Μόλις επιβλήθηκε η δικτατορία των συνταγματαρχών, οι μεγάλοι κεφαλαιοκράτες χύμηξαν στην περιουσία τού ελληνικού λαού. Είναι χαρακτηριστικό ότι η χούντα απηύθυνε ανοιχτή πρόσκληση στους αμερικανούς επενδυτές, μέσα από τις σελίδες των Τάιμς
της Νέας Υόρκης, προσφέροντας: απαλλαγή τόσο της εταιρείας όσο και του
αλλοδαπού προσωπικού της από κάθε φόρο ή δασμό, εισαγωγή παντός είδους
(από οικοσκευή μέχρι αυτοκίνητο) ατελώς, ελεύθερη εξαγωγή συναλλάγματος,
πλήρη φορολογική ασυλία (τα λογιστικά βιβλία όλων των ξένων εταιρειών
δεν ελέγχθηκαν ποτέ!) κλπ. Για να θεσμοθετήσει όλα αυτά τα προνόμια, η
χούντα δεν δίστασε να τα κατοχυρώσει και συνταγματικά (άρθρο 23 του
χουντικού "συντάγματος"). Η νόμιμη ληστεία του ξένου κεφαλαίου εις βάρος
του εθνικού μας πλούτου ήταν τόσο μεγάλη ώστε αρκούσε μια πενταετία για
να επιτευχθεί πλήρης επιστροφή του επενδεδυμένου κεφαλαίου (με απλά
λόγια, τα κέρδη μιας πενταετίας ισούνταν με το κεφάλαιο της επένδυσης)!!
Εκείνη την εποχή, η χώρα διέθετε δυο κρατικά διυλιστήρια. Εκείνο της Θεσσαλονίκης το είχε καπαρώσει από νωρίς ο Τομ Πάππας. Στην ποδιά τού δεύτερου άρχισαν να σφάζονται πλούσια παλληκάρια: Ωνάσης, Νιάρχος, Λάτσης, Ανδρεάδης, Βαρδινογιάννης. Ο Ωνάσης, εκμεταλλευόμενος τις άριστες σχέσεις του με τον Παπαδόπουλο (ο δικτάτορας έμενε σε βίλλα στο Λαγονήσι, που του την είχε παραχωρήσει δωρεάν ο Ωνάσης), υπέβαλε προσφορά για το δεύτερο διυλιστήριο, ύψους 400 εκατ. δολλαρίων. Ο Μακαρέζος πήρε την προσφορά και την έκανε βούκινο στα πέρατα της οικουμένης, ως την μεγαλύτερη οικονομική επιτυχία της Ελλάδας κατά την τελευταία δεκαετία. Όμως, ο σύγγαμβρος (μπατζανάκης) του Αριστοτέλη, ο Νιάρχος, αντέδρασε αμέσως και αντιπρότεινε 500 εκατ. δολλάρια, αιφνιδιάζοντας την χούντα.
Σαν να μην έφτανε αυτό, ο Νιάρχος έκανε και ρελάνς: προσφέρθηκε να προμηθεύει με πετρέλαιο την χώρα χρεώνοντας μεταφορικά 11,8 δολλάρια τον τόννο, την ώρα που ο Ωνάσης ζητούσε 14 δολλάρια. Αυτή η "μικροδιαφορά" σήμαινε για το δημόσιο 150 εκατ. δολλάρια σε μια δεκαετία. Συν η διαφορά των 100 της προσφοράς, ο Νιάρχος έδινε 250 εκατ. δολλάρια παραπάνω.
