29 Ιανουαρίου 2016

Τράπεζα της Ελλάδος - 7. Το clearing της δεκαετίας του '30

Λέγαμε χτες ότι μετά την διεθνή κεφαλαιακή κρίση τού 1929 άνθισε το clearing (κλήρινγκ), δηλαδή το αμοιβαίο ή συμψηφιστικό εμπόριο και ότι η Τράπεζα της Ελλάδος ανέλαβε την υποχρέωση των σχετικών εκκαθαρίσεων. Αν και θα μπορούσαμε να πούμε πολλά πάνω σ' αυτό το θέμα, στα στενά και περιορισμένα πλαίσια ενός ιστολογικού σημειώματος θα επικεντρωθούμε στο ελληνογερμανικό κλήρινγκ.

Μπορεί σήμερα να ηχεί παράξενα στ' αφτιά μας αλλά εκείνη την εποχή το ελληνογερμανικό κλήρινγκ άφηνε σταθερά υπόλοιπο υπέρ της Ελλάδας. Με απλά λόγια, δηλαδή, κάναμε περισσότερες εξαγωγές στην Γερμανία από εισαγωγές. Το φαινόμενο έχει λογική εξήγηση: η Γερμανία βρίσκεται σε περίοδο ανασυγκρότησης από τις καταστροφές τού Α' Παγκοσμίου Πολέμου ενώ, μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, έρριξε βάρος στην παραγωγή πολεμικού υλικού. Και για να το πούμε λαϊκά, ενώ εμείς είχαμε να στείλουμε στους γερμανούς καπνό, βαμβάκι, σταφίδα, κρασί, λάδι κλπ, δεν υπήρχαν πολλά πράγματα να πάρουμε απ' αυτούς. Έτσι, μέχρι το 1936, είχε μαζευτεί ένα ποσό κάπου 32 εκατ. μάρκα (1,28 δισ. δραχμές) για εκκαθάριση υπέρ της Ελλάδας.

Βερολίνο, 5/5/1934: Ο διοικητής της Ράιχσμπανκ Χγιάλμαρ Σαχτ περπατά καμαρωτός δίπλα στον Αδόλφο Χίτλερ
Επειδή, όμως, κλήρινγκ σημαίνει ανταλλαγή προϊόντων, έπρεπε κάτι να βρεθεί να ψωνίσουμε κι εμείς. Με την μεσολάβηση της Τράπεζας της Ελλάδος, βρέθηκε. Πέντε εκατομμύρια μάρκα πήγαν στην Ελληνική Τηλεφωνική Εταιρεία και κάπου τόσα ακόμη στους Ελληνικούς Σιδηροδρόμους ενώ η ΤτΕ κατάφερε να πάρουμε και τέσσερα εκατομμύρια μάρκα σε μετρητό. Είναι η εποχή που το ελληνικό δημόσιο ανακαλύπτει τα καλά τής Ζήμενς, της Bosch, της Agfa και της Telefunken.

Παρ' όλα αυτά, το υπόλοιπο υπέρ της Ελλάδας όλο και διευρύνεται. Το κακό ήταν πως η ΤτΕ πλήρωνε κανονικά όσους έκαναν εξαγωγές στην Γερμανία και περίμενε να πάρει τα λεφτά της όταν θα αποφάσιζε η Ράιχσμπανκ να πληρώσει. Ουσιαστικά, δηλαδή, η ΤτΕ χρηματοδοτούσε άτοκα τις ελληνικές εξαγωγές, αντίθετα με ό,τι έκαναν όλες οι άλλες χώρες που άφηναν τους εξαγωγείς να περιμένουν πότε θα πληρωθούν. Κάπου εκεί, η ΤτΕ άρχισε να ανησυχεί, καθώς τα κεφάλαιά της βρίσκονταν στον αέρα, ακάλυπτα από εγγυήσεις. Αν η Ράιχσμπανκ δεν πλήρωνε; Προκειμένου να βρεθεί λύση στο πρόβλημα, πρότεινε στο κράτος να του πουλήσει 15 εκατ. μάρκα (από εκείνα που της χρώσταγε η Ράιχσμπανκ), τα οποία το κράτος θα μπορούσε να τα πατσίσει με αγορά πολεμικού υλικού. Όμως η κυβέρνηση είχε τόσα στενέματα ώστε δίσταζε να πάρει τέτοια απόφαση.

