Λέγαμε στο προηγούμενο σημείωμα ότι, μέχρι το 1862, οι μοναρχικές κυβερνήσεις είχαν καταφέρει -με το ξεζούμισμα των λαϊκών στρωμάτων προς χάριν του διεθνούς κεφαλαίου της εποχής- μια κάποια ισορροπία στον προϋπολογισμό. Όταν εξώσθηκε ο Όθων, το 1862, το συνολικό εσωτερικό δημόσιο χρέος ήταν μόνον 2,5 εκατομμύρια δρχ., με μόνο πιστωτή την Εθνική Τράπεζα.
Από την μεταπολίτευση του 1862, οι δαπάνες διευρύνονται. Σ' αυτό συντείνουν, κυρίως, οι εξελίξεις στο εσωτερικό της χώρας (Κρητική επανάσταση, εσωτερικές ανωμαλίες κλπ), ενώ και οι διεθνείς εξελίξεις στην Ανατολή δημιουργούν αφόρητες πιέσεις. Για να αντεπεξέλθει στις αυξανόμενες ανάγκες, το κράτος διευρύνει συνεχώς την δανειοδότησή του από την Εθνική Τράπεζα. Ο δανεισμός αυξάνεται σε σημείο που φέρνει την Τράπεζα στα όριά της, παρά τους ευνοϊκώτατους -τηρουμένων των αναλογιών- όρους.
Την ίδια εποχή, εμφανίζονται οι πρώτες ανώμαλες χρηματοπιστωτικές επιλογές. Το 1862 εκδίδονται, για πρώτη φορά, έντοκα γραμμάτια του ελληνικού δημοσίου και 4 χρόνια αργότερα αποφασίζεται η αναγκαστική κυκλοφορία χρήματος. Όσο κι αν αυτές οι επιλογές έδειχναν αναγκαίες, δεν έπαυαν να αποτελούν εξαμβλωματικές παρεμβάσεις στην νομισματική λειτουργία.
Το 1875, ο Χαρίλαος Τρικούπης εκλέγεται, για πρώτη φορά, πρωθυπουργός. Την ίδια εποχή, το περίφημο "ανατολικό ζήτημα" γνωρίζει μια έντονη έξαρση, η οποία θα διατηρηθεί επί μια ολόκληρη τετραετία και θα δώσει νέα διάσταση στην οικονομική δυσπραγία της χώρας. Οι στρατιωτικές δαπάνες της χώρας από τη μια και ο εκσυγχρονισμός του κράτους από την άλλη ήσαν οι λόγοι διεύρυνσης των κρατικών δαπανών, των οποίων η κάλυψη με δάνεια δημιουργούσε περαιτέρω δαπάνες, μιας και μεγάλο μέρος αυτών των δανείων κάλυπτε ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις που προέρχονταν από την εξυπηρέτηση του συνεχώς αυξανόμενου χρέους.
Αποτέλεσμα των εξελίξεων αυτών ήταν τα ελλείμματα να είναι συνεχή, με συνέπεια η εξυπηρέτηση του χρέους να υπερβαίνει το 40% των ετησίων εσόδων. Η μόνη λύση ήταν η προσφυγή της χώρας στην εξωτερική αγορά, αλλά για να γίνει αυτό έπρεπε πρώτα να τακτοποιηθούν οι παλιές προς το εξωτερικό υποχρεώσεις, όρος απαράβατος για τους ξένους.
Έτσι η χώρα προσέφυγε στον συμβιβασμό του 1878, ο οποίος και άνοιξε τις τοκογλυφικές αγορές του εξωτερικού. Το πρώτο δάνειο πάρθηκε το 1879 με ληστρικούς όρους: αν και είχε ονομαστική αξία 60 εκατομμύρια φράγκα, εκδόθηκε πολύ κάτω από το άρτιο, με αποτέλεσμα να μας αποδοθούν μόλις 44 εκατομμύρια φράγκα με πραγματικό επιτόκιο 8,19%! Κι αυτή ήταν μόνον η αρχή, αφού ακολούθησαν πέντε ακόμη δάνεια:
- 120 εκατομμύρια φράγκα το 1881, για να καλυφθούν οι επείγουσες ανάγκες της χώρας, με επιτόκιο 7,35%.
- 100 εκατομμύρια φράγκα το 1884, για την κατασκευή σιδηροδρόμων, με επιτόκιο 7,16%.
- 135 εκατομμύρια φράγκα το 1887, για την αγορά στρατιωτικού εξοπλισμού και την εξυπηρέτηση προηγούμενων δανείων, με επιτόκιο 6%.
- 155 εκατομμύρια φράγκα το 1879, για την πληρωμή του δανείου του 1884 και την αποπληρωμή των σιδηροδρομικών εταιριών, με επιτόκιο 5,75%.
- 89 εκατομμύρια φράγκα το 1890-1891, για την κατασκευή του σιδηροδρόμου Πειραιώς–Λαρίσης, με επιτόκιο 5,7%.
Επειδή τα ποσά που προαναφέραμε δημιουργούν ζαλάδα, θα τα δούμε στο επόμενο σημείωμα με μεγαλύτερη ψυχραιμία. Πριν τελειώσουμε για σήμερα, αξίζει να αναφέρουμε ότι οι κύριοι δανειστές μας εκείνη την εποχή ήσαν η τράπεζα Harmbo του Λονδίνου, η γαλλική Bank de Paris, η Brleishrober του Βερολίνου και η Τράπεζα της Κωνσταντινούπολης του "εθνικού ευεργέτη" (σημ.: τρομάρα του!) Ανδρέα Συγγρού...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Με την ελπίδα ότι ο γνωστός ΗΛΙΘΙΟΣ δεν θα επανέλθει, τα σχόλια δημοσιεύονται πλέον χωρίς έγκριση.