Η νέα επίθεση στα εργασιακά δικαιώματα είναι ακριβώς αυτό: νέα. Δεν είναι ούτε πρωτόγνωρη ούτε απρόσμενη. Μοιάζει σάμπως όλες οι κυβερνήσεις, ανεξαρτήτως αποχρώσεως, να θεωρούν πως τα δικαιώματα των εργαζομένων αποτελούν κίνδυνο ή τροχοπέδη για την οικονομία και νομίζουν πως κάθε προσπάθεια για βελτίωση της εθνικής οικονομίας πρέπει να ξεκινάει με το ξήλωμά τους. Κι αν μέχρι το 1974 δεν χρειάζονταν πολλά προσχήματα για κάτι τέτοιο, η μεταπολιτευτική περίοδος είναι γεμάτη μικρά και μεγάλα νομοθετήματα που, παρά τον "δημοκρατικό" σοβά τους, έχουν στόχο τους εργαζόμενους.
Ας γυρίσουμε στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης. Με ακμαίο το ηθικό λόγω της πτώσης της χούντας, η εργατική τάξη εκφράζει με ιδιαίτερη αποφασιστικότητα την απόφασή της να διεκδικήσει όλα όσα της στερούσαν τόσα χρόνια. Παρά τα βλακώδη παραμύθια για το "πόσο καλά περνάγαμε επί δικτατορίας", το διαθέσιμο εισόδημα των εργαζομένων έχει συμπιεστεί από τον καλπάζοντα μετά το 1970 πληθωρισμό: το 2,5% του 1968 έφτασε το 6,6% το 1972 και άγγιξε το 40% το 1973, ποσοστό που ξεπεράστηκε μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 1974.
Έτσι, οι εργαζόμενοι ξεσηκώθηκαν. Μέσα στο 1975 καταγράφονται 2.381 διάφορες κινητοποιήσεις (απεργίες, στάσεις εργασίας, συλλαλητήρια, πορείες κλπ) ενώ άλλες 358 καταγράφονται μέσα στο πρώτο δίμηνο του 1976. Το κεφάλαιο ανησυχεί σοβαρά. Στις 5 Μαρτίου 1976, ο ΣΕΒ οργανώνει συνέντευξη τύπου, στην οποία παρουσιάζει το πρόβλημα μιας οικονομίας που πλήττεται από τις κινητοποιήσεις των εργαζομένων. Κατά τους βιομήχανους, υπάρχει κίνδυνος να σταματήσουν οι επενδύσεις διότι οι συνεχείς απεργίες πλήττουν την κερδοφορία τους. Γι' αυτό, ο ΣΕΒ καλεί ανοιχτά την κυβέρνηση να τοποθετηθεί ευθέως "για τις απεργίες που εκδηλώνονται και για τις μισθολογικές απαιτήσεις που διατυπώνονται".
Η κυβέρνηση σπεύδει να απαντήσει στην πρόκληση του ΣΕΒ. Σε ομιλία του στις 11 Μαρτίου, ο υπουργός συντονισμού και προγραμματισμού Παναγής Παπαληγούρας τολμά να κάνει λόγο για "κατάχρηση των ελευθεριών εις βάρος του κοινωνικού συνόλου", δηλώνοντας ότι η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να παρέμβει για να σταματήσει αυτή η "κατάχρηση, η οποία εκδηλώνεται τελευταία με ένα κύμα αδικαιολόγητων απεργιακών και άλλων διαλυτικών της κοινωνικής συνοχής εκδηλώσεων". Κατά τον πολύ Παπαληγούρα, λοιπόν, οι απεργίες διαλύουν την κοινωνική συνοχή!