Σ' αυτό το σημείο, ίσως να αναρωτιέστε γιατί επιμέναμε στο κλήρινγκ με τους γερμανούς αφού δεν παίρναμε τα λεφτά μας. Η απάντηση είναι απλή: λόγω υψηλού ποσοστού κέρδους! Προσέξτε:

Οι γερμανοί αγόραζαν σχεδόν ό,τι είχαμε για πούλημα, επειδή στην συνέχεια το μοσχοπούλαγαν στην Ιταλία, η οποία είχε μπόλικο χρήμα (ας είναι καλά οι αποικίες). Οι έλληνες εξαγωγείς αντιλήφθηκαν την πρεμούρα των γερμανών και διατηρούσαν τις τιμές των προϊόντων τους ψηλά. Αυτό είχε μεν ως αντίκτυπο να χαθούν όλες οι αγορές που γίνονταν με ζεστό συνάλλαγμα αλλά το αφτί των ελλήνων εξαγωγέων δεν είχαν κανέναν λόγο να ιδρώσει εφ' όσον έπαιρναν τα λεφτά τους από την ΤτΕ αμέσως. Έτσι, η Γερμανία έφτασε να μονοπωλεί σχεδόν τις εξαγωγές μας. Κι όσο οι γερμανοί αγόραζαν δίχως πολλά παζάρια, τόσο οι έλληνες ανέβαζαν τις τιμές και τόσο αυξανόταν το υπόλοιπο στην Ράιχσμπανκ.

Βέβαια, όλα αυτά δεν τα βλέπαμε μόνο εμείς. Τα έβλεπαν και οι γερμανοί και σκέφτηκαν να τα εκμεταλλευτούν. Γι' αυτό και το καλοκαίρι τού 1936, λίγο πριν την κήρυξη της δικτατορίας από τον Μεταξά, ήρθε στην Ελλάδα για επίσημη επίσκεψη ο διοικητής τής Ράιχσμπανκ Χγιάλμαρ Σαχτ(*), μια επίσκεψη που την ανταποδώσαμε λίγες μέρες αργότερα. Στην κορυφή τής ατζέντας των συζητήσεων σ' αυτές τις επισκέψεις ήταν η εκ μέρους της Ελλάδος προμήθεια πολεμικού και τεχνολογικού υλικού από την Γερμανία, στα πλαίσια του κλήρινγκ. Τελικά, οι διοικητές των δυο τραπεζών συμφώνησαν στην χορήγηση γερμανικών πιστώσεων 30 εκατ. μάρκων για την προμήθεια τέτοιου υλικού. Καλό ποσό, αν υπολογίσουμε ότι το υπόλοιπο από το κλήρινγκ ήταν 32 εκατομμύρια.

Μπορεί στην Τράπεζα της Ελλάδος πολλοί να αισθάνθηκαν ανακούφιση μ' αυτή την συμφωνία αλλά κάποιοι άλλοι ανησύχησαν. Αυτοί ήταν οι άγγλοι, οι οποίοι είχαν κάθε λόγο να στενοχωριούνται βλέποντας την Ελλάδα να προσκολλάται όλο και περισσότερο στην Γερμανία. Αμέσως, λοιπόν, άρχισαν τα καλοπιάσματα, με αποκορύφωμα την πρόσκληση που απηύθυναν το 1938 στον διοικητή τής ΤτΕ Κυριάκο Βαρβαρέσσο να επισκεφθεί το Λονδίνο. Φυσικά, ο Βαρβαρέσσος αποδέχθηκε την πρόσκληση και έμεινε με το στόμα ανοιχτό από την εγκαρδιότητα με την οποία τον υποδέχθηκαν οι διάφοροι οικονομικοί και πολιτικοί παράγοντες με τους οποίους συναντήθηκε. Είναι χαρακτηριστικό ότι, επιστρέφοντας, δήλωσε περιχαρής πως "δεν θα βραδύνη να εκδηλωθή στροφή τής αγγλικής εμπορικής πολιτικής υπέρ της Ελλάδος".

Οι αρχιτραπεζίτες της Γερμανίας Χγιάλμαρ Σαχτ (αριστερά) και της Αγγλίας βαρώνος Μόνταγκιου Νόρμαν (δεξιά)
Αν σας παραξενεύει το γεγονός ότι τέτοια θέματα συζητιούνται και αποφασίζονται από διοικητές τραπεζών κι όχι από πρωθυπουργούς ή έστω υπουργούς, δεν σας αδικώ. Μάλιστα δε, για να σας ιντριγκάρω περισσότερο, θα προσθέσω ότι στις αρχές τού 1940 ο Βαρβαρέσσος ξαναπήγε στο Λονδίνο για να συζητήσει με τους ομολογιούχους του ελληνικού χρέους. Σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση που εκδόθηκε μετά το ταξίδι του, οι διαπραγματεύσεις "διεξήχθησαν εν φιλικωτάτη ατμοσφαίρα και εν πνεύματι αμοιβαίας κατανοήσεως", ο δε Βαρβαρέσσος "θεωρεί ως ιδιαιτέρως ευχάριστον γεγονός την επελθούσαν ρύθμισιν του δημοσίου χρέους".

