Στο χτεσινό μας σημείωμα, αφήσαμε τον Μαξιμίλιαν Μέρτεν προφυλακισμένο. Από τον Μάιο του 1957 που συνελήφθη μέχρι τον Φεβρουάριο του 1959 που άρχισε η δίκη του, ο Μέρτεν έμεινε στην φυλακή πάνω από 20 μήνες. Σ' αυτό το χρονικό διάστημα ετοίμασε μεθοδικά την υπεράσπισή του: δεχόταν συχνές επισκέψεις γερμανών αξιωματούχων, παραλάμβανε όσα έγγραφα ζητούσε και πρότεινε ως μάρτυρες υπεράσπισης, μεταξύ άλλων, τον τότε υφυπουργό εθνικής άμυνας Γεώργιο Θεμελή καθώς και την σύζυγο του τότε υπουργού εσωτερικών Δημητρίου Μακρή, Δοξούλα Λεοντίδου-Μακρή.
Αμφότεροι οι υπουργοί-μάρτυρες ήσαν στενοί φίλοι τού πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή. Ο Γεώργιος Θεμελής είχε διατελέσει επί κατοχής νομάρχης Πέλλας, άρα ex officio συνεργαζόταν με τις κατοχικές κυβερνήσεις-μαριονέττες και με τους κατακτητές. Ο Δημήτριος (Τάκος) Μακρής ήταν δικηγόρος Θεσσαλονίκης, όπου διέμενε από τότε που πήρε πτυχίο νομικής, συνεργαζόμενος άψογα με τους γερμανούς επί κατοχής. Όταν ο Καραμανλής έγινε πρωθυπουργός, έπεισε τον Μακρή να κατεβεί στις εκλογές τού 1956 ως υποψήφιος βουλευτής Φλωρίνης. Η φιλία τους ήταν τόσο ισχυρή ώστε ο Καραμανλής τον έκανε αμέσως υπουργό, τον προώθησε στην θέση τού γραμματέα τού κόμματος και τον κατέστησε δεξί του χέρι. Απ' όλα αυτά βγαίνει αβίαστα το λογικό συμπέρασμα ότι η φιλική σχέση των δυο ανδρών είχε αρχίσει πολύ πριν το 1956 και, βέβαια, είχε ξεκινήσει στην Θεσσαλονίκη, απ' όπου ο Μακρής δεν είχε φύγει ποτέ μέχρι που μπήκε στην πολιτική. Κρατήστε αυτό το στοιχείο γιατί θα μας χρειαστεί αργότερα.
Μ' αυτά και μ' αυτά, φτάνουμε στα τέλη Ιανουαρίου 1959. Ο Μέρτεν έχει κινητοποιήσει θεούς και δαίμονες μέσα από την φυλακή, οι δυτικογερμανοί δεν θέλουν με τίποτε να καταδικαστεί ένας ανώτερος κρατικός λειτουργός τους ως εγκληματίας πολέμου, το σύστημα τρέμει για τυχόν σεισμικές αποκαλύψεις που μπορεί να γίνουν στην διάρκεια της δίκης, ο Αντενάουερ πιέζει όσο μπορεί και ο Καραμανλής φέρνει στην βουλή το νομοσχέδιο "περί αναστολής διώξεων εγκληματιών πολέμου".
Παρένθεση. Ο Μέρτεν συνελήφθη παρουσία τού εισαγγελέα Θεσσαλονίκης Ταρασουλέα, ο οποίος τον έστειλε στον εισαγγελέα Τούση, που είχε δώσει την εντολή σύλληψης. Πριν ακόμη ο δέσμιος Μέρτεν φτάσει στην Αθήνα, ο σταθμάρχης τής CIA Λώφλιν Ώστιν Κάμπελ επικοινώνησε με τον Καραμανλή και του διεμήνυσε την απαίτηση της Ουάσινγκτον να δικαστεί ο Μέρτεν για εγκλήματα πολέμου. Προφανώς, η CIA μάντεψε από την πρώτη στιγμή τις πιέσεις που θα ασκούσαν οι γερμανοί. Παρά την "απαίτηση" των ΗΠΑ, ο Καραμανλής προτίμησε να κάνει το χατήρι τής Βόννης. Κλείνει η παρένθεση.