Οι συνταγματάρχες βρέθηκαν προ αδιεξόδου. Η προσφορά του Νιάρχου ήταν εντυπωσιακά καλύτερη αλλά ο Παπαδόπουλος υποστήριζε αναφανδόν τον Ωνάση. Από την άλλη, όμως, τόσο ο Μακαρέζος όσο και μερικοί υπουργοί προτιμούσαν τον Νιάρχο. Τότε, ο Ωνάσης κατήγγειλε στον Παπαδόπουλο ότι ο Ορλάνδος (τότε αναπληρωτής υπουργός συντονισμού) του ζήτησε ανταλλάγματα ώστε να πάει με το μέρος του. Ο Παπαδόπουλος κάλεσε αμέσως τον Ορλάνδο στο γραφείο του και, παρουσία του Ωνάση, τον ρώτησε αν αληθεύει η καταγγελία. "Ναι", απάντησε ο υπουργός, "ο κύριος Ωνάσης μου προσέφερε ένα σημαντικό ποσό". "Και γιατί δεν μου το είπες;" ρώτησε ο δικτάτορας, για να εισπράξει την απάντηση: "Μα, δεν ήθελα να εκθέσω τον κύριο Ωνάση". "Ρε συ", παρενέβη ο Ωνάσης, "εγώ είμαι επιχειρηματίας και χρησιμοποιώ όλα τα μέσα για να κάνω την δουλειά μου. Εσύ όμως είσαι υπουργός. Γιατί δέχτηκες να συζητήσεις πόσα θα πάρεις;" (ο διάλογος μεταφέρεται αυτολεξεί από το βιβλίο τού Γιάννη Κάτρη "Η γέννηση του νεοφασισμού στην Ελλάδα").
Τελικά, τόσο ο Ορλάνδος όσο και ο υφυπουργός συντονισμού Ευλάμπιος
παραιτήθηκαν αλλά η κατάσταση παρέμενε περίπλοκη αφού η χούντα προτιμούσε τον Ωνάση αλλά ο
Νιάρχος διέθετε πλήρη βρεττανική υποστήριξη. Ο Παπαδόπουλος, φοβούμενος αποκαλύψεις εκ μέρους του Νιάρχου, δίσταζε
να κλείσει την δουλειά και στις 20 Μαΐου 1969 προκήρυξε διεθνή διαγωνισμό. Μη ξέροντας ποιανού την καρδιά να φτιάξει και ποιανού να χαλάσει, η χούντα κήρυξε τον διαγωνισμό ατελέσφορο.
Η λύση βρέθηκε στις 7 Μαρτίου 1970: η χούντα θα παραχωρούσε στον Νιάρχο το 70% τού δεύτερου διυλιστηρίου και ο Νιάρχος θα επένδυε 200 εκατ. δολλάρια ενώ για τον Ωνάση θα εγκρινόταν άδεια να επενδύσει 600 εκατ. δολλάρια φτιάχνοντας τρίτο διυλιστήριο. Έτσι, έμειναν όλοι ευχαριστημένοι. Κυρίως, όμως, έμειναν ευχαριστημένα τα στελέχη της χούντας, αφού πήραν τα "δωράκια" τους (την ημέρα που υπογραφόταν η σύμβαση με τον Ωνάση, σε τράπεζα της Γενεύης κατατέθηκαν σε λογαριασμό του Παπαδόπουλου 4 εκατ. δολλάρια). Δυστυχώς, έμειναν δυσαρεστημένοι ο Ανδρεάδης, ο Λάτσης και οι Βαρδινογιάννηδες.
Περί τα τέλη του 1971, οι διεθνείς συγκυρίες έχουν εκτινάξει το κόστος μεταφοράς τού πετρελαίου στα ύψη και ο Ωνάσης διαβλέπει ότι δεν μπορεί να έχει τα κέρδη που είχε υπολογίσει. Έτσι, ζητάει να παραιτηθεί από την σύμβαση. Ο Παπαδόπουλος του κάνει αμέσως το χατήρι, επιστρέφοντάς του μάλιστα (εντελώς παράνομα) την εγγυητική επιστολή ύψους 7 εκατ. δολλαρίων, η οποία έπρεπε να καταπέσει υπέρ του ελληνικού δημοσίου. Έτσι, ο δικτάτορας μπορεί πλέον να ικανοποιήσει και τους μέχρι τώρα δυσαρεστημένους: ο Λάτσης με τους Βαρδινογιάννηδες θα μοιράζονταν την άδεια για το τρίτο διυλιστήριο (φτιάχνοντας ο καθένας το δικό του) και ο Ανδρεάδης θα έπαιρνε μια τέταρτη άδεια για να μη μείνει παραπονεμένος.