Η κυβερνητική παρέμβαση, για την οποία μίλησε ο Παπαληγούρας, εκδηλώθηκε πριν βγει ο μήνας, με πρωτοστάτη ένα από τα φαιδρότερα πρόσωπα που πέρασαν από υπουργικό θώκο κατά την πρώτη μεταπολιτευτική περίοδο: τον υπουργό εργασίας Κωνσταντίνο Λάσκαρη. Ο Λάσκαρης τελείωσε την νομική πριν τον πόλεμο και κατά την δεκαετία του 1950 αυτοπροβαλλόταν ως ειδικός επί εργατικών θεμάτων, δίχως όμως να υπάρχει καταγεγραμμένη οποιαδήποτε συγγραφική ή άλλη δραστηριότητά του, πλην του ότι κατά την περίοδο 1963-1967 δίδασκε εργατικό δίκαιο στην σχολή επιμόρφωσης αξιωματικών τής χωροφυλακής. Η φαιδρότητά του κορυφώθηκε όταν ξέσπασε το σκάνδαλο με την απατεώνισσα "Αγία Αθανασία του Αιγάλεω" (1977-1978) και ο Λάσκαρης έσπευσε να την στηρίξει, βεβαιώνοντας ότι πράγματι η "Αγία" συνομιλούσε με την Παναγία.
Στις 29 Μαρτίου 1976, λοιπόν, ο Λάσκαρης φέρνει στην βουλή ένα νομοσχέδιο με τίτλο "Περί επαγγελματικών σωματείων και ενώσεων και διασφαλίσεως της συνδικαλιστικής ελευθερίας", με το οποίο η κυβέρνηση επιχειρεί να βάλει τέρμα στην... συνδικαλιστική ασυδοσία. Η κεντρική ιδέα του νομοσχεδίου είναι ο θεσμός της διαιτησίας: όλες οι εργατικές διεκδικήσεις πρέπει υποχρεωτικά να περνούν από διαιτησία για να είναι νόμιμες οι όποιες κινητοποιήσεις ακολουθήσουν. Παράλληλα, προβλέπονται αυστηρές κυρώσεις και ποινές για όσους συνδικαλιστές παρεκτρέπονται. Τέλος, για πρώτη φορά αναγνωρίζεται νομικά το δικαίωμα των εργοδοτών να κηρύσσουν ανταπεργία και να οργανώνουν απεργοσπαστικό μηχανισμό.
Ο Λάσκαρης έχει κι άλλες φαεινές ιδέες στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο. Για παράδειγμα, για να είναι νόμιμη μια απεργία, πρέπει αφ' ενός μεν να στρέφεται αποκλειστικά κατά του εργοδότη των απεργών (δηλαδή, απαγορεύονται οι απεργίες συμπαράστασης) αφ' ετέρου δε να πραγματοποιείται αυστηρά για μισθολογικούς λόγους και μόνο (δηλαδή, απαγορεύονται απεργίες για βελτίωση των συνθηκών εργασίας, για λήψη μέτρων ασφαλείας, για καταχρηστικές απολύσεις κλπ). Κατ' επέκταση, είναι παράνομες και οι πολιτικές απεργίες, όπως π.χ. όταν η κυβέρνηση φέρνει στην βουλή νομοσχέδια για το ασφαλιστικό, για τις συντάξεις κλπ. Επίσης, μια απεργία είναι νόμιμη "όταν αποφασίζεται υπό του νομίμως συνεστημένου και λειτουργούντος επαγγελματικού σωματείου ή της ενώσεως εις ην ανήκει τούτο", πράγμα που σημαίνει ότι σε επιχειρήσεις όπου δεν λειτουργεί "νομίμως συνεστημένον σωματείον" οι εργαζόμενοι απαγορεύεται να απεργήσουν, έστω κι αν πραγματοποιήσουν συνέλευση γι' αυτόν τον λόγο.
