Βάλτα σε Τζέι εντ Μπι, σε Μπαλλαντάινς και σε Τζώννυ κόκκινο, κύριε, όχι σε μωλτ. Βάλτα σε Μπέιλυς ή σε πίπερμαν. Όχι σε ούζο. Και μάλιστα Μυτιληνιό! "Μα δεν μπορώ να το πιω σκέτο", σου λέει ο άλλος. Ε, μη το πίνεις, κύριος! Πιες γκαζόζα.
Από χτες έχει ένα μαϊστράλι, όνειρο. Επί τέλους, δρόσισε κομμάτι. Βέβαια, η θάλασσα δεν είναι τελείως λάδι, όπως όταν φυσάει βοριαδάκι αλλά καλύτερα έτσι. Το αεράκι φέρνει την αλισάχνη από τα κυματάκια και μπουκώνει την μύτη με μυρουδιές αλμυρές. Έτσι όπως ταιριάζει με το ούζο.
Όλα όμορφα. Αν δεν ήταν κι η θορυβώδης παρέα λίγο πιο πέρα... Έξι νοματαίοι και τέσσερα πιτσιρίκια, με έντονη οσμή πρωτευουσίλας. Απ' αυτούς που δεν φεύγουν από τα σπίτια τους για να ησυχάσουν αλλά παίρνουν μαζί και την φασαρία τους για να την πάνε βόλτα. Απ' αυτούς που νομίζουν ότι, όπου κι αν βρεθούν, πρέπει να μάθουν όλοι τα ονόματα των παιδιών τους ("Γιώργο, έλα 'δω, θα βραχείς", "Ντέπυ, μη εκεί, θα τις φας") κι είναι ευχαριστημένοι όταν τα "καμάρια" τους 'πιθώσουν τον πισινό τους στην καρέκλα κι αρχίσουν να ζαλίζουν τ' αφτιά των διπλανών με τα νιτέντο τους...
Ούζο κι οι πρωτευουσιάνοι. Με πάγο και νερό, φυσικά, όπως στην Αθήνα, όπου το πίνουν με μεζέ στράγαλα και φυστίκια (ήμαρτον!). Εδώ, στην επαρχία, ο πάγος και το νερό μένουν αλλά ο μεζές αλλάζει: τυροπιττάκια, κεφτεδάκια, χωριάτικη, τζατζίκι, σουβλάκια, δυο τηγανιές γαύρος και πατάτες τηγανιτές. Πολλές πατάτες τηγανιτές. "Για τα παιδιά". Αηδιάζω. Λες να παραγγείλουν και γουρουνοπούλα με το ούζο; Πότε θα μάθουν ότι το ούζο είναι για να ανοίγει την όρεξη; Απεριτίφ, που λένε κι οι φράγκοι. Τέτοιος πρέπει να 'ναι κι ο μεζές του. Ορεκτικός. Όχι ο σκασμός.
Αδειάζω το υπόλοιπο καραφάκι στο ποτήρι, καρφώνω μια μαριδούλα και, δίχως να το θέλω, κοιτάζω τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα. Οι πρωτευουσιάνοι ήρθαν με τρία ογκώδη 4Χ4, καθ' ότι διακοπές δίχως τεθωρακισμένο δεν είναι ιν. Δίπλα ένα Σμαρτ, το ακριβώτερο κουβαδάκι του κόσμου. Πιο 'κει ένα Γκολφ με θηριώδη εξάτμιση και πλάι του ένα Άουντι με μια τεράστια πρόσθετη αεροτομή, απ' αυτές που η γυναίκα μου αποκαλεί "απλώστρες για σώβρακα". Γυρίζω πάλι το βλέμμα προς την θάλασσα και πίνω μια γουλιά ούζο. Ξαφνικά αισθάνομαι ευτυχής που οδηγώ ένα παλιό Χιουντάι Άτος...
Δίπλα, τα πιτσιρίκια βαρέθηκαν τα νιτέντο τους κι άρχισαν να πλακώνονται τσιρίζοντας. Οι μαμάδες τους προσπαθούν να επιβάλλουν την τάξη τσιρίζοντας χειρότερα. Ένα αυτοκίνητο σταματάει κι ο οδηγός του βγαίνει να αγοράσει τσιγάρα από το διπλανό μαγαζάκι. Το ντόλμπυ σαρράουντ στην διαπασών: "Στην υγειά τής αχάριστης...".
