Πνευματικά δικαιώματα δεν υπάρχουν. Οι ιδέες πρέπει να κυκλοφορούν ελεύθερα. Άρα...
... η αντιγραφή όχι απλώς επιτρέπεται αλλά είναι και επιθυμητή, ακόμη και χωρίς αναφορά της πηγής!

Η γλώσσα κόκκαλα τσακίζει

- "Ο λόγος που μ' άφησες έξω από την υπόθεση", είπε ήσυχα, "ήταν ότι νόμισες πως η αστυνομία δεν θα πίστευε ότι σκέτη περιέργεια μ' έσπρωξε να κατέβω εκεί κάτω χτες το βράδυ. Θα υποψιάζονταν ίσως ότι είχα κάποιον ύποπτο λόγο και θα με σφυροκοπούσαν μέχρι να σπάσω".
- "Πώς ξέρεις αν δεν σκέφτηκα το ίδιο πράγμα;"
- "Οι αστυνομικοί είναι κι αυτοί άνθρωποι", είπε ξεκάρφωτα.
- "Έχω ακούσει ότι σαν τέτοιοι ξεκινάνε".

[Ραίημοντ Τσάντλερ, "Αντίο, γλυκειά μου", εκδόσεις Λυχνάρι, 1990 (σελ.: 54)]

10 Ιουλίου 2017

Η αισιόδοξη βλακεία του Καντίντ

Επιστρέφοντας στο μικρό τους αγρόκτημα, ο Πανγκλός, ο Καντίντ και ο Μαρτέν συνάντησαν ένα γεροντάκι που έπαιρνε τον αέρα του στην εξώπορτα της αυλής του, κάτω από τις πορτοκαλιές. Ο Πανγκλός, που του άρεσαν τα κουτσομπολιά όσο οι συλλογισμοί, ρώτησε τον παππού να μάθει πώς λεγόταν ο μουφτής που είχαν στραγγαλίσει. "Δεν έχω την παραμικρή ιδέα", τον διαφώτισε ο γέροντας, "και δεν φρόντισα ποτέ να μάθω το όνομα κανενός μουφτή και κανενός βεζίρη. Δεν ξέρω τίποτα για όσα μου λέτε. Είμαι γενικά της γνώμης πως όσοι μπλέκονται με τα κοινά το πληρώνουν ακριβά κι ότι και να πάθουν το αξίζουν. Δεν φροντίζω ποτέ να μάθω για το τι συμβαίνει στην Κωνσταντινούπολη. Μου φτάνει μονάχα να στέλνω στην αγορά τα φρούτα που καλλιεργώ στον κήπο μου". Λέγοντας αυτά, κάλεσε τους ξένους να μπουν στο σπίτι του. (...)

"Θά 'χετε σίγουρα στην ιδιοκτησία σας πολλές και καταπληκτικές εκτάσεις", είπε ο Καντίντ στον Τούρκο. - "Έχω μονάχα εκατόν εξήντα εκτάρια. Τα καλλιεργώ με τα παιδιά μου. Η δουλειά σε κρατάει μακριά από τις πιο βλαβερές συνήθειες: την τεμπελιά, την ανηθικότητα και την ανέχεια".


Ο Βολταίρος και το εξώφυλλο της έκδοσης του 1759, σε μετάφραση από τα γερμανικά.

Επιστρέφοντας στο αγρόκτημα, ο Καντίντ έκανε μερικές βαθυστόχαστες σκέψεις σχετικά με όσα του είχε πει ο Τούρκος. "Μου φαίνεται πως αυτός ο καλός γέροντας περνάει πολύ καλύτερα από εκείνους τους έξι βασιλιάδες που είχαμε την τιμή να γνωρίσουμε στην Βενετία". - "Όλοι οι φιλόσοφοι συμφωνούν πως τα υψηλά αξιώματα έχουν αποδειχτεί πολύ επικίνδυνα για όσους τα κατέχουν", πρόσθεσε ο Πανγκλός. "(...) Ξέρετε επίσης τι απέγιναν ο Κροίσος, ο Αστυάγας, ο Δαρείος, ο Διονύσιος ο Συρακόσιος, ο Πύρρος, ο Περσέας, ο Αννίβας (...) ο Εδουάρδος Β', ο Ερρίκος ΣΤ', ο Ριχάρδος Γ', η Μαρία Στιούαρτ, ο Κάρολος Α' (...), έτσι δεν είναι;" - "Ξέρω επίσης πως πρέπει να καλλιεργήσουμε τον κήπο μας". "Έχετε δίκιο", είπε ο Πανγκλός, "διότι όταν ο άνθρωπος τοποθετήθηκε στον κήπο της Εδέμ, τοποθετήθηκε εκεί για να λειτουργεί από μόνος του, για να δουλεύει, πράγμα που αποδεικνύει πως ο άνθρωπος δεν πλάστηκε για να κάθεται". - "Ας αφήσουμε τα λόγια κι ας στρωθούμε στη δουλειά", είπε ο Μαρτέν. "Είναι ο μόνος τρόπος να κάνουμε τη ζωή ανεκτή".