Οι αντιδράσεις σύσσωμης της αντιπολίτευσης είναι εντονώτατες. Προσπαθώντας να υποστηρίξει το νομοσχέδιό του, ο Λάσκαρης παίρνει τον λόγο και εκσφενδονίζει μια από τις μεγαλύτερες μπούρδες που έχουν ακουστεί ποτέ στο ελληνικό κοινοβούλιο: "δεν θα επιτρέψωμεν την πάλην των τάξεων" (!!) Λένιν - Λάσκαρης σημειώσατε 2 (για να είμαστε και στο euroπνεύμα των ημερών) και γέλασαν ως και τα ντουβάρια της βουλής. Τελικά, προ της συντονισμένης αντίδρασης κομμάτων και συνδικάτων το νομοσχέδιο αποσύρεται αλλά ο Λάσκαρης το ξαναφέρνει στις 24 Μαΐου.
Κατά την διήμερη συζήτηση στην βουλή, τα συνδικάτα όλης της χώρας (εκτός, βέβαια, από την κυβερνητική ΓΣΕΕ, η οποία περιορίστηκε σε υποδείξεις και ευχολόγια) προχωρούν σε 48ωρη πανελλαδική απεργία, σε συλλαλητήρια και σε πορείες. Την δεύτερη μέρα των κινητοποιήσεων, στις 25 Μαΐου, το κράτος στέλνει τις δυνάμεις καταστολής να τσακίσουν τους διαδηλωτές. Πάνω από 100 απεργοί συλλαμβάνονται και άλλοι 75 διακομίζονται τραυματισμένοι σε νοσοκομεία ενώ η 66χρονη μικροπωλήτρια Αναστασία Τσιβίκα συνθλίβεται από μια "αύρα". Τα αφτιά των κυβερνητικών βουλευτών ούτε ακούνε ούτε ιδρώνουν και το νομοσχέδιο υπερψηφίζεται. Ο διαβοήτος Ν. 330/1976 είναι πλέον πραγματικότητα.
Έξι χρόνια αργότερα, ο πρώτος υπουργός εργασίας του ΠαΣοΚ Απόστολος Κακλαμάνης προωθεί τον πρώτο "σοσιαλιστικό" εργατικό νόμο (Ν. 1264/1982), ο οποίος καταργεί τον Ν. 330/1976. Σαράντα χρόνια μετά τον νόμο του Λάσκαρη και τρεισήμισυ δεκαετίες από την κατάργησή του, μια "αριστερή" κυβέρνηση ετοιμάζεται να επαναφέρει (και, μάλιστα, επί το αυστηρότερον) όλες εκείνες τις φαεινές ιδέες που υιοθέτησε ο εμπνεόμενος από την "Αγία Αθανασία" αλήστου μνήμης πολιτικός ανήρ.
Ας γυρίσουμε στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης. Με ακμαίο το ηθικό λόγω της πτώσης της χούντας, η εργατική τάξη εκφράζει με ιδιαίτερη αποφασιστικότητα την απόφασή της να διεκδικήσει όλα όσα της στερούσαν τόσα χρόνια. Παρά τα βλακώδη παραμύθια για το "πόσο καλά περνάγαμε επί δικτατορίας", το διαθέσιμο εισόδημα των εργαζομένων έχει συμπιεστεί από τον καλπάζοντα μετά το 1970 πληθωρισμό: το 2,5% του 1968 έφτασε το 6,6% το 1972 και άγγιξε το 40% το 1973, ποσοστό που ξεπεράστηκε μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 1974.
