Επιστρέφοντας στην Ελλάδα μετά την πτώση της χούντας, ο Καραμανλής έκανε σαφές ποιες δυο προσωπικότητες εμπιστευόταν περί την οικονομία. Επί κυβέρνησης εθνικής ενότητας, ο μεν Ξενοφών Ζολώτας ανέλαβε υπουργός συντονισμού, ο δε Παναγής Παπαληγούρας τοποθετήθηκε προσωρινός διοικητής τής ΤτΕ. Μετά τις εκλογές τής 17ης Νοεμβρίου 1974, ο Παπαληγούρας πήγε στο υπουργείο συντονισμού και ο Ζολώτας επέστρεψε στην γνωστή του θέση τού διοικητή της ΤτΕ.
Οι δυο άνδρες έτρεχαν και δεν έφταναν, προκειμένου να συμμαζέψουν τα ερείπια που είχε αφήσει πίσω της η χούντα. Στην πρώτη του έκθεση, ο Ζολώτας διαπιστώνει ότι "ο κρατικός προϋπολογισμός βαρύνεται με την κληρονομίαν της περιόδου της δικτατορίας, η οποία χαρακτηρίζεται από απρογραμμάτιστον διόγκωσιν των δημοσίων δαπανών, καταναλωτικών και επενδυτικών, προς κατευθύνσεις χαμηλής παραγωγικότητος". Το συμπέρασμά του ήταν ότι η δικατατορία, έχοντας έλλειψη νομιμοποίησης, φρόντιζε να δίνει ρευστότητα για κατανάλωση και για χαμηλής απόδοσης επενδύσεις, προκαλώντας καταναλωτική ευμάρεια και αποσπώντας με τον τρόπο αυτό κοινωνική ανοχή.
Από την πλευρά του, ο Παπαληγούρας διαπίστωνε ότι επί χούντας όχι μόνο διαλύθηκαν οι κρατικές δομές αλλά άλλαξαν και οι κοινωνικές συνιστώσες: "η επταετία εδημιούργησεν νεοπλούτους πολλούς αλλ' υπευθύνους και ανταγωνιστικούς επιχειρηματίας ολίγους". Ταυτόχρονα, Παπαληγούρας και Ζολώτας προσπαθούσαν να βάλουν σε τάξη και το φορολογικό καθεστώς της χώρας, με τον διοικητή τής ΤτΕ να παρατηρεί: "είναι γνωστόν ότι υφίσταται μεγάλη φοροδιαφυγή διά τα υψηλότερα εισοδήματα, πράγμα το οποίον καθιστά την άμεσον φορολογίαν, αντί διορθωτικήν της διανομής του εισοδήματος, ενισχυτικήν της ανισότητος και της αδικίας (...) αι μεγάλαι ακίνητοι περιουσίαι εδημιουργήθησαν κυρίως κατά την τελευταίαν 25ετίαν, υπήρξαν δε αποτέλεσμα της οικονομικής αναπτύξεως της χώρας, της φοροδιαφυγής των υψηλών εισοδημάτων και της αυτομάτου κολοσσιαίας υπερτιμήσεως του εδάφους". Δυο μέρες πριν τα χριστούγεννα του 1974, ο Ζολώτας προτείνει μια σειρά μέτρων:
Λίγο πριν τις πρόωρες εκλογές του 1977, ο Ζολώτας προτείνει στον Καραμανλή ένα σχέδιο "ισοσκελισμένου λαϊκού προϋπολογισμού 1977" (**) ύψους διακοσίων δισ. δραχμών, δίχως την επιβολή οποιουδήποτε νέου φόρου. Ο προϋπολογισμός θα "έβγαινε" μόνο "δια περιορισμού της φοροδιαφυγής, οργανωτικών αλλαγών και λοιπών μέτρων αναμορφώσεως της φορολογίας". Μετά τις εκλογές της 20ης Νοεμβρίου 1977, ο Ζολώτας επανέρχεται και επικρίνει την απατάσχετη προεκλογική παροχολογία, προτείνοντας συγκράτηση των αυξήσεων στους μισθούς ώστε να ελεγχθεί ο πληθωρισμός, αυστηρότερο έλεγχο των πιστοδοτήσεων και λήψη μέτρων για μείωση της κατανάλωσης. Επίσης, υπογραμμίζει στον Καραμανλή ότι η Τράπεζα της Ελλάδος δεν μπορεί να εκδίδει χρήμα κάθε τρεις και λίγο, μόνο και μόνο για να εξυπηρετεί την επεκτατική οικονομική πολιτική της κυβέρνησης.