Όλοι στο κτήμα συμμετείχαν στην προσπάθεια. Ο καθένας βάλθηκε να αξιοποιήσει τις ικανότητές του. (...) Ο Πανγκλός έλεγε μερικές φορές στον Καντίντ: "Όλα τα γεγονότα αλληλοσυνδέονται στα πλαίσια του καλύτερου των κόσμων που θα ήταν δυνατό να υπάρξει. Διότι τελικά αν δεν σας είχαν διώξει με τις κλοτσιές από τον πύργο εξαιτίας των συναισθημάτων σας για τη δεσποινίδα Κυνεγόνδη, εάν δεν είχατε περάσει από την Ιερά Εξέταση, εάν δεν είχατε χάσει όλα τα πρόβατα που είχατε φέρει από τη χώρα του Ελντοράντο, δεν θα μπορούσατε τώρα να τρώτε ζαχαρωτά κυδώνια και φυστίκια". - "Ωραία τα λέτε", του απάντησε ο Καντίντ, "αλλά έχουμε δουλίτσα. Πρέπει να καλλιεργήσουμε τον κήπο μας".


Το παραπάνω κείμενο είναι ένα απόσπασμα από ένα έργο που με μυθιστορηματικό τρόπο εξέδωσε ο Βολταίρος το 1759 με τίτλο "Καντίντ ή η αισιοδοξία" (*). Εκείνη την εποχή, οι άθεοι προβλημάτιζαν τους θρήσκους με ερωτήματα όπως "αφού ο θεός είναι τέλειος, γιατί δημιούργησε έναν κόσμο ατελή;" ή "αφού ο θεός είναι πανάγαθος, γιατί υπάρχει κακό στον κόσμο;" κλπ. Ο -γνωστός για τον θεϊσμό του- γερμανός μαθηματικός και φιλόσοφος Γκότφριντ Βίλχελμ Λάιμπνιτς έδωσε την δική του απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα, λέγοντας ότι ο κόσμος μας είναι ο καλύτερος δυνατός που θα μπορούσε να υπάρξει, με δεδομένη την παρουσία του ανθρώπου σ' αυτόν. Ο Βολταίρος, λοιπόν, έγραψε το "Καντίντ", ως απάντηση στον Λάιμπνιτς, με έναν πρωταγωνιστή που δεν χάνει την αισιοδοξία του παρ' ότι δοκιμάζει όλες τις συμφορές που θα μπορούσαν να τον βρουν. Η ειρωνεία του Βολταίρου είναι καυστική και απολαυστική: όλα τα κακά του κόσμου συνεργάζονται για να κάνουν τον κόσμο μας τον καλύτερο δυνατό.

Πρέπει να παραδεχτούμε ότι εδώ και κάμποσα χρόνια η χώρα μας ζη σε ένα βολταιρικό περιβάλλον. Η ελπίδα έρχεται, η ανάπτυξη βρίσκεται ante portas, βγαίνουμε από το τούννελ και εν γένει τα πάντα βοούν ότι τα κόπια μας έπιασαν τόπο και τα εγγόνια μας θα δρέψουν τους καρπούς των θυσιών μας, παρά τα στοιχεία περί φτώχειας που κοινοποίησε με δελτίο τύπου η ΕλΣτατ και τα οποία κάθε άλλο παρά αισιόδοξα μπορεί να τα χαρακτηρίσει κανείς. Να σημειώσουμε ότι η έρευνα αφορά το 2016 και βασίζεται σε εισοδηματικά στοιχεία του 2015, άρα δεν λαμβάνονται υπ' όψη οι επιδράσεις από τις νομοθετικές ρυθμίσεις που έγιναν πρόσφατα για να κλείσει εκείνη η ρημάδα η αξιολόγηση (νέα καθίζηση αφορολόγητου, νέες μειώσεις συντάξεων, νέες ανατροπές στην αγορά εργασίας κλπ).

