1 Μαρτίου 2019

Αντίστροφη μέτρηση

Έχω από μέρες κατά νου ένα θεματάκι, για το οποίο θέλω από προχτές να γράψω δυο αράδες. Όμως, η φούρια που πέφτει στην δουλειά στα τέλη κάθε μήνα, δεν μου το επέτρεψε. Και σήμερα, που είναι και Παρασκευή και πρωτομηνιά, ποιός έχει διάθεση για μουρμούρα ή για βαθυστόχαστες αναλύσεις; Λέω, λοιπόν, σήμερα να το πάμε με πιο χαλαρή διάθεση και να σας διηγηθώ άλλη μια από εκείνες τις μουσικές ιστορίες που όλοι ξέρετε πόσο μου αρέσουν και που ελπίζω ότι αρέσουν και σε σας.

Τούτη την φορά θα σας ταξιδέψω εκτός Ελλάδος. Θα γυρίσουμε τα ρολόγια μας σαράντα χρόνια πίσω και θα τραβήξουμε βόρεια, ίσαμε την Σουηδία, να πούμε. Κι εκεί, κάπου στην Στοκχόλμη, λίγο μακρύτερα από το κέντρο όπου χαζεύουν οι τουρίστες, στο γραφικό προάστειο Ούπλαντς Βάσμπυ, θα συναντήσουμε έναν ανήσυχο δεκαεξάχρονο, ο οποίος ακούει στο όνομα Γιόακιμ Λάρσσον.

Όπως όλοι οι έφηβοι, ο Γιόακιμ ονειρεύεται μεγαλεία. Παίζει ποδόσφαιρο και χόκεϋ στον πάγο, με σκοπό να γίνει διάσημος είτε στο ένα σπορ είτε στο άλλο, αδιάφορο σε ποιο. Παράλληλα κάνει και καρτ, μιας και δεν θα ήταν άσχημο αν γινόταν πρωταθλητής σε αγώνες ράλλυ. Κι επειδή τα μεγάλα όνειρα είναι επιρρεπή στις μεγάλες απογοητεύσεις, ο Γιόακιμ εγκαταλείπει το όνειρο να γίνει ραλλίστας όταν παίρνει μέρος στο εφηβικό πρωτάθλημα καρτ και τερματίζει μόλις τέταρτος. Ευτυχώς, έχει πού να στρέψει τα ενδιαφέροντά του. Έχει την μουσική.

Ο νεαρός έχει κάνει μαθήματα πιάνου και κλασσικής κιθάρας αλλά η μεγάλη του αγάπη είναι το ροκ. Έχει κόλλημα με τους Thin Lizzy και τους Led Zeppelin και πολύ θα ήθελε να γίνει ο νέος Jimi Hentrix. Τα πρώτα του βήματα είναι τα γνωστά, αυτά που λέμε "της προσκολλήσεως": πλησιάζει τα γκρουπάκια της περιοχής και τα συνοδεύει στις παραστάσεις τους με την κιθάρα ή το μπάσσο του. Γιατί, όμως, το δικό του ταλέντο να προσδίδει φήμη στους κάθε τυχαίους Jet, Blazer ή Roxanne και όχι σε ένα δικό του γκρουπ;

Κάπως έτσι σκεπτόμενος, το 1979 ο δεκαεξάχρονος Λάρσσον στήνει μαζί με τρία φιλαράκια του το γκρουπ Force, κρατώντας για τον εαυτό του την ληντ κιθάρα και τους ρόλους του αρχηγού, του τραγουδιστή και του συνθέτη των κομματιών. Κι επειδή κανείς δεν κάνει μεγάλη καρριέρα με το τόσο κοινό σουηδικό όνομα Γιόακιμ Λάρσσον, το άλλαξε σε Joey Tempest, που θα μπορούσε να αποδοθεί στα ελληνικά ως "Γλυκειά Θύελλα". Σε μικρό χρονικό διάστημα, ο Joey και η παρέα του έγιναν γνωστοί στην ροκ σκηνή τής Στοκχόλμης. Με μακριές και φουντωτές χαίτες, χαλκάδες στα αφτιά, άφθονη τρέλα και παίζοντας κάτι ανάμεσα σε χέβυ μέταλ και γκλαμ ροκ, απέκτησαν φανατικούς οπαδούς, οι οποίοι γέμιζαν πάντα τους χώρους όπου έπαιζαν.


Κάπου εκεί, η "ψωνάρα" του Joey έγινε αφορμή για μια απρόσμενη επιτυχία. Ήταν αρχές του 1981, όταν ο αρχηγός των Force σκέφτηκε να συνθέσει ένα τζιγκλάκι, ένα σύντομης διάρκειας κομμάτι, το οποίο θα ακουγόταν ηχογραφημένο στην αρχή κάθε παράστασής τους και θα προανάγγελε στους θεατές την είσοδο του γκρουπ στην σκηνή. Έτσι, χρησιμοποιώντας ως πηγή έμπνευσης το "Space Oddity" του Μπάουι, ο Joey έγραψε ένα κομμάτι που θα έκανε την "αντίστροφη μέτρηση" για την επί σκηνής εμφάνιση των Force. Όμως, αυτό το κομμάτι χρησιμοποιήθηκε μόνο για λίγο. Σύντομα αποσύρθηκε, επειδή δεν ταίριαζε με τον μεταλλικό ήχο του γκρουπ.