Παρένθεση. Πρόκειται για απορία που την έχουμε διατυπώσει κατ' επανάληψη αλλά θα την ξαναδιατυπώσουμε επειδή είναι μια απορία που επανέρχεται διαρκώς: πώς γίνεται και δείχνει τέτοια εύνοια η χούντα σε μια οικογένεια που ένα μέλος της αυτοεξορίστηκε στις 21 Απριλίου 1967 για να γλιτώσει τις διώξεις κι ένα άλλο εκτοπίστηκε επειδή μπλέχτηκε με το Κίνημα του Ναυτικού; Άλλοι, για πολύ μικρότερα "εγκλήματα" (π.χ. κατείχαν δίσκους του Μίκη ή πιάνονταν να διαβάζουν βιβλίο τού Χένρυ Μίλλερ)(*) δεν μπορούσαν να γίνουν ούτε σκουπιδιάρηδες... Κλείνει η παρένθεση.
Και κάπως έτσι, κάπου στις βόρειες ακτές τού Σαρωνικού, με τις ευλογίες και, κυρίως, με τα δάνεια της χούντας, ο Νίκος Βαρδινογιάννης έβαλε τα θεμέλια των Διυλιστηρίων Κορίνθου. Έχοντας ήδη στα σκαριά την ίδρυση της Μότορ Όιλ (φυσικά, πάλι με δάνεια της χούντας), οι Βαρδινογιάννηδες θα γίνονταν πλέον -και παραμένουν ως και σήμερα- οι εγχώριοι κυρίαρχοι στο πετρελαιικό παιχνίδι. Ήταν η τελευταία μεγάλη δουλειά που επρόκειτο να κάνει ο Νίκος, αφού το 1973 θα εγκατέλειπε αυτόν τον μάταιο κόσμο σε ηλικία μόλις 42 ετών. Στο τιμόνι θα τον διαδεχόταν ο εκτοπισμένος τής Αμοργού, ο αδελφός του Βαρδής.
(*) Στις 8 Μαρτίου 1970, κατόπιν δικαστικής αποφάσεως, πολτοποιήθηκαν 600 από τα 1000 εκδοθέντα αντίτυπα (όσα, δηλαδή, βρέθηκαν απούλητα) του βιβλίου του Χένρυ Μίλλερ "Τροπικός του Αιγόκερω". Όπως είπε ο εισαγγελέας, "ο Μίλλερ μπορεί να είναι μεγάλος συγγραφέας για πέρα από τον Ατλαντικό, εδώ όμως υπάρχει ο αιώνιος βράχος που φωτίζει τον δυτικό πολιτισμό".
Εκείνη την εποχή, η χώρα διέθετε δυο κρατικά διυλιστήρια. Εκείνο της Θεσσαλονίκης το είχε καπαρώσει από νωρίς ο Τομ Πάππας. Στην ποδιά τού δεύτερου άρχισαν να σφάζονται πλούσια παλληκάρια: Ωνάσης, Νιάρχος, Λάτσης, Ανδρεάδης, Βαρδινογιάννης. Ο Ωνάσης, εκμεταλλευόμενος τις άριστες σχέσεις του με τον Παπαδόπουλο (ο δικτάτορας έμενε σε βίλλα στο Λαγονήσι, που του την είχε παραχωρήσει δωρεάν ο Ωνάσης), υπέβαλε προσφορά για το δεύτερο διυλιστήριο, ύψους 400 εκατ. δολλαρίων. Ο Μακαρέζος πήρε την προσφορά και την έκανε βούκινο στα πέρατα της οικουμένης, ως την μεγαλύτερη οικονομική επιτυχία της Ελλάδας κατά την τελευταία δεκαετία. Όμως, ο σύγγαμβρος (μπατζανάκης) του Αριστοτέλη, ο Νιάρχος, αντέδρασε αμέσως και αντιπρότεινε 500 εκατ. δολλάρια, αιφνιδιάζοντας την χούντα.
Σαν να μην έφτανε αυτό, ο Νιάρχος έκανε και ρελάνς: προσφέρθηκε να προμηθεύει με πετρέλαιο την χώρα χρεώνοντας μεταφορικά 11,8 δολλάρια τον τόννο, την ώρα που ο Ωνάσης ζητούσε 14 δολλάρια. Αυτή η "μικροδιαφορά" σήμαινε για το δημόσιο 150 εκατ. δολλάρια σε μια δεκαετία. Συν η διαφορά των 100 της προσφοράς, ο Νιάρχος έδινε 250 εκατ. δολλάρια παραπάνω.
