Η σημερινή ημέρα μάς αναγκάζει να κάνουμε μια βουτιά στην Ιστορία. Όσοι δυσκολεύονται με τις μεγάλες βουτιές, μπορούν να κάνουν μια μικρή, μέχρι 38 χρόνια ας πούμε. Το ιστολόγιο, όμως, θα επιχειρήσει μια πολύ μεγαλύτερη βουτιά, ίσαμε 169 χρόνια. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Στις 20 Μαΐου 1835 ο δευτερότοκος γυιος τού διαδόχου -και κατοπινού βασιλιά- της Βαυαρίας Λουδοβίκου Α' και πρίγκηπας του Βίττελσμπαχ, ο νεαρός Όθων Φρειδερίκος Λουδοβίκος, έκλεισε τα 20 χρόνια του και ενηλικιώθηκε, παναπεί έγινε άντρας. Για να είμαστε σωστοί, όμως, πρέπει να πούμε "τέως πρίγκηπας του Βίττελσμπαχ", μιας κι από τα 17 του ο πιτσιρικάς είχε γίνει βασιλιάς. Βασιλιάς τής Ελλάδας, παρακαλώ!
Εδώ που τα λέμε, με τα χάλια που είχε τότε η Ελλάδα, κανένας γαλαζοαίματος δεν πολυγουστάριζε να ἐρθει να κάνει τον βασιλιά. Έλα, όμως, που οι εγγλέζοι είχαν τον Καποδίστρια στο παχύ τους άντερο και είχαν λυσσάξει να τον φάνε, επειδή ο Καποδίστριας τα 'χε καλά με τον τσάρο τής Ρωσσίας! Έτσι, λοιπόν, όταν το 1830 φτιάχτηκε η "συνθήκη τού Λονδίνου", με την οποία ιδρύθηκε επίσημα ελληνικό κράτος για πρώτη φορά στην Ιστορία, οι εγγλέζοι πέρασαν έναν όρο που μίλαγε για "ελληνικό βασίλειο". Οπότε, όταν στις 9/10/1831 εκείνοι οι μπινέδες οι Μαυρομιχαλαίοι καθάρισαν τον κόντε κυβερνήτη, οι εγγλέζοι πήραν σβάρνα τα βουνά και τα λαγκάδια για να βρουν βασιλιά.
Η αλήθεια είναι ότι οι εγγλέζοι χτύπησαν πολλές πόρτες αλλά μάταια: "Καλέ εκλαμπρότατε, θέλετε να σας κάνουμε βασιλιά;", "Παρακαλώ, καλωσύνη σας αλλά πού θα με στείλετε να βασιλέψω;", "Στην Ελλάδα", "Αχ, ευχαριστώ πολύ αλλά έχω μια δουλίτσα απόψε, περάστε σε καμμιά εξηνταριά χρόνια να τα ξαναπούμε". Τελικά, ο Λουδοβίκος δέχτηκε να τους δώσει τον δευτερότοκό του (τον πρωτότοκο, τον Μαξιμιλιανό, τον ήθελε για διάδοχό του στον βαυαρικό θρόνο). Και κάπως έτσι, ο Όθων βρέθηκε το 1832 βασιλιάς τής Ελλάδας.
Το 1835, λοιπόν, ενηλικιώθηκε ο Όθων και έφτασε η ώρα να γίνει απόλυτος μονάρχης και να βάλει στην μπάντα τον κόμη Ιωσήφ Λουδοβίκο Άρμανσμπεργκ, ίσαμε τότε αντιβασιλιά. Οι εγγλέζοι πίεσαν τον νεαρό βασιλιά να κάνει τον Άρμανσμπεργκ "αρχιγραμματέα επικρατείας" (κάτι σαν πρωθυπουργό, δηλαδή), επειδή νόμιζαν ότι μέσω του κόμη θα έλεγχαν καλύτερα τον Όθωνα. Έλα, όμως, που ο νεαρός τούς βγήκε με κόκκινο! Μεριά που ο Όθωνας είχε αρχίσει να αγαπάει τούτον τον τόπο, μεριά που το μάτι του έκοβε και μεριά που ήθελε να βάλει σε μια σειρά το γενικό χάλι, το 1837 ξήλωσε τον Άρμανσμπεργκ κι έβαλε στην θέση του τον Ιγνάτιο Ρούντχαρτ. Αργότερα καθάρισε και τον Ρούντχαρτ, αντικαθιστώντας τον με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, αλλά στον μήνα απάνω τον άλλαξε κι αυτόν με τον Χρηστίδη. Μύλος.