Έτσι γινόταν τότε: οι διοικητές των τραπεζών υποκαθιστούσαν την πολιτική εξουσία. Μερικές δεκαετίες αργότερα, θα σημειώναμε πρόοδο: οι διοικητές των τραπεζών θα γίνονταν πρωθυπουργοί.

-----------------------------------------
(*) Την περίοδο 1934-1937 ο Σαχτ διετέλεσε και υπουργός οικονομικών των ναζί. Μετά τον πόλεμο, δικάστηκε στην Νυρεμβέργη όπου αθωώθηκε με παρέμβαση των άγγλων, παρά την επιμονή των σοβιετικών να καταδικαστεί. Ο Σαχτ ξαναδικάστηκε το 1948 από δικαστήριο της Δυτικής Γερμανίας και καταδικάστηκε σε οχτώ χρόνια καταναγκαστικά έργα αλλά αφέθηκε και πάλι ελεύθερος. Το 1950 συνελήφθη και προσήχθη και πάλι σε δίκη ως ναζί αλλά αυτή την φορά αθωώθηκε οριστικά. Το 1953 ίδρυσε δική του τράπεζα. Πέθανε στα 93 του το 1970, έχοντας προλάβει να διατελέσει σύμβουλος επί οικονομικών θεμάτων σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες.

8 σχόλια:

  1. Αφου εβαλε απο τοτε το χερακι του στην κατασκευη της σημερινης ΕΕ.Δηλαδη τι χερακι, κατα λεξη ειναι αντιγραφη των σχεδιων του ΣΑΧΤ με μερικες ψιλοαλλαγες.Ειδικα ο ορος νομισματικη σταθεροτητα ηταν απο τοτε η πρεμουρα των γερμανων. Τα αγγουρια που απο τοτε καλλιεργουσαν τα γευονται σημερα ολοι οι ευρωπαικοι λαοι και φυσικα το πρωτο και μακρυτερον οι ΕΛΛΗΝΑΡΑΔΕΣ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ασχετο....
    Μόνταγκιου Νόρμαν,εξου και το ονομα της οδου Νορμαν στη Πατρα?

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. @ Ανώνυμος 5:56

    Όχι βέβαια και μη μας προσβάλλεις! **γέλια**
    Η οδός φέρει το όνομα του γερμανού αριστοκράτη αξιωματικού και φιλέλληνα Καρλ Φρήντριχ Λέμπερεχτ Γκραφ φον Νόρμαν-Έρενφελς ή, εξελληνισμένα, Καρόλου Νόρμαν (Στουτγάρδη 1784 - Μεσολόγγι 1822). Όταν ο Νόρμαν έμαθε πως ξέσπασε η ελληνική επανάσταση, ξεσήκωσε 52 παλαίμαχους συναδέλφους του κι ήρθαν να βοηθήσουν. Τραυματίστηκε στην μάχη τού Πέτα στις 6/7/1822 και πέθανε στο Μεσολόγγι στις 15/11/1822.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Bosch βέβαια! Αυτά παθαίνεις άμα είσαι παλιός χαϊφιντελίστας, Ηλία μου, αφού αλισβερίσια είχες με την Bose κι όχι με την Bosch... **γέλια** Μερσί για την παρατήρηση.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. 'Ισως νά τά βλέπω μέ παλιό μάτι καί μέ διαφορετικό αυτί,αλλά εύχομαι σέ όλους τούς φίλους νά παίζουν γιά πάντα τά βινύλιά τους. Π.Γ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. @ Π.Γ.

    Αυτό μάλλον πήγαινε για τα αυριανά Σαββατιάτικα αλλά είναι καλοδεχούμενο έτσι κι αλλιώς, αφού μιλάει για βινύλια! :)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Ο τότε διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας ήταν εκ των ιδρυτών της Τράπεζας διεθνών διακανονισμών... Μια χαρά

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Με την ελπίδα ότι ο γνωστός ΗΛΙΘΙΟΣ δεν θα επανέλθει, τα σχόλια δημοσιεύονται πλέον χωρίς έγκριση.