Παναγής Παπαληγούρας, Κωνσταντίνος Καραμανλής, Κωνσταντίνος Λάσκαρης |
Έτσι, οι εργαζόμενοι ξεσηκώθηκαν. Μέσα στο 1975 καταγράφονται 2.381 διάφορες κινητοποιήσεις (απεργίες, στάσεις εργασίας, συλλαλητήρια, πορείες κλπ) ενώ άλλες 358 καταγράφονται μέσα στο πρώτο δίμηνο του 1976. Το κεφάλαιο ανησυχεί σοβαρά. Στις 5 Μαρτίου 1976, ο ΣΕΒ οργανώνει συνέντευξη τύπου, στην οποία παρουσιάζει το πρόβλημα μιας οικονομίας που πλήττεται από τις κινητοποιήσεις των εργαζομένων. Κατά τους βιομήχανους, υπάρχει κίνδυνος να σταματήσουν οι επενδύσεις διότι οι συνεχείς απεργίες πλήττουν την κερδοφορία τους. Γι' αυτό, ο ΣΕΒ καλεί ανοιχτά την κυβέρνηση να τοποθετηθεί ευθέως "για τις απεργίες που εκδηλώνονται και για τις μισθολογικές απαιτήσεις που διατυπώνονται".
Η κυβέρνηση σπεύδει να απαντήσει στην πρόκληση του ΣΕΒ. Σε ομιλία του στις 11 Μαρτίου, ο υπουργός συντονισμού και προγραμματισμού Παναγής Παπαληγούρας τολμά να κάνει λόγο για "κατάχρηση των ελευθεριών εις βάρος του κοινωνικού συνόλου", δηλώνοντας ότι η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να παρέμβει για να σταματήσει αυτή η "κατάχρηση, η οποία εκδηλώνεται τελευταία με ένα κύμα αδικαιολόγητων απεργιακών και άλλων διαλυτικών της κοινωνικής συνοχής εκδηλώσεων". Κατά τον πολύ Παπαληγούρα, λοιπόν, οι απεργίες διαλύουν την κοινωνική συνοχή!
Η κυβερνητική παρέμβαση, για την οποία μίλησε ο Παπαληγούρας, εκδηλώθηκε πριν βγει ο μήνας, με πρωτοστάτη ένα από τα φαιδρότερα πρόσωπα που πέρασαν από υπουργικό θώκο κατά την πρώτη μεταπολιτευτική περίοδο: τον υπουργό εργασίας Κωνσταντίνο Λάσκαρη. Ο Λάσκαρης τελείωσε την νομική πριν τον πόλεμο και κατά την δεκαετία του 1950 αυτοπροβαλλόταν ως ειδικός επί εργατικών θεμάτων, δίχως όμως να υπάρχει καταγεγραμμένη οποιαδήποτε συγγραφική ή άλλη δραστηριότητά του, πλην του ότι κατά την περίοδο 1963-1967 δίδασκε εργατικό δίκαιο στην σχολή επιμόρφωσης αξιωματικών τής χωροφυλακής. Η φαιδρότητά του κορυφώθηκε όταν ξέσπασε το σκάνδαλο με την απατεώνισσα "Αγία Αθανασία του Αιγάλεω" (1977-1978) και ο Λάσκαρης έσπευσε να την στηρίξει, βεβαιώνοντας ότι πράγματι η "Αγία" συνομιλούσε με την Παναγία.
Στις 29 Μαρτίου 1976, λοιπόν, ο Λάσκαρης φέρνει στην βουλή ένα νομοσχέδιο με τίτλο "Περί επαγγελματικών σωματείων και ενώσεων και διασφαλίσεως της συνδικαλιστικής ελευθερίας", με το οποίο η κυβέρνηση επιχειρεί να βάλει τέρμα στην... συνδικαλιστική ασυδοσία. Η κεντρική ιδέα του νομοσχεδίου είναι ο θεσμός της διαιτησίας: όλες οι εργατικές διεκδικήσεις πρέπει υποχρεωτικά να περνούν από διαιτησία για να είναι νόμιμες οι όποιες κινητοποιήσεις ακολουθήσουν. Παράλληλα, προβλέπονται αυστηρές κυρώσεις και ποινές για όσους συνδικαλιστές παρεκτρέπονται. Τέλος, για πρώτη φορά αναγνωρίζεται νομικά το δικαίωμα των εργοδοτών να κηρύσσουν ανταπεργία και να οργανώνουν απεργοσπαστικό μηχανισμό.