Οι εγγλέζοι είχαν αρχίσει να χάνουν την μπάλλα κι αποφάσισαν να υποσκάψουν την ισχύ τού απόλυτου μονάρχη. Πλησίασαν, λοιπόν, τα ντόπια "τζιμάνια" (Μαυροκορδάτο, Λόντο, Μεταξά, Ζωγράφο, Μπότσαρη, Κανάρη κλπ) και τα πλάκωσαν στην πλύση εγκεφάλου περί των καλών τού κοινοβουλευτισμού. Στο μεταξύ, βέβαια, είχαν εξασφαλίσει και την σιωπηρή υποστήριξη των άλλων μεγάλων δυνάμεων. Από την μια, η Γαλλία δεν μπορούσε να πάει κόντρα σε μια μεταρρύθμιση υπέρ ενός κοινοβουλευτικού πολιτεύματος, γιατί δεν ήθελε να φανεί πως στηρίζει μοναρχικά καθεστώτα εις βάρος τής δημοκρατίας. Από την άλλη, η Ρωσσία καλόβλεπε μια πιθανή πτώση τού Όθωνα, αφού ονειρευόταν την ανάρρηση ενός ρώσσου γαλαζοαίματου στον ελληνικό θρόνο.
Και καλά, οι εγγλέζοι είχαν τους λόγους τους να θέλουν να υποσκάψουν τον Όθωνα. Οι έλληνες, όμως, γιατί συμφωνούσαν μαζί τους; Εμείς δεν ήμασταν που θέλαμε να κυβερνηθούμε από έναν απόλυτο μονάρχη επειδή δεν αισθανόμασταν άξιοι να κυβερνηθούμε μόνοι μας; Γιατί, λοιπόν, τώρα θέλαμε κοινοβουλευτισμό; Η απάντηση είναι απλή: γιατί...έτσι! Μ' αυτό το "έτσι" είχαμε μάθει να πορευόμαστε και μ' αυτό πορευόμαστε ακόμη και σήμερα. Άλλωστε, τα "τζιμάνια" το κατάλαβαν: σε καθεστώς κοινοβουλευτισμού θα μπορούσαν να τρώνε ευκολώτερα απ' ότι σε καθεστώς απόλυτης μοναρχίας.
Μ' αυτά και μ' αυτά, φτάσαμε και στο ξημέρωμα μιας μέρας σαν την σημερινή. Ήταν ξημερώματα 3 Σεπτεμβρίου 1843 όταν οι "επαναστάτες", με μπροστάρηδες τον Καλλέργη και τον Μακρυγιάννη, φτάσανε καβάλλα στ' άλογά τους στην πλατεία έξω από το παλάτι κι άρχισαν να φωνάζουν "σύνταγμα, σύνταγμα". Η στιγμή ήταν κρίσιμη και όλα έδειχναν ότι ο τόπος βρισκόταν μιαν ανάσα πριν το αιματοκύλισμα. Βέβαια, μη νομίσετε ότι οι εγγλέζοι είχαν πρόβλημα με οποιοδήποτε αιματοκύλισμα, αρκεί να πέρναγε τελικά το δικό τους (άλλωστε, αυτό το απέδειξαν πολλά χρόνια αργότερα, όταν αιματοκύλισαν την Αθήνα τον Δεκέμβρη τού 1944). Μόνο που δεν είχαν υπολογίσει την ευστροφία τού Όθωνα.
"Σύνταγμα, σύνταγμα" μεσ' στα άγρια χαράματα οι -ντεμέκ- επαναστάτες, ήρθε και ξύπνησε ο Όθωνας και βγήκε στο παράθυρο με την νυχτικιά. "Τί πάθατε, ρε παιδιά, πρωί-πρωί και το ρίξατε στο σκουσμάρι;", ρωτάει ο βασιλιάς μεσ' στην τσίμπλα. "Θέλουμε σύνταγμα, μεγαλειότατε", απαντάει ο Καλλέργης. "Τί το θέλετε, ρε σεις, το σύνταγμα;" απορεί ο Όθωνας. "Μη σε νοιάζει, μεγαλειότατε", απαντάει ο Καλλέργης, "δώστο εσύ κι εμείς ξέρουμε τι θα το κάνουμε". "Ε, καλά", απαντάει κι ο Όθωνας, που το μυαλό του έπαιρνε στροφές, "πάρτε το να ηρεμήσετε κι άντεστε να γυρίσουμε στα κρεββάτια μας γιατί ακόμα δεν ήρθε ο γαλατάς".