Ο Ζολώτας έχει δίκιο που ανησυχεί. Η παγκόσμια οικονομία υποφέρει από την πετρελαιική κρίση του 1973 που δεν λέει να κοπάσει και οι οιωνοί δεν προμηνύουν βελτίωση της κατάστασης. Κι ενώ οι ήδη υψηλές διεθνείς τιμές των καυσίμων αυξάνονται συνεχώς και το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας υποφέρει, ο Ζολώτας εκνευρίζεται και οργίζεται διαπιστώνοντας ότι κατά την περίοδο 1970-1977 "τα ιδιωτικά αυτοκίνητα τριπλασιάστηκαν (...) ο αριθμός τηλεφωνικών συσκευών διπλασιάστηκε και πλησίασε το επίπεδο της Γαλλίας και της Ιταλίας (...) ο αριθμός των ελλήνων που αναχωρούν στο εξωτερικό αυξήθηκε από 652.000 σε 1.265.000 (...) ο αριθμός των boutiques υπερτριπλασιάστηκε (...) χαρακτηριστική επίσης είναι η υπέρμετρη αύξηση των κέντρων διασκεδάσεως, ταβερνών κ.λπ., που έφθασαν στις 3.243 στην περιοχή Αθηνών-Πειραιώς...".
Η οργή τού διοικητού δεν οφείλεται σ' αυτή καθ' εαυτή την υψηλή κατανάλωση. Οφείλεται στην διαπίστωση ότι αυτή η κατανάλωση δεν συνοδεύεται από αύξηση της πραγματικής παραγωγής. Ο μόνος τομέας της οικονομίας που πάει καλά είναι οι κατασκευές και, μάλιστα, οι ιδιωτικές κατοικίες (το 1977, η οικοδομή απορρόφησε το 39% της συνολικής επένδυσης του ιδιωτικού τομέα!). Είναι σαφές ότι οι παθογένειες της χούντας και οι κακές συνήθειες που αποκτήθηκαν κατά την επταετία είναι δύσκολο να εξαλειφθούν.
----------------------------------------
(*) Στην φωτογραφία, πλην του Γκιζίκη, διακρίνονται (με την σειρά από αριστερά): Ξενοφών Ζολώτας, Ευάγγελος Αβέρωφ-Τοσίτσας, Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Γεώργιος Αθανασιάδης-Νόβας, Γεώργιος Μαύρος, Πέτρος Γαρουφαλιάς, Σπύρος Μαρκεζίνης, Στέφανος Στεφανόπουλος. Δίπλα στον Γκιζίκη αλλά και δεξιά του Ζολώτα φαίνονται και οι τέσσερις στρατιωτικοί, οι οποίοι συμμετείχαν στην σύσκεψη: ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ στρατηγός Γρηγόριος Μπονάνος, ο αρχηγός ΓΕΣ αντιστράτηγος Ανδρέας Γαλατσάνος, ο αρχηγός ΓΕΝ αντιναύαρχος Πέτρος Αραπάκης και ο αρχηγός ΓΕΑ αντιπτέραρχος Αλέξανδρος Παπανικολάου. Πριν από την σύσκεψη, ο Μπονάνος εκδήλωσε στον Γαρουφαλιά την προτίμηση που είχαν οι στρατιωτικοί στο πρόσωπό του και ο Γαρουφαλιάς έσπευσε να τον διαβεβαιώσει ότι θα αποδεχόταν πρόταση να ηγηθεί κυβερνητικού σχήματος. Προφανώς, το πάθημα του Μαρκεζίνη λίγους μήνες νωρίτερα, δεν του είχε γίνει μάθημα. Χολωμένος που όλοι τον άφησαν στο περιθώριο, ο Γαρουφαλιάς ίδρυσε το κόμμα "Εθνική Δημοκρατική Ένωσις - ΕΔΕ", το οποίο πάτωσε στις εκλογές του Νοεμβρίου.