Κατά την συζήτηση του νομοσχεδίου, το οποίο είναι σαφές ότι συντάχθηκε λόγω Μέρτεν, στην βουλή γίνεται το σώσαι. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης (βουλευτής τότε των Φιλελευθέρων, την ηγεσία των οποίων είχε διεκδικήσει στις εσωκομματικές εκλογές τής προηγούμενης χρονιάς αλλά απέτυχε παρά την απροκάλυπτη στήριξη του Γεωργίου Παπανδρέου) επιτίθεται κατά του Ευάγγελου Αβέρωφ, κατηγορώντας τον ότι υπέκυψε στις πιέσεις της Γερμανίας. Ο Αβέρωφ εξανίσταται και απαντά ότι "αι συνομιλίαι της Βόννης και οι οικονομικαί τοιαύται κατ' ουδένα τρόπον συνεδυάσθησαν με τους Γερμανούς εγκληματίας πολέμου". Ο υπουργός δικαιοσύνης Κωνσταντίνος Καλλίας προσπαθεί να κατευνάσει τα πνεύματα αλλά, τελικά, ρίχνει λάδι στην φωτιά με την αποστροφή "πρέπει να παραμερισθούν τα εμπόδια διά την ανάπτυξιν των σχέσεών μας με την Δυτικήν Γερμανίαν".
Τα κάστανα από την φωτιά θα επιχειρήσει να βγάλει και ο εισηγητής τής πλειοψηφίας Βασίλειος Παπαρρηγόπουλος (υπουργός Βορείου Ελλάδος στην προηγούμενη κυβέρνηση Καραμανλή 1956-1958), δηλώνοντας ότι ο Μέρτεν θα εξαιρεθεί από τις διατάξεις τού νόμου και θα δικαστεί από την ελληνική δικαιοσύνη. Όμως, η αντιπολίτευση, με προεξάρχουσα την ΕΔΑ, δεν ικανοποιείται και εκφράζει την δυσπιστία της προς την ειλικρίνεια των κυβερνητικών προθέσεων. Και πώς θα μπορούσε να μη δυσπιστεί η ΕΔΑ, σε μια εποχή όπου οι κομμουνιστές και οι "συμπαθούντες τον κομμουνισμόν" εξορίζονταν καθημερινά κατά δεκάδες ενώ ο Μάνώλης Γλέζος ήταν καταδικασμένος σε θάνατο;
Ο Ηλίας Τσιριμώκος (πρόεδρος της Δημοκρατικής Ένωσης, εκλεγμένος ως βουλευτής με την ΕΔΑ) επιτίθεται στην κυβέρνηση, υπογραμμίζοντας ότι είναι απαράδεκτο να αμνηστεύονται γερμανοί εγκληματίες πολέμου την στιγμή που έλληνες βρίσκονται φυλακισμένοι λόγω των πολιτικών τους πεποιθήσεων. Απάντηση στον Τσιριμώκο ανέλαβε να δώσει ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης (αργότερα αρχηγός τής ΕΡΕ και πρωθυπουργός, διαδεχόμενος τον Καραμανλή) Παναγιώτης Κανελλόπουλος, αποδεικνύοντας ότι έχουν απόλυτο δίκιο όσοι τον χαρακτηρίζουν ως πολιτικό νάνο: "τα αδικήματα των ελλήνων δεν αμνηστεύονται διότι δεν επραγματοποιήθησαν εν περιόδω ανωμαλίας αλλά κατόπιν εντολής κόμματος εις βάρος τής πατρίδος των και όχι ως των γερμανών κατά ξένης χώρας"(!).