Μεγάλες στιγμές! Γάτα ο Όθωνας, κατάλαβε μέσα σε δευτερόλεπτα αυτό που είπε πολλά χρόνια αργότερα ο Λένιν: "Τι είναι το Σύνταγμα; Ένα χαρτί, πάνω στο οποίο έχουν γραφτεί τα δικαιώματα του λαού". Ο μακαρίτης ο Βλαδίμηρος διἀβασε βιβλία και βιβλία για να καταλάβει αυτό που έπιασε μέσα σε χρόνο ντε τε ο Όθωνας, δηλαδή ότι άλλο είναι να παραδέχεσαι κάτι και άλλο να το εφαρμόζεις στην πράξη. "Η πατρίς ευγνομωνούσα" αποτύπωσε την σημαδιακή ημερομηνία στα ταμπελάκια ενός κεντρικού αθηναϊκού δρόμου κι ονομάτισε εκείνη την πλατεία με το σκουσμάρι των επαναστατών. Και ο Όθωνας καθάρισε τους επαναστάτες δίχως να ανοίξει μύτη, προς μεγάλη απογοήτευση των εγγλέζων, που χρειάστηκε να περιμένουν 101 χρόνια για να ξεχαρμανιάσουν...
ΥΓ: Όσοι προτίμησαν την μικρή βουτιά κι έφτασαν μόνο μέχρι το 1974, τότε που ο Αντρέας ίδρυσε το ΠαΣοΚ δίνοντας στην δημοσιότητα την "Διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη", ας μην έχουν πρόβλημα. Μία η άλλη, παιδιά: ντεμέκ επαναστάτες το 1843, ντεμέκ σοσιαλιστές το 1974. Επέτειο του ντεμέκ έχουμε σήμερα...
Στις 20 Μαΐου 1835 ο δευτερότοκος γυιος τού διαδόχου -και κατοπινού βασιλιά- της Βαυαρίας Λουδοβίκου Α' και πρίγκηπας του Βίττελσμπαχ, ο νεαρός Όθων Φρειδερίκος Λουδοβίκος, έκλεισε τα 20 χρόνια του και ενηλικιώθηκε, παναπεί έγινε άντρας. Για να είμαστε σωστοί, όμως, πρέπει να πούμε "τέως πρίγκηπας του Βίττελσμπαχ", μιας κι από τα 17 του ο πιτσιρικάς είχε γίνει βασιλιάς. Βασιλιάς τής Ελλάδας, παρακαλώ!
Εδώ που τα λέμε, με τα χάλια που είχε τότε η Ελλάδα, κανένας γαλαζοαίματος δεν πολυγουστάριζε να ἐρθει να κάνει τον βασιλιά. Έλα, όμως, που οι εγγλέζοι είχαν τον Καποδίστρια στο παχύ τους άντερο και είχαν λυσσάξει να τον φάνε, επειδή ο Καποδίστριας τα 'χε καλά με τον τσάρο τής Ρωσσίας! Έτσι, λοιπόν, όταν το 1830 φτιάχτηκε η "συνθήκη τού Λονδίνου", με την οποία ιδρύθηκε επίσημα ελληνικό κράτος για πρώτη φορά στην Ιστορία, οι εγγλέζοι πέρασαν έναν όρο που μίλαγε για "ελληνικό βασίλειο". Οπότε, όταν στις 9/10/1831 εκείνοι οι μπινέδες οι Μαυρομιχαλαίοι καθάρισαν τον κόντε κυβερνήτη, οι εγγλέζοι πήραν σβάρνα τα βουνά και τα λαγκάδια για να βρουν βασιλιά.
Η αλήθεια είναι ότι οι εγγλέζοι χτύπησαν πολλές πόρτες αλλά μάταια: "Καλέ εκλαμπρότατε, θέλετε να σας κάνουμε βασιλιά;", "Παρακαλώ, καλωσύνη σας αλλά πού θα με στείλετε να βασιλέψω;", "Στην Ελλάδα", "Αχ, ευχαριστώ πολύ αλλά έχω μια δουλίτσα απόψε, περάστε σε καμμιά εξηνταριά χρόνια να τα ξαναπούμε". Τελικά, ο Λουδοβίκος δέχτηκε να τους δώσει τον δευτερότοκό του (τον πρωτότοκο, τον Μαξιμιλιανό, τον ήθελε για διάδοχό του στον βαυαρικό θρόνο). Και κάπως έτσι, ο Όθων βρέθηκε το 1832 βασιλιάς τής Ελλάδας.