(**) Στο πρωτότυπο έγγραφο, το οποίο υπάρχει στο αρχείο Ζολώτα, η λέξη "λαϊκού" έχει διαγραφεί με στυλό.
Οι δυο άνδρες έτρεχαν και δεν έφταναν, προκειμένου να συμμαζέψουν τα ερείπια που είχε αφήσει πίσω της η χούντα. Στην πρώτη του έκθεση, ο Ζολώτας διαπιστώνει ότι "ο κρατικός προϋπολογισμός βαρύνεται με την κληρονομίαν της περιόδου της δικτατορίας, η οποία χαρακτηρίζεται από απρογραμμάτιστον διόγκωσιν των δημοσίων δαπανών, καταναλωτικών και επενδυτικών, προς κατευθύνσεις χαμηλής παραγωγικότητος". Το συμπέρασμά του ήταν ότι η δικατατορία, έχοντας έλλειψη νομιμοποίησης, φρόντιζε να δίνει ρευστότητα για κατανάλωση και για χαμηλής απόδοσης επενδύσεις, προκαλώντας καταναλωτική ευμάρεια και αποσπώντας με τον τρόπο αυτό κοινωνική ανοχή.
23/7/1974, ώρα 14.00': Η δικτατορία έχει πέσει και ο "πρόεδρος της δημοκρατίας" στρατηγός Φαίδων Γκιζίκης προεδρεύει σε σύσκεψη πολιτικών, προκειμένου να παραδώσει την εξουσία (*). |
Από την πλευρά του, ο Παπαληγούρας διαπίστωνε ότι επί χούντας όχι μόνο διαλύθηκαν οι κρατικές δομές αλλά άλλαξαν και οι κοινωνικές συνιστώσες: "η επταετία εδημιούργησεν νεοπλούτους πολλούς αλλ' υπευθύνους και ανταγωνιστικούς επιχειρηματίας ολίγους". Ταυτόχρονα, Παπαληγούρας και Ζολώτας προσπαθούσαν να βάλουν σε τάξη και το φορολογικό καθεστώς της χώρας, με τον διοικητή τής ΤτΕ να παρατηρεί: "είναι γνωστόν ότι υφίσταται μεγάλη φοροδιαφυγή διά τα υψηλότερα εισοδήματα, πράγμα το οποίον καθιστά την άμεσον φορολογίαν, αντί διορθωτικήν της διανομής του εισοδήματος, ενισχυτικήν της ανισότητος και της αδικίας (...) αι μεγάλαι ακίνητοι περιουσίαι εδημιουργήθησαν κυρίως κατά την τελευταίαν 25ετίαν, υπήρξαν δε αποτέλεσμα της οικονομικής αναπτύξεως της χώρας, της φοροδιαφυγής των υψηλών εισοδημάτων και της αυτομάτου κολοσσιαίας υπερτιμήσεως του εδάφους". Δυο μέρες πριν τα χριστούγεννα του 1974, ο Ζολώτας προτείνει μια σειρά μέτρων:
- Φορολόγηση των αδιανεμήτων κερδών των ΑΕ αλλά και των μερισμάτων με βάση τις γενικές φορολογικές διατάξεις.