Όμως, η μεγαλύτερη χοντράδα τού Κανελλόπουλου ήρθε λίγο αργότερα, όταν επιχείρησε να απαντήσει στην τοποθέτηση του Βασίλη Εφραιμίδη, επίσης βουλευτή τής ΕΔΑ. Ο Εφραιμίδης αναφέρθηκε στις έντονες διαμαρτυρίες τού Συλλόγου Θυμάτων Καλαβρύτων για το νομοσχέδιο και ο πάλαι ποτέ φέρελπις πατρινός πολιτικός αντέτεινε: "Κατέχομαι υπό βαθείας ευλαβείας έναντι των θυμάτων των Καλαβρύτων αλλ' ας μη λησμονώμεν ότι αι σφαγαί εκεί προεκλήθησαν ως αντίποινα διά φόνους γερμανών και μάλιστα αιχμαλώτων"(!). Οι τελευταίες λέξεις τού Κανελλόπουλου προκάλεσαν πανδαιμόνιο. Ήταν η πρώτη φορά που έλληνας πολιτικός μέσα στην βουλή αποκαλούσε ευθέως "φονιάδες" όσους σκότωσαν στρατιώτες των κατακτητών κατά την διάρκεια της κατοχής ενώ έλεγε και ψέμματα αναφερόμενος σε αιχμαλώτους.
Παρά τον πανζουρλισμό, ο Κανελλόπουλος συνέχισε το παραλήρημά του. Αντιτέθηκε στην πρόταση Παπαρρηγόπουλου για εξαίρεση του Μέρτεν και υποστήριξε ότι δεν πρέπει να υπάρξει καμμιά εξαίρεση στον νόμο. Νέο πανδαιμόνιο.
Τελικά, το νομοσχέδιο υπερψηφίζεται και γίνεται νόμος τού κράτους. Πρόκειται για τον Ν.3933/1959 "περί αναστολής διώξεων εγκληματιών πολέμου", ο οποίος αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι αναστελλόταν η ποινική δίωξη στην Ελλάδα των γερμανών πολιτών, οι οποίοι εφέροντο να έχουν τελέσει εγκλήματα πολέμου, αν είχε αρχίσει όμοια ποινική δίωξη από τις δικαστικές αρχές τής χώρας τους. Δηλαδή, παρά τις παρατηρήσεις τής αντιπολίτευσης, ο νέος νόμος δεν ευνοεί εν τέλει τον Μέρτεν, εφ' όσον καμμία δίωξη εις βάρος του δεν είχε αρχίσει στην Γερμανία.
Η ψήφιση του νόμου προκάλεσε παγκόσμια λοιδορία κατά της Ελλάδας. Είναι χαρακτηριστικό το δημοσίευμα των Times με τίτλο "Η Ελλάδα αμνηστεύει τους σφαγείς της". Ο νέος νόμος δημοσιεύεται στο ΦΕΚ την 13η Φεβρουαρίου 1959. Δυο μέρες νωρίτερα, στο Ειδικό Στρατοδικείο Εγκλημάτων Πολέμου, είχε αρχίσει η δίκη τού Μέρτεν. Μια δίκη που έμελλε να κρατήσει 23 ημέρες, προκαλώντας διεθνές ενδιαφέρον.
Εμείς θα συνεχίσουμε.
------------------------
Σημείωση: Πηγές και βιβλιογραφία θα παρατεθούν στο τέλος αυτής της σειράς κειμένων.
Αμφότεροι οι υπουργοί-μάρτυρες ήσαν στενοί φίλοι τού πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή. Ο Γεώργιος Θεμελής είχε διατελέσει επί κατοχής νομάρχης Πέλλας, άρα ex officio συνεργαζόταν με τις κατοχικές κυβερνήσεις-μαριονέττες και με τους κατακτητές. Ο Δημήτριος (Τάκος) Μακρής ήταν δικηγόρος Θεσσαλονίκης, όπου διέμενε από τότε που πήρε πτυχίο νομικής, συνεργαζόμενος άψογα με τους γερμανούς επί κατοχής. Όταν ο Καραμανλής έγινε πρωθυπουργός, έπεισε τον Μακρή να κατεβεί στις εκλογές τού 1956 ως υποψήφιος βουλευτής Φλωρίνης. Η φιλία τους ήταν τόσο ισχυρή ώστε ο Καραμανλής τον έκανε αμέσως υπουργό, τον προώθησε στην θέση τού γραμματέα τού κόμματος και τον κατέστησε δεξί του χέρι. Απ' όλα αυτά βγαίνει αβίαστα το λογικό συμπέρασμα ότι η φιλική σχέση των δυο ανδρών είχε αρχίσει πολύ πριν το 1956 και, βέβαια, είχε ξεκινήσει στην Θεσσαλονίκη, απ' όπου ο Μακρής δεν είχε φύγει ποτέ μέχρι που μπήκε στην πολιτική. Κρατήστε αυτό το στοιχείο γιατί θα μας χρειαστεί αργότερα.
