Τούτο τον μήνα είπαμε πολλά για την Γερμανία. Όχι βέβαια πως δεν άξιζε τον κόπο, μιας και σ' ολόκληρο τον κόσμο το βλέμμα στην Γερμανία στρέφεται όποτε γίνεται λόγος για θέματα ευρωπαϊκής οικονομίας. Μάλιστα δε, όσο περισσότερο καταλαβαίνουμε τις διεργασίες που συντελούνται στο εσωτερικό της Γερμανίας, τόσο ευκολώτερα εξηγούμε όσα συμβαίνουν στην ευρωζώνη αλλά και στην Ευρωπαϊκή Ενωση ευρύτερα.
Είδαμε σύσσωμη σχεδόν την δύση να ρίχνει τα βέλη της στην κυβέρνηση Μέρκελ, κατηγορώντας την για "δυστοκία" και "αναποφασιστικότητα", λες και φταίει αποκλειστικά η Γερμανία για όλα τα στραβά και τα ανάποδα του καπιταλισμού. Βέβαια, η γερμανική αναποφασιστικότητα δεν αποτελεί φαινόμενο της εποχής μας, αφού την ανιχνεύουμε και στο παρελθόν των γερμανών, π.χ. στο δίλημμα επιλογής ανάμεσα στην Weltpolitik τού αυτοκράτορα Γουλιέλμου Β' και την Realpolitik τού καγκελλάριου Βίσμαρκ. Σήμερα, αυτή η αναποφασιστικότητα οφείλεται στις εντός τής Γερμανίας αντιθέσεις των μεγάλων μονοπωλίων, οι οποίες οξύνονται όσο βαθαίνει η διεθνής καπιταλιστική κρίση. Αλλά, ας προσπαθήσουμε να τα εξηγήσουμε όλα αυτά, με απλά λόγια.
Με την έκρηξη της κρίσης το 2008, η γερμανική βιομηχανία στράφηκε -κατά κύριο λόγο- προς την Ασία. Έτσι, κατά την πρώτη φάση της κρίσης και γύρω στα μέσα του 2010, το εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας εκτοξεύτηκε στα ύψη (κυρίως λόγω της αύξησης της ζήτησης των βιομηχανικών της προϊόντων από την Κίνα και την Ιαπωνία), παρά το γεγονός ότι η κρίση στις χώρες της ευρωζώνης συρρίκνωσε το εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας εντός της Ε.Ε. Ακόμα και τον περασμένο Σεπτέμβριο, σύμφωνα με την γερμανική στατιστική υπηρεσία, οι εξαγωγές ανήλθαν σε επίπεδα ρεκόρ, αυξάνοντας το εμπορικό πλεόνασμα στα υψηλότερα επίπεδα από τον Ιούνιο του 2008. Οι γερμανικές εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 0,9% σε μηνιαία βάση και οι εισαγωγές μειώθηκαν κατά 0,8%, αυξάνοντας το εμπορικό πλεόνασμα κατά ενάμιση δισ. ευρώ.
Κατά τους αναλυτές, η καλή πορεία των εξαγωγών αντισταθμίζει σε μεγάλο βαθμό τα πρόσφατα χαμηλά στοιχεία για την πορεία της γερμανικής βιομηχανίας και την μείωση της βιομηχανικής της παραγωγής. Εκτός όμως από την Ασία, η Λατινική Αμερική είναι μία ακόμη από τις περιοχές που τυγχάνουν της ειδικής προσοχής των γερμανών, κυβέρνησης και κεφαλαιοκρατών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η διείσδυση του γερμανικού κεφαλαίου στη Βραζιλία: πάνω από 2.000 γερμανικές εταιρείες έχουν τα τελευταία χρόνια προχωρήσει σε επενδύσεις άνω των 60 δισ. ευρώ, το διμερές εμπόριο το 2008 ξεπέρασε τα 45 δισ. και οι γερμανικές εταιρείες παράγουν το 10% της συνολικής βιομηχανικής παραγωγής της Βραζιλίας.
Για ποιο λόγο τα λέμε όλα αυτά; Επειδή είναι προφανές ότι το τμήμα του γερμανικού κεφαλαίου, το οποίο δραστηριοποιείται κερδοφόρα είτε στην Ασία είτε στην Λατινική Αμερική, έχει κάθε λόγο να επιδιώκει την "αναμόρφωση" της Ευρωπαϊκής Ένωσης με οποιονδήποτε τρόπο (π.χ. δημιουργία δεύτερου νομίσματος ["ευρώ των φτωχών"], επίσημος διαχωρισμός των χωρών-μελών τής Ένωσης σε δυο "ταχύτητες", απομάκρυνση "προβληματικών" μελών κλπ) και ταυτόχρονα την στροφή τής χώρας προς τις αναδυόμενες αγορές, τις γνωστές ως BRICS (Brazil, Russia, India, China, South Africa).