- Επέκταση της φορολογίας στις ΕΠΕ και στις κοινοπραξίες (Joint Ventures).
- Επαναφορά τής φορολόγησης των ναυτιλιακών εταιρειών με άμεση ακύρωση του σχετικού χουντικού νόμου "διά του οποίου η Ελλάς έγινε χώρα φορολογικής ασυδοσίας των πλοίων υπό ελληνικήν σημαίαν".
- Εφαρμογή αντικειμενικών αξιών για την φορολόγηση των ακινήτων, με ταυτόχρονη θέσπιση υψηλού αφορολόγητου ορίου, ώστε να παραμείνει πράγματι αφορολόγητη η μικρή περιουσία.
- Επιβολή ετήσιου φόρου επί της λογιστικής καθαρής θέσης των ΑΕ (σ.σ.: η συγκεκριμένη πρόταση "ξεδόντιαζε" την πάγια τακτική των πλουσίων να αποκτούν περιουσιακά στοιχεία όχι απ' ευθείας στο όνομά τους αλλά στο όνομα μιας ΑΕ, ώστε να μη φορολογούνται).
- Αναπροσαρμογή των παγίων των ΑΕ σε τρέχουσες αγοραστικές αξίες (σ.σ.: με την τελευταία αναπροσαρμογή να έχει γίνει το 1957, ολόκληρες πολυκατοικίες εμφανίζονταν να αξίζουν όσο ένα διαμέρισμα).
- Θέσπιση ενός συστήματος προσδιορισμού ελάχιστου φορολογητέου εισοδήματος ελευθέρων επαγγελματιών και εμπόρων, ώστε να μη δηλώνει ο καθένας όσα θέλει και αν θέλει.
- Θέσπιση ενός συστήματος αυτόματης τιμαριθμικής αναπροσαρμογής των μισθών (σ.σ.: το μέτρο θα εφαρμοζόταν το 1982 από την κυβέρνηση του ΠαΣοΚ).
Λίγο πριν τις πρόωρες εκλογές του 1977, ο Ζολώτας προτείνει στον Καραμανλή ένα σχέδιο "ισοσκελισμένου λαϊκού προϋπολογισμού 1977" (**) ύψους διακοσίων δισ. δραχμών, δίχως την επιβολή οποιουδήποτε νέου φόρου. Ο προϋπολογισμός θα "έβγαινε" μόνο "δια περιορισμού της φοροδιαφυγής, οργανωτικών αλλαγών και λοιπών μέτρων αναμορφώσεως της φορολογίας". Μετά τις εκλογές της 20ης Νοεμβρίου 1977, ο Ζολώτας επανέρχεται και επικρίνει την απατάσχετη προεκλογική παροχολογία, προτείνοντας συγκράτηση των αυξήσεων στους μισθούς ώστε να ελεγχθεί ο πληθωρισμός, αυστηρότερο έλεγχο των πιστοδοτήσεων και λήψη μέτρων για μείωση της κατανάλωσης. Επίσης, υπογραμμίζει στον Καραμανλή ότι η Τράπεζα της Ελλάδος δεν μπορεί να εκδίδει χρήμα κάθε τρεις και λίγο, μόνο και μόνο για να εξυπηρετεί την επεκτατική οικονομική πολιτική της κυβέρνησης.
Ο Ζολώτας έχει δίκιο που ανησυχεί. Η παγκόσμια οικονομία υποφέρει από την πετρελαιική κρίση του 1973 που δεν λέει να κοπάσει και οι οιωνοί δεν προμηνύουν βελτίωση της κατάστασης. Κι ενώ οι ήδη υψηλές διεθνείς τιμές των καυσίμων αυξάνονται συνεχώς και το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας υποφέρει, ο Ζολώτας εκνευρίζεται και οργίζεται διαπιστώνοντας ότι κατά την περίοδο 1970-1977 "τα ιδιωτικά αυτοκίνητα τριπλασιάστηκαν (...) ο αριθμός τηλεφωνικών συσκευών διπλασιάστηκε και πλησίασε το επίπεδο της Γαλλίας και της Ιταλίας (...) ο αριθμός των ελλήνων που αναχωρούν στο εξωτερικό αυξήθηκε από 652.000 σε 1.265.000 (...) ο αριθμός των boutiques υπερτριπλασιάστηκε (...) χαρακτηριστική επίσης είναι η υπέρμετρη αύξηση των κέντρων διασκεδάσεως, ταβερνών κ.λπ., που έφθασαν στις 3.243 στην περιοχή Αθηνών-Πειραιώς...".