Στραγγίζω το ποτήρι και σηκώνομαι. Ώρα να την κάνω...
Όλα καλά και άγια τα λες αλλά όχι και να συγκρίνεις "Πιτσιλαδή" με "Αρβανίτη" !!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο ένα απόσταγμα 100% και το άλλο χαρμάνι φτιαγμένο στο μπλέντερ !!!
Το Πιτσιλαδή το ανακάλυψα φαντάρος στην Λέσβο. Και από τότε το λάτρεψα. Το δυστύχημα είναι πως εκτός του νησιού είναι δυσεύρετο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑν βρείς ποτέ Τικέλη πιές το ανεπιφύλακτα, αλλά πρόσεξε γιατί βαράει περίεργα (όχι πολύ-περίεργα).
Ποτέ δεν φανταζόμουν ότι τούτο το ιστολόγιο διαθέτει αναγνώστες με τόσο εκλεπτυσμένο αισθητήριο περί το ούζο!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι όχι μόνο Τικέλλη, αγαπητέ TRASH. Και Σαμαρά (μπλέ ή κόκκινο, ανάλογα τα κέφια) και Σμυρνιώ (η ειδική έκδοσή του για την "Μουριά του Μυριβήλη" στην Σκάλα Συκαμνιάς με εξέπληξε ευχάριστα) και Κέφι (εντυπωσιακό ανάλαφρο) και Μαθιός (με το "πονηρό" παραθυράκι στην ετικέττα) και τόσα άλλα ούζα μικρών παραγωγών, το καθένα με το δικό του χαρμάνι. Όρεξη να 'χεις να δοκιμάζεις... Και πάντα σκέτα, φυσικά!!
Δυστυχώς, η μικρή παραγωγή όλων αυτών τα κάνει δυσεύρετα στην υπόλοιπη Ελλάδα. Έτσι βολευόμαστε με Πλωμάρι, Μίνι και Βαρβαγιάννη. Μπλέντερ; Ίσως. Αλλά καλό μπλέντερ!
Αχ Θοδωρή θα σε μαλώσω !
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν έχει σχέση "Βαρβαγιάννης" με Πλωμάρι, Μίνι, Αρβανίτη, Αγουρίδη, Χρυσανθακόπουλου, Χάχαλη, Πιλαβά ή χύμα από τον Χριστόδουλο.
Για ενημέρωση: εκεί που ζεις μέχρι πριν δυο - τρεις μήνες υπήρχε "Σαμαρά" (μπλέ & κόκκινο), τώρα υπάρχει μόνο "Πιτσιλαδή".
Αν το βρεις αυτό:
ΑπάντησηΔιαγραφήΤσίπουρο "Νταραίος"
στα μέρη σου (και σού αρέσει το τσίπουρο) χτύπα το!
(καθότι δεν πίνω ούζο)
Με τις υγείες μας!
Ε, λοιπόν εγώ βάζω παγάκι. Ένα. Και το κατεβάζω ευχάριστα χωρίς νερό, φυστίκια και στραγάλια. Ένα παγάκι μου αρκεί και δεν το νερώνω άλλο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΘαυμάζω τις γνώσεις σας περί ούζου και τις μάρκες που κυκλοφορούν. Να υποθέσω ότι οι περισσότερες (αν όχι όλες) είναι από Μυτιλήνη μεριά; Δεν έχω πάει ποτέ μου γι' αυτό έμεινα "πίσω".
Πάντως δεν θεωρώ ότι πρέπει να διαθέτεις ντοκτορά γευσιγνωσίας για να απολαύσεις το ουζάκι σου στη παραλία.
Περί ορέξεως ... που λένε!
Εγώ απολαμβάνω το ουζάκι του ξάδελφου που έχει ποτοποιία στον Αλισσό. Το πίνω χρόνια και το'χω μάθει. Και κάτι "12" ή "Πιλαβά" ούτε να τα βλέπω. Είπαμε, τα υπόλοιπα που αναφέρετε δεν τα γνωρίζω.
Άσχετο: φέτος δεν πήγες στο νησί "σου"; Κρίση ή δουλειές βρε Θόδωρα;