Από την άλλη, όμως, υπάρχει και ένα τμήμα γερμανικού κεφαλαίου, το οποίο υποστηρίζει τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό τής χώρας και επιμένει να τονίζει την σημασία των -έστω, ασθενέστερων- χωρών τού ευρωπαϊκού νότου για τις γερμανικές εξαγωγές και τις γερμανικές επενδύσεις. Έτσι, στηρίζει την συνοχή τής "μεγάλης Ε.Ε. των 27", την ενίσχυση του γαλλογερμανικού άξονα και τον παραδοσιακό ευρωατλαντικό προσανατολισμό τής χώρας. Παράλληλα, προβάλλει τα πλεονεκτήματα που έχει το κοινό ευρώ για τις γερμανικές εξαγωγές, θυμίζει ότι το 60% των γερμανικών εξαγωγών γίνεται ενδοκοινοτικά και υπογραμμίζει ότι μια Ε.Ε. με 27 μέλη ενισχύει την διαπραγματευτική ικανότητα της Γερμανίας.
Μετά από όλα όσα αναφέραμε, γίνονται πια κατανοητοί οι λόγοι για τους οποίους η Γερμανία εμφανίζεται ως "διστακτική" ή "αναποφάσιστη". Είναι προφανές ότι δεν πρόκειται περί "διστακτικότητας" αλλά περί αδίστακτης ενδοκαπιταλιστικής διένεξης, η οποία -φυσικά!- γίνεται ερήμην των λαών.
Είδαμε σύσσωμη σχεδόν την δύση να ρίχνει τα βέλη της στην κυβέρνηση Μέρκελ, κατηγορώντας την για "δυστοκία" και "αναποφασιστικότητα", λες και φταίει αποκλειστικά η Γερμανία για όλα τα στραβά και τα ανάποδα του καπιταλισμού. Βέβαια, η γερμανική αναποφασιστικότητα δεν αποτελεί φαινόμενο της εποχής μας, αφού την ανιχνεύουμε και στο παρελθόν των γερμανών, π.χ. στο δίλημμα επιλογής ανάμεσα στην Weltpolitik τού αυτοκράτορα Γουλιέλμου Β' και την Realpolitik τού καγκελλάριου Βίσμαρκ. Σήμερα, αυτή η αναποφασιστικότητα οφείλεται στις εντός τής Γερμανίας αντιθέσεις των μεγάλων μονοπωλίων, οι οποίες οξύνονται όσο βαθαίνει η διεθνής καπιταλιστική κρίση. Αλλά, ας προσπαθήσουμε να τα εξηγήσουμε όλα αυτά, με απλά λόγια.
Με την έκρηξη της κρίσης το 2008, η γερμανική βιομηχανία στράφηκε -κατά κύριο λόγο- προς την Ασία. Έτσι, κατά την πρώτη φάση της κρίσης και γύρω στα μέσα του 2010, το εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας εκτοξεύτηκε στα ύψη (κυρίως λόγω της αύξησης της ζήτησης των βιομηχανικών της προϊόντων από την Κίνα και την Ιαπωνία), παρά το γεγονός ότι η κρίση στις χώρες της ευρωζώνης συρρίκνωσε το εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας εντός της Ε.Ε. Ακόμα και τον περασμένο Σεπτέμβριο, σύμφωνα με την γερμανική στατιστική υπηρεσία, οι εξαγωγές ανήλθαν σε επίπεδα ρεκόρ, αυξάνοντας το εμπορικό πλεόνασμα στα υψηλότερα επίπεδα από τον Ιούνιο του 2008. Οι γερμανικές εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 0,9% σε μηνιαία βάση και οι εισαγωγές μειώθηκαν κατά 0,8%, αυξάνοντας το εμπορικό πλεόνασμα κατά ενάμιση δισ. ευρώ.
Κατά τους αναλυτές, η καλή πορεία των εξαγωγών αντισταθμίζει σε μεγάλο βαθμό τα πρόσφατα χαμηλά στοιχεία για την πορεία της γερμανικής βιομηχανίας και την μείωση της βιομηχανικής της παραγωγής. Εκτός όμως από την Ασία, η Λατινική Αμερική είναι μία ακόμη από τις περιοχές που τυγχάνουν της ειδικής προσοχής των γερμανών, κυβέρνησης και κεφαλαιοκρατών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η διείσδυση του γερμανικού κεφαλαίου στη Βραζιλία: πάνω από 2.000 γερμανικές εταιρείες έχουν τα τελευταία χρόνια προχωρήσει σε επενδύσεις άνω των 60 δισ. ευρώ, το διμερές εμπόριο το 2008 ξεπέρασε τα 45 δισ. και οι γερμανικές εταιρείες παράγουν το 10% της συνολικής βιομηχανικής παραγωγής της Βραζιλίας.