Ο Λάσκαρης έχει κι άλλες φαεινές ιδέες στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο. Για παράδειγμα, για να είναι νόμιμη μια απεργία, πρέπει αφ' ενός μεν να στρέφεται αποκλειστικά κατά του εργοδότη των απεργών (δηλαδή, απαγορεύονται οι απεργίες συμπαράστασης) αφ' ετέρου δε να πραγματοποιείται αυστηρά για μισθολογικούς λόγους και μόνο (δηλαδή, απαγορεύονται απεργίες για βελτίωση των συνθηκών εργασίας, για λήψη μέτρων ασφαλείας, για καταχρηστικές απολύσεις κλπ). Κατ' επέκταση, είναι παράνομες και οι πολιτικές απεργίες, όπως π.χ. όταν η κυβέρνηση φέρνει στην βουλή νομοσχέδια για το ασφαλιστικό, για τις συντάξεις κλπ. Επίσης, μια απεργία είναι νόμιμη "όταν αποφασίζεται υπό του νομίμως συνεστημένου και λειτουργούντος επαγγελματικού σωματείου ή της ενώσεως εις ην ανήκει τούτο", πράγμα που σημαίνει ότι σε επιχειρήσεις όπου δεν λειτουργεί "νομίμως συνεστημένον σωματείον" οι εργαζόμενοι απαγορεύεται να απεργήσουν, έστω κι αν πραγματοποιήσουν συνέλευση γι' αυτόν τον λόγο.
Οι αντιδράσεις σύσσωμης της αντιπολίτευσης είναι εντονώτατες. Προσπαθώντας να υποστηρίξει το νομοσχέδιό του, ο Λάσκαρης παίρνει τον λόγο και εκσφενδονίζει μια από τις μεγαλύτερες μπούρδες που έχουν ακουστεί ποτέ στο ελληνικό κοινοβούλιο: "δεν θα επιτρέψωμεν την πάλην των τάξεων" (!!) Λένιν - Λάσκαρης σημειώσατε 2 (για να είμαστε και στο euroπνεύμα των ημερών) και γέλασαν ως και τα ντουβάρια της βουλής. Τελικά, προ της συντονισμένης αντίδρασης κομμάτων και συνδικάτων το νομοσχέδιο αποσύρεται αλλά ο Λάσκαρης το ξαναφέρνει στις 24 Μαΐου.
Κατά την διήμερη συζήτηση στην βουλή, τα συνδικάτα όλης της χώρας (εκτός, βέβαια, από την κυβερνητική ΓΣΕΕ, η οποία περιορίστηκε σε υποδείξεις και ευχολόγια) προχωρούν σε 48ωρη πανελλαδική απεργία, σε συλλαλητήρια και σε πορείες. Την δεύτερη μέρα των κινητοποιήσεων, στις 25 Μαΐου, το κράτος στέλνει τις δυνάμεις καταστολής να τσακίσουν τους διαδηλωτές. Πάνω από 100 απεργοί συλλαμβάνονται και άλλοι 75 διακομίζονται τραυματισμένοι σε νοσοκομεία ενώ η 66χρονη μικροπωλήτρια Αναστασία Τσιβίκα συνθλίβεται από μια "αύρα". Τα αφτιά των κυβερνητικών βουλευτών ούτε ακούνε ούτε ιδρώνουν και το νομοσχέδιο υπερψηφίζεται. Ο διαβοήτος Ν. 330/1976 είναι πλέον πραγματικότητα.
Ο υπουργός εργασίας Κωνσταντίνος Λάσκαρης με την "Αγία Αθανασία του Αιγάλεω" (1977) |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Με την ελπίδα ότι ο γνωστός ΗΛΙΘΙΟΣ δεν θα επανέλθει, τα σχόλια δημοσιεύονται πλέον χωρίς έγκριση.