Το 1835, λοιπόν, ενηλικιώθηκε ο Όθων και έφτασε η ώρα να γίνει απόλυτος μονάρχης και να βάλει στην μπάντα τον κόμη Ιωσήφ Λουδοβίκο Άρμανσμπεργκ, ίσαμε τότε αντιβασιλιά. Οι εγγλέζοι πίεσαν τον νεαρό βασιλιά να κάνει τον Άρμανσμπεργκ "αρχιγραμματέα επικρατείας" (κάτι σαν πρωθυπουργό, δηλαδή), επειδή νόμιζαν ότι μέσω του κόμη θα έλεγχαν καλύτερα τον Όθωνα. Έλα, όμως, που ο νεαρός τούς βγήκε με κόκκινο! Μεριά που ο Όθωνας είχε αρχίσει να αγαπάει τούτον τον τόπο, μεριά που το μάτι του έκοβε και μεριά που ήθελε να βάλει σε μια σειρά το γενικό χάλι, το 1837 ξήλωσε τον Άρμανσμπεργκ κι έβαλε στην θέση του τον Ιγνάτιο Ρούντχαρτ. Αργότερα καθάρισε και τον Ρούντχαρτ, αντικαθιστώντας τον με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, αλλά στον μήνα απάνω τον άλλαξε κι αυτόν με τον Χρηστίδη. Μύλος.
Οι εγγλέζοι είχαν αρχίσει να χάνουν την μπάλλα κι αποφάσισαν να υποσκάψουν την ισχύ τού απόλυτου μονάρχη. Πλησίασαν, λοιπόν, τα ντόπια "τζιμάνια" (Μαυροκορδάτο, Λόντο, Μεταξά, Ζωγράφο, Μπότσαρη, Κανάρη κλπ) και τα πλάκωσαν στην πλύση εγκεφάλου περί των καλών τού κοινοβουλευτισμού. Στο μεταξύ, βέβαια, είχαν εξασφαλίσει και την σιωπηρή υποστήριξη των άλλων μεγάλων δυνάμεων. Από την μια, η Γαλλία δεν μπορούσε να πάει κόντρα σε μια μεταρρύθμιση υπέρ ενός κοινοβουλευτικού πολιτεύματος, γιατί δεν ήθελε να φανεί πως στηρίζει μοναρχικά καθεστώτα εις βάρος τής δημοκρατίας. Από την άλλη, η Ρωσσία καλόβλεπε μια πιθανή πτώση τού Όθωνα, αφού ονειρευόταν την ανάρρηση ενός ρώσσου γαλαζοαίματου στον ελληνικό θρόνο.
Και καλά, οι εγγλέζοι είχαν τους λόγους τους να θέλουν να υποσκάψουν τον Όθωνα. Οι έλληνες, όμως, γιατί συμφωνούσαν μαζί τους; Εμείς δεν ήμασταν που θέλαμε να κυβερνηθούμε από έναν απόλυτο μονάρχη επειδή δεν αισθανόμασταν άξιοι να κυβερνηθούμε μόνοι μας; Γιατί, λοιπόν, τώρα θέλαμε κοινοβουλευτισμό; Η απάντηση είναι απλή: γιατί...έτσι! Μ' αυτό το "έτσι" είχαμε μάθει να πορευόμαστε και μ' αυτό πορευόμαστε ακόμη και σήμερα. Άλλωστε, τα "τζιμάνια" το κατάλαβαν: σε καθεστώς κοινοβουλευτισμού θα μπορούσαν να τρώνε ευκολώτερα απ' ότι σε καθεστώς απόλυτης μοναρχίας.