Η χαμογελαστή Νάνα Μούσχουρη συνομιλεί με τον δικτάτορα Γεώργιο Παπαδόπουλο. Δίπλα της, σε πρώτο πλάνο, ο πρώην αυτοεξόριστος Παύλος Βαρδινογιάννης κάνει τις συστάσεις. |
Οι συνταγματάρχες βρέθηκαν προ αδιεξόδου. Η προσφορά του Νιάρχου ήταν εντυπωσιακά καλύτερη αλλά ο Παπαδόπουλος υποστήριζε αναφανδόν τον Ωνάση. Από την άλλη, όμως, τόσο ο Μακαρέζος όσο και μερικοί υπουργοί προτιμούσαν τον Νιάρχο. Τότε, ο Ωνάσης κατήγγειλε στον Παπαδόπουλο ότι ο Ορλάνδος (τότε αναπληρωτής υπουργός συντονισμού) του ζήτησε ανταλλάγματα ώστε να πάει με το μέρος του. Ο Παπαδόπουλος κάλεσε αμέσως τον Ορλάνδο στο γραφείο του και, παρουσία του Ωνάση, τον ρώτησε αν αληθεύει η καταγγελία. "Ναι", απάντησε ο υπουργός, "ο κύριος Ωνάσης μου προσέφερε ένα σημαντικό ποσό". "Και γιατί δεν μου το είπες;" ρώτησε ο δικτάτορας, για να εισπράξει την απάντηση: "Μα, δεν ήθελα να εκθέσω τον κύριο Ωνάση". "Ρε συ", παρενέβη ο Ωνάσης, "εγώ είμαι επιχειρηματίας και χρησιμοποιώ όλα τα μέσα για να κάνω την δουλειά μου. Εσύ όμως είσαι υπουργός. Γιατί δέχτηκες να συζητήσεις πόσα θα πάρεις;" (ο διάλογος μεταφέρεται αυτολεξεί από το βιβλίο τού Γιάννη Κάτρη "Η γέννηση του νεοφασισμού στην Ελλάδα").
Γεώργιος Παπαδόπουλος - Τομ Πάππας |
Η λύση βρέθηκε στις 7 Μαρτίου 1970: η χούντα θα παραχωρούσε στον Νιάρχο το 70% τού δεύτερου διυλιστηρίου και ο Νιάρχος θα επένδυε 200 εκατ. δολλάρια ενώ για τον Ωνάση θα εγκρινόταν άδεια να επενδύσει 600 εκατ. δολλάρια φτιάχνοντας τρίτο διυλιστήριο. Έτσι, έμειναν όλοι ευχαριστημένοι. Κυρίως, όμως, έμειναν ευχαριστημένα τα στελέχη της χούντας, αφού πήραν τα "δωράκια" τους (την ημέρα που υπογραφόταν η σύμβαση με τον Ωνάση, σε τράπεζα της Γενεύης κατατέθηκαν σε λογαριασμό του Παπαδόπουλου 4 εκατ. δολλάρια). Δυστυχώς, έμειναν δυσαρεστημένοι ο Ανδρεάδης, ο Λάτσης και οι Βαρδινογιάννηδες.
Περί τα τέλη του 1971, οι διεθνείς συγκυρίες έχουν εκτινάξει το κόστος μεταφοράς τού πετρελαίου στα ύψη και ο Ωνάσης διαβλέπει ότι δεν μπορεί να έχει τα κέρδη που είχε υπολογίσει. Έτσι, ζητάει να παραιτηθεί από την σύμβαση. Ο Παπαδόπουλος του κάνει αμέσως το χατήρι, επιστρέφοντάς του μάλιστα (εντελώς παράνομα) την εγγυητική επιστολή ύψους 7 εκατ. δολλαρίων, η οποία έπρεπε να καταπέσει υπέρ του ελληνικού δημοσίου. Έτσι, ο δικτάτορας μπορεί πλέον να ικανοποιήσει και τους μέχρι τώρα δυσαρεστημένους: ο Λάτσης με τους Βαρδινογιάννηδες θα μοιράζονταν την άδεια για το τρίτο διυλιστήριο (φτιάχνοντας ο καθένας το δικό του) και ο Ανδρεάδης θα έπαιρνε μια τέταρτη άδεια για να μη μείνει παραπονεμένος.