Για ποιο λόγο τα λέμε όλα αυτά; Επειδή είναι προφανές ότι το τμήμα του γερμανικού κεφαλαίου, το οποίο δραστηριοποιείται κερδοφόρα είτε στην Ασία είτε στην Λατινική Αμερική, έχει κάθε λόγο να επιδιώκει την "αναμόρφωση" της Ευρωπαϊκής Ένωσης με οποιονδήποτε τρόπο (π.χ. δημιουργία δεύτερου νομίσματος ["ευρώ των φτωχών"], επίσημος διαχωρισμός των χωρών-μελών τής Ένωσης σε δυο "ταχύτητες", απομάκρυνση "προβληματικών" μελών κλπ) και ταυτόχρονα την στροφή τής χώρας προς τις αναδυόμενες αγορές, τις γνωστές ως BRICS (Brazil, Russia, India, China, South Africa).
Από την άλλη, όμως, υπάρχει και ένα τμήμα γερμανικού κεφαλαίου, το οποίο υποστηρίζει τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό τής χώρας και επιμένει να τονίζει την σημασία των -έστω, ασθενέστερων- χωρών τού ευρωπαϊκού νότου για τις γερμανικές εξαγωγές και τις γερμανικές επενδύσεις. Έτσι, στηρίζει την συνοχή τής "μεγάλης Ε.Ε. των 27", την ενίσχυση του γαλλογερμανικού άξονα και τον παραδοσιακό ευρωατλαντικό προσανατολισμό τής χώρας. Παράλληλα, προβάλλει τα πλεονεκτήματα που έχει το κοινό ευρώ για τις γερμανικές εξαγωγές, θυμίζει ότι το 60% των γερμανικών εξαγωγών γίνεται ενδοκοινοτικά και υπογραμμίζει ότι μια Ε.Ε. με 27 μέλη ενισχύει την διαπραγματευτική ικανότητα της Γερμανίας.
Μετά από όλα όσα αναφέραμε, γίνονται πια κατανοητοί οι λόγοι για τους οποίους η Γερμανία εμφανίζεται ως "διστακτική" ή "αναποφάσιστη". Είναι προφανές ότι δεν πρόκειται περί "διστακτικότητας" αλλά περί αδίστακτης ενδοκαπιταλιστικής διένεξης, η οποία -φυσικά!- γίνεται ερήμην των λαών.
Υπό αυτές τις συνθήκες, σε ποιά ύψη μπορεί να φτάσει η ισοτιμία ενός νέου μάρκου, με δυσμενείς επιπτώσεις στις εξαγωγές τους? Προφανώς και δεν τους συμφέρει η επίλυση της "κρίσης" του νότου. Παρόλα τα "προβλήματα" του ευρώ, η ισοτιμία παραμένει περί το 1,30 $/€ που σημαίνει ότι το ευρώ είναι ακόμα πολύ υπερτιμημένο, γεγονός που διαλύει κάθε ελπίδα ανάκαμψης των οικονομιών του ευρωνότου. Είτε με καπιταλισμό είτε χωρίς. Οι Έλληνες καπιταλιστές, αιωνίως στο ρόλο των κοτζαμπάσηδων προς στο εσωτερικό και των υποτελών προς το εξωτερικό, δεν διστάζουν να παίζουν το παιχνίδι των ξένων εις βάρος φυσικά του λαού. Κάποια δοσίματα των ξένων, τους αρκούν για να παίζουν αυτό το ρόλο. Αλλά ακόμα κι αυτός ο ρόλος δεν τους συμφέρει στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία όπου θα παραμεριστούν από τα μεγαλύτερα ψάρια και θα πάψουν να υπάρχουν. Και γι' αυτούς ακόμα η λύση, αν θέλουν να διατηρήσουν το έλεγχο, είναι επιστρέψουν τη χώρα στην προ ευρώ εποχή και να της επιτρέψουν να αναπτυχθεί με τη συμμετοχή του λαού στα οφέλη που θα προκύψουν. Είναι η μόνη λύση και για αυτούς. Αλλά επειδή κι αυτοί ανήκουν στην τάξη των... "εργαταστών", δεν μπορούν να καταλάβουν το συμφέρον τους. Θα ήθελαν πολύ να διαθέτουν γιγάντιες παραγωγικές επιχειρήσεις όπως οι ομόλογοί τους της κεντρικής Ευρώπης αλλά δεν μπορούν να καταλάβουν ότι οι επιχειρήσεις εκείνες γιγαντώθηκαν όταν οι εργαζόμενοι ζούσαν αξιοπρεπώς.
ΑπάντησηΔιαγραφή