Όλη η δημοκρατία μαζεμένη. Στο κέντρο ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, εκ δεξιών του ο Παναγιώτης Πιπινέλης (κατοπινός υπουργός εξωτερικών τής χούντας) και εξ ευωνύμων του ο Δημήτρης (Τάκος) Μακρής. |
Μ' αυτά και μ' αυτά, φτάνουμε στα τέλη Ιανουαρίου 1959. Ο Μέρτεν έχει κινητοποιήσει θεούς και δαίμονες μέσα από την φυλακή, οι δυτικογερμανοί δεν θέλουν με τίποτε να καταδικαστεί ένας ανώτερος κρατικός λειτουργός τους ως εγκληματίας πολέμου, το σύστημα τρέμει για τυχόν σεισμικές αποκαλύψεις που μπορεί να γίνουν στην διάρκεια της δίκης, ο Αντενάουερ πιέζει όσο μπορεί και ο Καραμανλής φέρνει στην βουλή το νομοσχέδιο "περί αναστολής διώξεων εγκληματιών πολέμου".
Παρένθεση. Ο Μέρτεν συνελήφθη παρουσία τού εισαγγελέα Θεσσαλονίκης Ταρασουλέα, ο οποίος τον έστειλε στον εισαγγελέα Τούση, που είχε δώσει την εντολή σύλληψης. Πριν ακόμη ο δέσμιος Μέρτεν φτάσει στην Αθήνα, ο σταθμάρχης τής CIA Λώφλιν Ώστιν Κάμπελ επικοινώνησε με τον Καραμανλή και του διεμήνυσε την απαίτηση της Ουάσινγκτον να δικαστεί ο Μέρτεν για εγκλήματα πολέμου. Προφανώς, η CIA μάντεψε από την πρώτη στιγμή τις πιέσεις που θα ασκούσαν οι γερμανοί. Παρά την "απαίτηση" των ΗΠΑ, ο Καραμανλής προτίμησε να κάνει το χατήρι τής Βόννης. Κλείνει η παρένθεση.
Κατά την συζήτηση του νομοσχεδίου, το οποίο είναι σαφές ότι συντάχθηκε λόγω Μέρτεν, στην βουλή γίνεται το σώσαι. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης (βουλευτής τότε των Φιλελευθέρων, την ηγεσία των οποίων είχε διεκδικήσει στις εσωκομματικές εκλογές τής προηγούμενης χρονιάς αλλά απέτυχε παρά την απροκάλυπτη στήριξη του Γεωργίου Παπανδρέου) επιτίθεται κατά του Ευάγγελου Αβέρωφ, κατηγορώντας τον ότι υπέκυψε στις πιέσεις της Γερμανίας. Ο Αβέρωφ εξανίσταται και απαντά ότι "αι συνομιλίαι της Βόννης και οι οικονομικαί τοιαύται κατ' ουδένα τρόπον συνεδυάσθησαν με τους Γερμανούς εγκληματίας πολέμου". Ο υπουργός δικαιοσύνης Κωνσταντίνος Καλλίας προσπαθεί να κατευνάσει τα πνεύματα αλλά, τελικά, ρίχνει λάδι στην φωτιά με την αποστροφή "πρέπει να παραμερισθούν τα εμπόδια διά την ανάπτυξιν των σχέσεών μας με την Δυτικήν Γερμανίαν".