Παρένθεση. Πρόκειται για απορία που την έχουμε διατυπώσει κατ' επανάληψη αλλά θα την ξαναδιατυπώσουμε επειδή είναι μια απορία που επανέρχεται διαρκώς: πώς γίνεται και δείχνει τέτοια εύνοια η χούντα σε μια οικογένεια που ένα μέλος της αυτοεξορίστηκε στις 21 Απριλίου 1967 για να γλιτώσει τις διώξεις κι ένα άλλο εκτοπίστηκε επειδή μπλέχτηκε με το Κίνημα του Ναυτικού; Άλλοι, για πολύ μικρότερα "εγκλήματα" (π.χ. κατείχαν δίσκους του Μίκη ή πιάνονταν να διαβάζουν βιβλίο τού Χένρυ Μίλλερ)(*) δεν μπορούσαν να γίνουν ούτε σκουπιδιάρηδες... Κλείνει η παρένθεση.
Και κάπως έτσι, κάπου στις βόρειες ακτές τού Σαρωνικού, με τις ευλογίες και, κυρίως, με τα δάνεια της χούντας, ο Νίκος Βαρδινογιάννης έβαλε τα θεμέλια των Διυλιστηρίων Κορίνθου. Έχοντας ήδη στα σκαριά την ίδρυση της Μότορ Όιλ (φυσικά, πάλι με δάνεια της χούντας), οι Βαρδινογιάννηδες θα γίνονταν πλέον -και παραμένουν ως και σήμερα- οι εγχώριοι κυρίαρχοι στο πετρελαιικό παιχνίδι. Ήταν η τελευταία μεγάλη δουλειά που επρόκειτο να κάνει ο Νίκος, αφού το 1973 θα εγκατέλειπε αυτόν τον μάταιο κόσμο σε ηλικία μόλις 42 ετών. Στο τιμόνι θα τον διαδεχόταν ο εκτοπισμένος τής Αμοργού, ο αδελφός του Βαρδής.
(*) Στις 8 Μαρτίου 1970, κατόπιν δικαστικής αποφάσεως, πολτοποιήθηκαν 600 από τα 1000 εκδοθέντα αντίτυπα (όσα, δηλαδή, βρέθηκαν απούλητα) του βιβλίου του Χένρυ Μίλλερ "Τροπικός του Αιγόκερω". Όπως είπε ο εισαγγελέας, "ο Μίλλερ μπορεί να είναι μεγάλος συγγραφέας για πέρα από τον Ατλαντικό, εδώ όμως υπάρχει ο αιώνιος βράχος που φωτίζει τον δυτικό πολιτισμό".
Απαιχτο το θέατρο των δύο συνεργών, Παπαδοπούλου και Ωνάση, με τον χατζηαβάτη Ορλάνδο, που αποδέχεται αδιαμαρτύρητα το ρόλο του (τί νάκανε; - αυτές οι δουλειές τάχουν αυτά...). Για την ιστορία, το επώνυμο του Ορλάνδου παραπέμπει σε κάποιον μάλλον πρόγονό του, που υπήρξε "κομιστής", και διαμεσολαβητής στην λαφυραγώγηση, του 1ου δανείου του ελληνικού κράτους, που ως γνωστόν, μέχρι να φτάσει εδώ είχε ήδη ...."λιανιστεί"! Τα τζάκια...
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίναι γλαφυρή η εξιστόρηση, και γι αυτό πολύ διδακτική.
Η Περιγραφη σου ειναι εκπληκτκη. Ετσι ακριβως ειναι το Εφοπλιστικο Κεφαλαιο Αδιστακτο.Και μετα σου λεει θα ερθει μια κυβερνηση και χωρις να τους εχει τσακισει Θα βοηθησει τον λαο.Τα Σεβη μου στον Σεχταρ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπό τι ξερω τους πραξικοποιματιες τους στηριζαν οι αμερικανοι γιατι να μην το κανανε και για τους βραδινογιαννηδες αφου φτιαξανε σταθμο καυσιμων ώστε να πετρελευονται τα πλοια τους
ΑπάντησηΔιαγραφή