Σύμφωνα με την ΕλΣτατ, λοιπόν, και με δεδομένο ότι το όριο φτώχειας ορίζεται για το 2016 στα 4.500 ευρώ ατομικά και 9.450 για τετραμελείς οικογένειες με δυο ανήλικα παιδιά:
- Το 35,6% του πληθυσμού βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή και κοινωνικού αποκλεισμού, ποσοστό που στις παραγωγικές ηλικίες (18-64 ετών) φτάνει το 39,7%. Σχεδόν 2 στους 5 βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού.
- Κίνδυνο φτώχειας αντιμετωπίζει το 30,3% των εργαζομένων με μερική απασχόληση, παναπεί οι 3 στους 10. Παραδόξως, τον ίδιο κίνδυνο αντιμετωπίζει και το 12,2% των εργαζομένων με πλήρη απασχόληση. Παλιά, από την φτώχεια κινδύνευαν οι άνεργοι. Τώρα πια, στον "καλύτερο δυνατόν" κόσμο μας, κινδυνεύουν και οι εργαζόμενοι.
- Το χάσμα φτώχειας (δείκτης που μετράει τους φτωχότερους ανάμεσα στους φτωχούς) συνεχίζει να αυξάνεται, φτάνοντας πέρυσι το 31,9%. Αυτό σημαίνει ότι οι μισοί φτωχοί έχουν εισόδημα κατά 31,9% ή περισσότερο κάτω από το όριο της φτώχειας, δηλαδή ζουν με λιγώτερα από 3.064 τον χρόνο (περίπου δυόμισυ κατοστάρικα τον μήνα).
-Το 19,2% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού διαβιώνει σε νοικοκυριά με χαμηλή ένταση εργασίας. Σε απλά ελληνικά: ο ένας στους πέντε "μάχιμους" κατοίκους αυτής της χώρας δούλεψε το 2016 κατά 20% τουλάχιστον λιγώτερο από όσο είχε δουλέψει τον προηγούμενο χρόνο. Ας είναι καλά η ευελιξία της εργασίας...

Κίνδυνος φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού στην Ευρώπη.

Φυσικά, όλα αυτά τα στοιχεία (και άλλα πολλά) δεν δικαιολογούν καμμιά αισιοδοξία, ιδίως δε αν σημειώσουμε δυο επί πλέον δεδομένα: πρώτον, η σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια δείχνει είτε χειροτέρευση είτε (στην καλύτερη περίπτωση) στασιμότητα και, δεύτερον, ούτε οι αντίστοιχοι ευρωπαϊκοί δείκτες παρουσιάζουν σοβαρές τάσεις βελτίωσης παρά την πολυθρύλητη ανάκαμψη.

Ας επιστρέψουμε, όμως, στον Βολταίρο για να γράψουμε τον επίλογο. Κατά πάσα πιθανότητα, το να περιμένουμε καλύτερες μέρες ενώ μένουμε αμέτοχοι και περιοριζόμαστε στο να καλλιεργούμε τον κήπο μας, δεν κάνει και δεν πρόκειται ποτέ να κάνει τον κόσμο μας τον "καλύτερο δυνατόν". Το μόνο που σίγουρα κάνει είναι εμάς αισιόδοξους μέχρι βλακείας. Σαν τον Καντίντ.


-----------------------------------------
(*) Εκδόσεις Πόλις, 2005, σελ. 144-147 (μετάφραση: Παντελής Κοντογιάννης). Στις αρχές του 1759, ο ίδιος ο Βολταίρος συντόνισε την ταυτόχρονη έκδοση του έργου σε πέντε χώρες, μια διαδικασία της οποίας η σκοπιμότητα ακόμη ερευνάται. Το έργο γνώρισε τεράστια επιτυχία και απανωτές εκδόσεις, οι οποίες διαφέρουν μεταξύ τους διότι ο Βολταίρος βελτίωνε το αρχικό κείμενο διαρκώς μέχρι τον θάνατό του.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

"το να περιμένουμε καλύτερες μέρες ενώ μένουμε αμέτοχοι και περιοριζόμαστε στο να καλλιεργούμε τον κήπο μας, δεν κάνει και δεν πρόκειται ποτέ να κάνει τον κόσμο μας τον "καλύτερο δυνατόν". Το μόνο που σίγουρα κάνει είναι εμάς αισιόδοξους μέχρι βλακείας. Σαν τον Καντίντ", καλά όλα αυτά, αλλά βρίσκω πιό ανησυχητική την κριτική του Ντε Σάντ απέναντι στον Λάιμπνιτς. Ο γνωστός μαρκήσιος έγραψε ως απάντηση την Ιουστίνη, οπότε αν και ο Καντίντ μας φαίνεται αφελής χαζοχαρούμενος, ας μην έχουμε τουλάχιστον την τύχη της ηρωίδας του Ντε Σαντ