Η οργή τού διοικητού δεν οφείλεται σ' αυτή καθ' εαυτή την υψηλή κατανάλωση. Οφείλεται στην διαπίστωση ότι αυτή η κατανάλωση δεν συνοδεύεται από αύξηση της πραγματικής παραγωγής. Ο μόνος τομέας της οικονομίας που πάει καλά είναι οι κατασκευές και, μάλιστα, οι ιδιωτικές κατοικίες (το 1977, η οικοδομή απορρόφησε το 39% της συνολικής επένδυσης του ιδιωτικού τομέα!). Είναι σαφές ότι οι παθογένειες της χούντας και οι κακές συνήθειες που αποκτήθηκαν κατά την επταετία είναι δύσκολο να εξαλειφθούν.
3/6/1963: Ο Παναγιώτης Παπαληγούρας συναντά τον πρόεδρο Τζων Φ. Κέννεντυ στον Λευκό Οίκο. [Φωτογραφία: John F. Kennedy presidential library and museum] |
----------------------------------------
(*) Στην φωτογραφία, πλην του Γκιζίκη, διακρίνονται (με την σειρά από αριστερά): Ξενοφών Ζολώτας, Ευάγγελος Αβέρωφ-Τοσίτσας, Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Γεώργιος Αθανασιάδης-Νόβας, Γεώργιος Μαύρος, Πέτρος Γαρουφαλιάς, Σπύρος Μαρκεζίνης, Στέφανος Στεφανόπουλος. Δίπλα στον Γκιζίκη αλλά και δεξιά του Ζολώτα φαίνονται και οι τέσσερις στρατιωτικοί, οι οποίοι συμμετείχαν στην σύσκεψη: ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ στρατηγός Γρηγόριος Μπονάνος, ο αρχηγός ΓΕΣ αντιστράτηγος Ανδρέας Γαλατσάνος, ο αρχηγός ΓΕΝ αντιναύαρχος Πέτρος Αραπάκης και ο αρχηγός ΓΕΑ αντιπτέραρχος Αλέξανδρος Παπανικολάου. Πριν από την σύσκεψη, ο Μπονάνος εκδήλωσε στον Γαρουφαλιά την προτίμηση που είχαν οι στρατιωτικοί στο πρόσωπό του και ο Γαρουφαλιάς έσπευσε να τον διαβεβαιώσει ότι θα αποδεχόταν πρόταση να ηγηθεί κυβερνητικού σχήματος. Προφανώς, το πάθημα του Μαρκεζίνη λίγους μήνες νωρίτερα, δεν του είχε γίνει μάθημα. Χολωμένος που όλοι τον άφησαν στο περιθώριο, ο Γαρουφαλιάς ίδρυσε το κόμμα "Εθνική Δημοκρατική Ένωσις - ΕΔΕ", το οποίο πάτωσε στις εκλογές του Νοεμβρίου.
(**) Στο πρωτότυπο έγγραφο, το οποίο υπάρχει στο αρχείο Ζολώτα, η λέξη "λαϊκού" έχει διαγραφεί με στυλό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Με την ελπίδα ότι ο γνωστός ΗΛΙΘΙΟΣ δεν θα επανέλθει, τα σχόλια δημοσιεύονται πλέον χωρίς έγκριση.