Μ' αυτά και μ' αυτά, φτάσαμε και στο ξημέρωμα μιας μέρας σαν την σημερινή. Ήταν ξημερώματα 3 Σεπτεμβρίου 1843 όταν οι "επαναστάτες", με μπροστάρηδες τον Καλλέργη και τον Μακρυγιάννη, φτάσανε καβάλλα στ' άλογά τους στην πλατεία έξω από το παλάτι κι άρχισαν να φωνάζουν "σύνταγμα, σύνταγμα". Η στιγμή ήταν κρίσιμη και όλα έδειχναν ότι ο τόπος βρισκόταν μιαν ανάσα πριν το αιματοκύλισμα. Βέβαια, μη νομίσετε ότι οι εγγλέζοι είχαν πρόβλημα με οποιοδήποτε αιματοκύλισμα, αρκεί να πέρναγε τελικά το δικό τους (άλλωστε, αυτό το απέδειξαν πολλά χρόνια αργότερα, όταν αιματοκύλισαν την Αθήνα τον Δεκέμβρη τού 1944). Μόνο που δεν είχαν υπολογίσει την ευστροφία τού Όθωνα.
"Σύνταγμα, σύνταγμα" μεσ' στα άγρια χαράματα οι -ντεμέκ- επαναστάτες, ήρθε και ξύπνησε ο Όθωνας και βγήκε στο παράθυρο με την νυχτικιά. "Τί πάθατε, ρε παιδιά, πρωί-πρωί και το ρίξατε στο σκουσμάρι;", ρωτάει ο βασιλιάς μεσ' στην τσίμπλα. "Θέλουμε σύνταγμα, μεγαλειότατε", απαντάει ο Καλλέργης. "Τί το θέλετε, ρε σεις, το σύνταγμα;" απορεί ο Όθωνας. "Μη σε νοιάζει, μεγαλειότατε", απαντάει ο Καλλέργης, "δώστο εσύ κι εμείς ξέρουμε τι θα το κάνουμε". "Ε, καλά", απαντάει κι ο Όθωνας, που το μυαλό του έπαιρνε στροφές, "πάρτε το να ηρεμήσετε κι άντεστε να γυρίσουμε στα κρεββάτια μας γιατί ακόμα δεν ήρθε ο γαλατάς".
Μεγάλες στιγμές! Γάτα ο Όθωνας, κατάλαβε μέσα σε δευτερόλεπτα αυτό που είπε πολλά χρόνια αργότερα ο Λένιν: "Τι είναι το Σύνταγμα; Ένα χαρτί, πάνω στο οποίο έχουν γραφτεί τα δικαιώματα του λαού". Ο μακαρίτης ο Βλαδίμηρος διἀβασε βιβλία και βιβλία για να καταλάβει αυτό που έπιασε μέσα σε χρόνο ντε τε ο Όθωνας, δηλαδή ότι άλλο είναι να παραδέχεσαι κάτι και άλλο να το εφαρμόζεις στην πράξη. "Η πατρίς ευγνομωνούσα" αποτύπωσε την σημαδιακή ημερομηνία στα ταμπελάκια ενός κεντρικού αθηναϊκού δρόμου κι ονομάτισε εκείνη την πλατεία με το σκουσμάρι των επαναστατών. Και ο Όθωνας καθάρισε τους επαναστάτες δίχως να ανοίξει μύτη, προς μεγάλη απογοήτευση των εγγλέζων, που χρειάστηκε να περιμένουν 101 χρόνια για να ξεχαρμανιάσουν...
ΥΓ: Όσοι προτίμησαν την μικρή βουτιά κι έφτασαν μόνο μέχρι το 1974, τότε που ο Αντρέας ίδρυσε το ΠαΣοΚ δίνοντας στην δημοσιότητα την "Διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη", ας μην έχουν πρόβλημα. Μία η άλλη, παιδιά: ντεμέκ επαναστάτες το 1843, ντεμέκ σοσιαλιστές το 1974. Επέτειο του ντεμέκ έχουμε σήμερα...
Δε γράφετε για το Μακρυγιάννη - τον άλλον ντεμέκ επαναστάτη της εποχής του. Ούτε για την ίδρυση της Εθνικής τράπεζας το 1841, λίγα χρόνια πριν την επανάσταση του 1843. Ένα όμως δεν καταλαβαίνω: πώς το ντόπια λαμογια δεν κατάφεραν να πλευρίσουν τόσο καλά τον Όθωνα και τα κατάφεραν υποδειγματικά με το Γεώργιο Α';
ΑπάντησηΔιαγραφήΕτσι είναι. Αν δεν προσέχεις "την ρύμην τού λόγου" όταν γράφεις, σου ξεφεύγει ένα "Καλλέργη και Μαυρομιχάλη" αντί για το σωστό "Καλλέργη και Μακρυγιάννη" και τα κάνεις μαντάρα. Άκου ο Μαυρομιχάλης με τον Καλλέργη! Τους Μαυρομιχαλαίους τους έφαγε το σκοτάδι όταν καθάρισαν τον Καποδίστρια...