Την επόμενη χρονιά, το συγκρότημα πήρε μέρος σε ροκ διαγωνισμό της Σουηδίας. Εν όψει αυτού του διαγωνισμού, ο Joey αποφάσισε να αλλάξει το όνομα του γκρουπ από Force σε Europe. Οι Europe νίκησαν στον διαγωνισμό και ως έπαθλο κέρδισαν ένα συμβόλαιο με εταιρεία δίσκων. Αυτό φάνηκε να γίνεται το εφαλτήριο για την επιτυχία που περίμενε ο Joey αλλά η μεγάλη και παγκόσμια φήμη που ονειρευόταν, εξακολουθούσε να μη φαίνεται ούτε με κυάλια.

Πέρασαν άλλα τρία χρόνια απογοήτευσης για τον φιλόδοξο νεαρό. Έχει φτάσει πια το 1985, όταν αποφασίζει να ξαναβγάλει από το συρτάρι του εκείνο το παλιό τζινγκλάκι και να δουλέψει λίγο τους στίχους κάνοντάς το τραγούδι κανονικό. Το αποτέλεσμα δίχασε τα μέλη του γκρουπ, με άλλους να πιστεύουν ότι δεν είναι άσχημο και τους υπόλοιπους να επιμένουν ότι είναι απαράδεκτο. Τελικά, όλοι συμβιβάστηκαν με την ιδέα να το κρατήσουν α λα παλαιά, δηλαδή ως εισαγωγή στις ζωντανές τους εμφανίσεις.

Και τότε ήρθε η μεγάλη έκπληξη, δηλαδή μια από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις στην σύγχρονη ιστορία της μουσικής. Μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, το "Final countdown" έγινε το σήμα κατατεθέν των Europe, σπρώχνοντας την φήμη τού συγκροτήματος στα ύψη και κάνοντάς το γνωστό σε όλον τον κόσμο. Το κομμάτι έγινε Νο 1 όχι μόνο στην Σουηδία αλλά και στην Μεγάλη Βρεττανία και σε 25 χώρες ακόμη, ενώ στις "δύσκολες" στα ευρωπαϊκά ακούσματα ΗΠΑ έφτασε στο Νο 8 των τσαρτ. Στην Γαλλία, το σινγκλ πούλησε πάνω από 900.000 αντίτυπα. Όσο για την Ελλάδα, ποιός από τους κάπως μεγαλύτερους δεν θυμάται ότι αυτό το κομμάτι έγινε ο επίσημος ύμνος τής εθνικής μας ομάδας μπάσκετ στην πορεία της προς την κατάκτηση του Eurobasket του 1987;

Την επόμενη χρονιά, το "Final countdown" κυριάρχησε και στους Ολυμπιακούς της Σεούλ. Και δώδεκα χρόνια αργότερα, ενώ ο πλανήτης υποδεχόταν το millenium, ήταν αυτό το κομμάτι που ακουγόταν σε ολόκληρο σχεδόν τον πλανήτη, για να μετρηθεί αντίστροφα ο ερχομός τής νέας χιλιετίας...

3 σχόλια:

  1. Ωραία ιστορία την οποία δεν ήξερα! Ευτυχώς που υπάρχετε και εσείς οι παλιοί ροκάδες ( όχι παλιοροκάδες) και μαθαίνουμε κι εμείς οι νεότεροι! Καλο βράδυ και καλό Σαββατοκύριακο σύντροφε! Κώστας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. nice story!
    ευχαριστούμε που την μοιράστηκες!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. παρατιρινινικός8 Μαρτίου 2019 στις 10:29 μ.μ.

    Και πρέπει επίσης να αναφερθεί, ότι από το συγκεκριμένο μουσικό άσμα που επένδυσε την αθλητική εποποιία της Εθνικής το '87, ξεπήδησε η εξαιρετική "τιρινίνη" ή κατ' άλλους το εξαιρετικό "τιρινίνι", γενικώς πολύ γέλιο - βάζω λινκ για την λεξικογραφική τεκμηρίωση, αλλά, αν δεν το ξέρετε, θα πρότεινα να ζητήσετε σε κάποιον να σας πει το ανέκδοτο, γιατί είναι κατ'εξοχήν προφορικό.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Με την ελπίδα ότι ο γνωστός ΗΛΙΘΙΟΣ δεν θα επανέλθει, τα σχόλια δημοσιεύονται πλέον χωρίς έγκριση.