Τα κάστανα από την φωτιά θα επιχειρήσει να βγάλει και ο εισηγητής τής πλειοψηφίας Βασίλειος Παπαρρηγόπουλος (υπουργός Βορείου Ελλάδος στην προηγούμενη κυβέρνηση Καραμανλή 1956-1958), δηλώνοντας ότι ο Μέρτεν θα εξαιρεθεί από τις διατάξεις τού νόμου και θα δικαστεί από την ελληνική δικαιοσύνη. Όμως, η αντιπολίτευση, με προεξάρχουσα την ΕΔΑ, δεν ικανοποιείται και εκφράζει την δυσπιστία της προς την ειλικρίνεια των κυβερνητικών προθέσεων. Και πώς θα μπορούσε να μη δυσπιστεί η ΕΔΑ, σε μια εποχή όπου οι κομμουνιστές και οι "συμπαθούντες τον κομμουνισμόν" εξορίζονταν καθημερινά κατά δεκάδες ενώ ο Μάνώλης Γλέζος ήταν καταδικασμένος σε θάνατο;
Ο Ηλίας Τσιριμώκος (πρόεδρος της Δημοκρατικής Ένωσης, εκλεγμένος ως βουλευτής με την ΕΔΑ) επιτίθεται στην κυβέρνηση, υπογραμμίζοντας ότι είναι απαράδεκτο να αμνηστεύονται γερμανοί εγκληματίες πολέμου την στιγμή που έλληνες βρίσκονται φυλακισμένοι λόγω των πολιτικών τους πεποιθήσεων. Απάντηση στον Τσιριμώκο ανέλαβε να δώσει ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης (αργότερα αρχηγός τής ΕΡΕ και πρωθυπουργός, διαδεχόμενος τον Καραμανλή) Παναγιώτης Κανελλόπουλος, αποδεικνύοντας ότι έχουν απόλυτο δίκιο όσοι τον χαρακτηρίζουν ως πολιτικό νάνο: "τα αδικήματα των ελλήνων δεν αμνηστεύονται διότι δεν επραγματοποιήθησαν εν περιόδω ανωμαλίας αλλά κατόπιν εντολής κόμματος εις βάρος τής πατρίδος των και όχι ως των γερμανών κατά ξένης χώρας"(!).
Όμως, η μεγαλύτερη χοντράδα τού Κανελλόπουλου ήρθε λίγο αργότερα, όταν επιχείρησε να απαντήσει στην τοποθέτηση του Βασίλη Εφραιμίδη, επίσης βουλευτή τής ΕΔΑ. Ο Εφραιμίδης αναφέρθηκε στις έντονες διαμαρτυρίες τού Συλλόγου Θυμάτων Καλαβρύτων για το νομοσχέδιο και ο πάλαι ποτέ φέρελπις πατρινός πολιτικός αντέτεινε: "Κατέχομαι υπό βαθείας ευλαβείας έναντι των θυμάτων των Καλαβρύτων αλλ' ας μη λησμονώμεν ότι αι σφαγαί εκεί προεκλήθησαν ως αντίποινα διά φόνους γερμανών και μάλιστα αιχμαλώτων"(!). Οι τελευταίες λέξεις τού Κανελλόπουλου προκάλεσαν πανδαιμόνιο. Ήταν η πρώτη φορά που έλληνας πολιτικός μέσα στην βουλή αποκαλούσε ευθέως "φονιάδες" όσους σκότωσαν στρατιώτες των κατακτητών κατά την διάρκεια της κατοχής ενώ έλεγε και ψέμματα αναφερόμενος σε αιχμαλώτους.
Παρά τον πανζουρλισμό, ο Κανελλόπουλος συνέχισε το παραλήρημά του. Αντιτέθηκε στην πρόταση Παπαρρηγόπουλου για εξαίρεση του Μέρτεν και υποστήριξε ότι δεν πρέπει να υπάρξει καμμιά εξαίρεση στον νόμο. Νέο πανδαιμόνιο.