ΑπάντησηΔιαγραφήΜερσί για την παρατήρηση, φίλε Νίκο. Η απαραίτητη διόρθωση έγινε.
Εντάξει σε όλα, αλλά δεν ήταν τόσο υποκεινούμενη η απαίτηση για κοινοβουλευτισμό. Ο Μαυροκορδάτος που είχε πολιτική δύναμη, έγινε πρωθυπουργός ουσιαστικά γιατί με την ομάδα του πίεζαν για Κοινοβουλευτική Δημοκρατία. Και δεν ήταν λίγοι εκείνοι που ήθελαν Σύνταγμα και κοινοβουλευτισμό ακόμα και στα 1830. Δηλαδή στον αστικό κόσμο και τις εφημερίδες της εποχής το θέμα τίθενταν τακτικά (με μία σημαντική 1-2 χρόνια με την άφιξη του Όθωνα).
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυμφωνείτε τότε με τον Κ. Πλεύρη. Είχε ακριβώς τις ίδιες διατυπώσεις στο θέμα σε μία χθεσινή εκπομπή του. Αν και απ' ότι καταλαβαίνω σίγουρα διαφωνείτε σε άλλα θέματα είναι ενδιαφέρουσα αυτή η σύγκληση απόψεων. Η απόλυτη μοναρχία θα έκανε καλό στην χώρα. Επίσης η χρήση του τουρκικού ρήματος demek = λέω είναι ανεπιτυχής.
ΑπάντησηΔιαγραφή@ Ανώνυμος:
ΑπάντησηΔιαγραφήΑναρωτιέμαι πού στα κομμάτια μπορεί να συγκλίνω με τον καραφασίστα τον Πλεύρη. Όπως αναρωτιέμαι από πού στα κομμάτια προκύπτει ότι πιστεύω πως "η απόλυτη μοναρχία θα έκανε καλό στον τόπο". Εκείνο που είπα είναι απλό: όπως βλακωδώς (και δίχως να καταλαβαίνουμε τι πράμα είν' τούτο) υποδεχτήκαμε ως έλληνες την απόλυτη μοναρχία, με την ίδια "σοβαρότητα" γίναμε θιασώτες τού κοινοβουλευτισμού.
Όσο για την χρήση τού "ντεμέκ", μήπως θα έπρεπε να εξοβελίσουμε και άλλες τουρκικής ρίζας λέξεις, όπως ντολμάς, αλάνι, γιαούρτι, καρπούζι, ντενεκές, ταβάνι, τζάκι, καΐκι, μανάβης, μπακάλης, τσιμπούκι, ντέρτι, νταβαντούρι κλπ κλπ για να είμαστε πιο...πετυχημένοι; Ήμαρτον!
Με συγχωρείτε που επανέρχομαι σε ένα παλιό σας άρθρο και σε ένα θέμα
ΑπάντησηΔιαγραφήόχι πολύ σχετικό (αλλά όχι κι εντελώς άσχετο) με αυτό,
αλλά θα με ενδιέφερε πάρα πολύ κάποια στιγμή να ακούσω τη
γνώμη σας για τον Καποδίστρια και τη διακυβέρβηση του.
Από το σχολείο, αλλά και από αρκετούς μοντέρνους μελετητές
προβάλεται η άποψη ότι υπήρξε ο άνθρωπος που προσπάθησε να φτιάξει
κεντρική εξουσία και οι ντόπιοι προνομιούχοι αντέδρασαν και εν τέλει
τον έβγαλαν από τη μέση. Την άποψη αυτή την έχω δει να την
ασπάζεται και ο Ραφαηλίδης (Ιστορία κωμικοτραγική του νεοελληνικού κράτους).
Παρόλα αυτά σε παλαιότερους μελετητές ο Καποδίστριας παρουσιάζεται
με μελανά χρώματα. Για παράδειγμα στον Κορδάτο ή και σε ξένους ιστορικούς
όπως ο Φίνλευ. (Δεν έχω κοιτάξει τι γράφει ο Σπ. Τρικούπης, αλλά μιας και
μετείχε στη στάση της Υδρας υποψιάζομαι ότι μάλλον δε θα γράφει υπέρ του).
Ευχαριστώ πολύ και συγχαρητήρια για τα πολύ ενδιαφέροντα άρθρα που
γράφετε στο μπλογκ σας.