Εφημερίδα Ελευθερία, 12 Φεβρουαρίου 1959. "Φιλομειδέστατος" ο "χασάπης της Θεσσαλονίκης". |
Τελικά, το νομοσχέδιο υπερψηφίζεται και γίνεται νόμος τού κράτους. Πρόκειται για τον Ν.3933/1959 "περί αναστολής διώξεων εγκληματιών πολέμου", ο οποίος αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι αναστελλόταν η ποινική δίωξη στην Ελλάδα των γερμανών πολιτών, οι οποίοι εφέροντο να έχουν τελέσει εγκλήματα πολέμου, αν είχε αρχίσει όμοια ποινική δίωξη από τις δικαστικές αρχές τής χώρας τους. Δηλαδή, παρά τις παρατηρήσεις τής αντιπολίτευσης, ο νέος νόμος δεν ευνοεί εν τέλει τον Μέρτεν, εφ' όσον καμμία δίωξη εις βάρος του δεν είχε αρχίσει στην Γερμανία.
Η ψήφιση του νόμου προκάλεσε παγκόσμια λοιδορία κατά της Ελλάδας. Είναι χαρακτηριστικό το δημοσίευμα των Times με τίτλο "Η Ελλάδα αμνηστεύει τους σφαγείς της". Ο νέος νόμος δημοσιεύεται στο ΦΕΚ την 13η Φεβρουαρίου 1959. Δυο μέρες νωρίτερα, στο Ειδικό Στρατοδικείο Εγκλημάτων Πολέμου, είχε αρχίσει η δίκη τού Μέρτεν. Μια δίκη που έμελλε να κρατήσει 23 ημέρες, προκαλώντας διεθνές ενδιαφέρον.
Εμείς θα συνεχίσουμε.
------------------------
Σημείωση: Πηγές και βιβλιογραφία θα παρατεθούν στο τέλος αυτής της σειράς κειμένων.
Το μεγαλο γελιο πεφτει με τα χρυσαυγουλα στο διαδυκτιο που εχουν συρει τα εξ αμαξης στον Καραμανλη και τωρα αποδεικνυεται ΚΙ ΑΥΤΟΣ να ανηκει στην "γενια των ηττημενων του 45" !!! "συναγωνιστης" τους κοντολογης ...
ΑπάντησηΔιαγραφήΓι αυτο και στεκονται στο ....σεξουαλικο της "αποκαλυψης" .Μακρυα απο τον πισινο μας τα υπολοιπα δλδ !
Θυμάμαι οτι είχα διαβάσει γι' αυτό και στον Γιάννη Κάτρη και στον Λιναρδάτο, ίσως και στο "Ξένο Κεφάλαιο" του Μπελλογιάννη. Πάντως έχει αναφερθεί σε διάφορα βιβλία, αλλά Teddy μου πάντα απολαμβάνω τα άρθρα σου
ΑπάντησηΔιαγραφή@ Emmanuel Goldstein
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστώ για το σχόλιο, το οποίο μου δίνει την αφορμή να σημειώσω κάτι που μου έχει κάνει εντύπωση. Οι ανακρίβειες του Ραφαηλίδη, στις οποίες αναφερθήκαμε στο προηγούμενο κείμενο, υιοθετούνται εν πολλοίς και από τον Κάτρη (για την ακρίβεια, ο Ραφαηλίδης υιοθετεί τις ανακρίβειες τού Κάτρη, μιας και το έργο τού Κάτρη προηγείται χρονικά). Αντίθετα, ο Λιναρδάτος τοποθετείται σωστά και τεκμηριωμένα.
Ειλικρινά, δεν μπορώ να καταλάβω πώς δυο διακεκριμμένοι δημοσιογράφοι (αλλά και πολλοί άλλοι ακόμη) δεν πρόσεξαν π.χ. ότι ο Ν.3933/1959 δεν μπορεί να ψηφίστηκε το 1960 ή ότι ο Μέρτεν δεν είχε καταδικαστεί πριν το 1959 αλλ' απλώς κατεζητείτο. Φυσικά, όλες αυτές οι ανακρίβειες δεν αλλάζουν είτε την ουσία είτε τα συμπεράσματα της όλης υπόθεσης.